Το βρώμικο παιχνίδι της Εκκληcίας εις βάρος της Ελληνικής Παιδείας – II

8 May 2009
Αρθρογράφος: Αιρετικός

(συνέχεια από το πρώτο μέρος)


Συνεχίζω από το προηγούμενο μέρος

Πιο πριν, ανέφερα τον Δάσκαλο του Έθνους Θεόφιλο Καΐρη, ο οποίος εδιώχθη απηνώς από την εκκλησία, της οποίας τα τσιράκια βεβήλωσαν τη σορό του ανοίγοντας τον τάφο του, τεμαχίζοντας το πτώμα και ρίχνοντας ασβέστη στα σωθικά του, σε μια γνήσια εκδήλωση χριστιανικής “αγάπης”. Αυτήν τη φορά λοιπόν, θα ασχοληθώ με τον διωγμό του μεγάλου αυτού Δασκάλου του Έθνους και θα δείξω συσχετισμούς μεταξύ των τότε μεθοδεύσεων της εκκλησίας κατά της ανάπτυξης ουσιαστικής Παιδείας στη χώρα μας και του σήμερα, που η “Φιλοσοφική” του Πανεπιστημίου Αθηνών παράγει… γραμματικούς, που το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της βασικής και μέσης εκπαίδευσης καθορίζεται και από την εκκλησία, που η Δικαιοσύνη και η Ανώτατη Παιδεία βρίσκονται κι αυτές σε θανάσιμο εναγκαλισμό με τους θεοκράτες και τους συνεργάτες τους. Κατά τα άλλα, γιορτάζουμε ως… προστάτες της Ελληνικής Παιδείας τους φανατικά μισέλληνες “Ιεράρχες” και θεωρούμε ως… αλήθεια το παραμύθι του “Κρυφού Σχολειού”.

Παραθέτω από την εφημερίδα “Αθηνά” της 28ης Οκτωβρίου 1839:

“Μέχρι τούδε δέν εδημοσιεύθη η κατά τού Διδασκάλου Θεοφίλου Καΐρου απόφασις τής ιεράς Συνόδου. Η φυλακή τού όμως εξακολουθεί εις τό πλοίον, τό οποίον τόν περιφέρει τήδε κακείσαι, επειδή φαίνεται, ότι ο κύριος Γλαράκης, ως ιατρός, θέλει να τόν διασκεδάζη μέ τά ταξείδια, ως ωφέλιμα μάλιστα καί εις τήν πάσχουσαν ήδη υγείαν του. Χθες μάλιστα επανήλθε τό πλοίον εις τόν Πειραιά διά να λάβη ίσως τάς περί Καΐρου τελευταίας τής Γραμματείας διαταγάς.”

Η εφημερίδα, για να ξεκαθαρίσω το όλο ζήτημα από την αρχή, καταλογίζει τον διωγμό του Καΐρη στην εκκλησία και στο ρωσόφιλο κατεστημένο της εποχής. Αναφέρει δε τα εξής για την “ιερά” σύνοδο:

“‘Αγιός τις ευρεθείς προχθές εις συναναστροφήν, παρόντων πολλών, ωμολόγησεν ότι η κατά τού Θεοφίλου Καΐρου καταδρομή πηγάζει από ανωτάτας πηγάς, καί όχι τόσον από θρησκευτικόν ζήλον. Τί τά θέλουν, είπεν ο άγιος, τά πολλά τά γράμματα οι Έλληνες; Πρός τί τό Πανεπιστήμιον, τά Γυμνάσια καί άλλα; Ο Έλλην αρκεί νά μάθη νά αναγιγνώσκη καί να γράφη· καί ιδού η μόνη χρεία, τήν οποίαν έχει από τά γράμματα· πολλά γράμματα, επρόσθεσεν, αθεΐζουν τούς ανθρώπους· καί διά τούτο πρέπει νά περιορισθούν εις τά ολίγα. Ειλικρινέστερα, βέβαια, δέν εξηγήθη άλλως εις τήν υπόθεσιν τού Καΐρου, παρά τόν άγιον τούτον· καί δέν αμφιβάλλομεν ποσώς, ότι αφού ευδοκιμήσουν εις τήν περίστασιν ταύτην δέν θέλουν αργήσει νά στρέψουν τά βέλη τών κατά τού Πανεπιστημίου, τών Γυμνασίων μας καί λοιπών. Λόγοι, αναμφιβόλως, δέν θέλουν λείψει διά νά προσβάλουν καί καταστρέψουν καί αυτά· αρκεί μόνον να υπάρχη εις τήν επί τής Δημοσίας Εκπαιδεύσεως καί τών Εκκλησιαστικών Γραμματείαν καί ο κύριος Γλαράκης, καί τό πάν κατορθούται συμφώνως με τούς σκοπούς των αγίων μας.”

Σε άλλο σχόλιο, η εφημερίδα καταγγέλλει ανοιχτά τον υπουργό Γλαράκη και τους Συνοδικούς για μυστικές διαβουλεύσεις με σκοπό να καταπνιγεί κάθε προσπάθεια παροχής ουσιαστικής Παιδείας στην Ελλάδα:

“Άν ο σκοπός τών Ανύτων καί Μελήτων, καθώς καί τού Γραμματέως μας, δέν ήτον η καταδρομή τής παιδείας, διατί νά ζητήσουν νά παραλύσουν αμέσως τό Ορφανοτροφείον τής Άνδρου; διατί, αφού εσήκωσαν τόν Θεόφιλον Καΐρην, δέν εφρόντισαν κάν νά στείλουν άλλους διδασκάλους, διά νά εξακολουθήσουν τήν εκπαίδευσιν τών ορφανών καί τών άλλων μαθητών αυτού; Χάρις εις τήν διαγωγήν τών κυρίων τούτων, ήτις δέν μάς αφήνει τουλάχιστον τόν παραμικρόν δισταγμόν ως πρός τούς σκοπούς καί τά σχέδιά των.”

Βεβαίως, η “ιερά” σύνοδος δεν κάνει πίσω. Στις 23 Οκτωβρίου συνεδρίασε με άκρα μυστικότητα και ερήμην του Καΐρη αποφάσισε την καθαίρεσή του από το εκκλησιαστικό σχήμα (θυμίζω ότι ο παιδεραστής παπά-Πέτρος Παπουτσάκης, παρ’όλο που καταδικάστηκε τελεσίδικα, ΔΕΝ αποσχηματίσθηκε). Η είδηση διέρρευσε πέντε μέρες αργότερα στον Τύπο, κάνοντας την “Αθηνά” να γράψει για αναβίωση της ιεράς εξέτασης και να διερωτηθεί για την τύχη των ιδανικών και των θυσιών της Επανάστασης:

“Έμελλεν άρα ο κατά τού Καΐρη αφορισμός ν’ανανεώση παρ’ημίν κατά τά μέσα τού ΙΘ’ αιώνος τάς θρησκευτικάς έριδας καί νά αναγεννηθή εις τήν Ελλάδα μετά τήν πολιτικήν αποκατάστασίν της η ανάκρισις της συνειδήσεως, δηλ. τά ιεροδικαστήρια τής Ισπανίας καί τής Ρώμης, τά οποία μόνον εξιχνίαζον κατά τόν μεσαίωνα τήν ανεξιχνίαστον τού ανθρώπου συνείδησιν, κατεδίωκον, εδίκαζον επ’αυτής και κατεδίκαζον τούς ανθρώπους. Δέν μάς μένει λοιπόν πλέον άλλο ει μή νά ετοιμάσωμεν καί τάς πυράς, αφού μάλιστα έχομεν καί αγίους έτοίμους διά νά καίουν τούς ενόχους κατά τήν συνείδησιν.”

Στις 26 Οκτωβρίου 1839, ο Γλαράκης έστειλε έγγραφο προς την “ιερά” σύνοδο, με το οποίο πρότεινε προσωρινή αναβολή της απόφασης, για να δοθεί στον Καΐρη χρόνος να μετανοήσει, πρόταση η οποία έγινε δεκτή με τον όρο να εγκλεισθεί ο Καΐρης σε μοναστήρι για να… συνετισθεί. Αμέσως μετά, ο Γλαράκης εισηγήθηκε στον Όθωνα την αναβολή της καθαίρεσης και τον εγκλεισμό του Δασκάλου σε μοναστήρι της Σκιάθου.

Στις 28 Οκτωβρίου 1839, εξεδόθη βασιλικό διάταγμα που διέτασσε τον εγκλεισμό του Καΐρη στη μονή Ευαγγελίστριας της Σκιάθου, ένα από τα πιο αυστηρά και αναχρονιστικά της Ελλάδος. Οι οδηγίες που εδόθησαν στον ηγούμενο Φλαβιανό έλεγαν ότι έπρεπε πάση θυσία να αναγκασθεί ο Καΐρης να δηλώσει μεταμέλεια και να αποκηρύξει τις πεποιθήσεις του. Έτσι, ο Φλαβιανός διέταξε τους καλόγερους-δεσμοφύλακες του Δασκάλου να του φερθούν όσο πιο σκληρά μπορούσαν. Ο Καΐρης φυλακίσθηκε λοιπόν σε ένα υπόγειο, υγρό κι ανήλιαγο κελλί. Ωστόσο, ο Δάσκαλος αποδείχθηκε πιο σκληρό καρύδι απ’ό,τι ήλπιζαν οι σκοταδιστές. Αναφέρει ο Τάσος Βουρνάς: “Γέρος και άρρωστος ο Καΐρης, τρέμοντας από το κρύο και την υγρασία, χωρίς ρούχα για να προφυλαχτή ή σκεπάσματα για να ζεσταθή τις παγωμένες νύχτες, περνούσε μαρτυρικές ώρες στο κελί της μονής Φανερωμένης. Αλλά δεν λύγισε ούτε στιγμή και υπέφερε περήφανα το μαρτύριό του, προτιμώντας την τρομερή κακοπάθεια από την εγκατάλειψη και την προδοσία των αρχών του” (Τάσος Βουρνάς, “Θεόφιλος Καΐρης”, σειρά “Οι Αφορισμένοι από το Κατεστημένο”, σελ. 122, εκδόσεις Κώστας Μπούζας, Αθήνα 1979).

Στις 14 Νοεμβρίου 1839, άρθρο της εφημερίδας “Αθηνά” με τίτλο “Ο διωγμός του Καΐρου είναι κατά της παιδείας και όχι υπέρ της θρησκείας” καταγγέλλει το ιερατείο και τον Γλαράκη προσωπικά ως φωτοσβέστη, που εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία κλείνοντας σχολεία σε όλη την Ελλάδα. Μπορεί η υπόθεση Καΐρη να ήταν η κραυγαλέα που τραβούσε την προσοχή, αλλά σχολεία σε όλη την Ελλάδα έκλειναν και διαφωτιστές-δάσκαλοι διώκονταν κατ’εντολή του Πατριαρχείου. Και ακόμα δεν είχε αποκαλυφθεί η σκοτεινή συνωμοσία της “Φιλορθοδόξου Εταιρείας”. Γράφει λοιπόν η εφημερίδα:

“Δεν ηξεύρομεν αν παίζοντες ή σπουδάζοντες θέλουν να μας πείσουν οι διώκται της παιδείας, ότι η καταδρομή του Καΐρου έχει σκοπόν άλλον, παρά την καταδρομήν της παιδείας αυτής. Ημείς τουλάχιστον, εξετάζοντες τα πράγματα, τα μόνα μέσα επί των οποίων πρέπει να στηρίζεται πας άνθρωπος, οδηγούμενος και από αυτόν τον κοινόν νουν, ευρίσκομεν ότι αυτά ταύτα προδίδουν τον σκοπόν των αυτόν· και όπου τα πράγματα φωνάζουσιν, οι λόγοι είναι περιττοί. Ο Καΐρης λέγουν εδίδασκε θεοσέβειαν· και το να σέβεταί τις τον Θεόν, τον ποιητήν του ουρανού και της γης, είναι κατ’αυτούς ασέβημα ή και αδίκημα εσχάτης προδοσίας· δεδόσθω. Αλλ’ερωτώμεν, και αν υποτεθή ότι ο Καΐρης είναι θεοσεβής, έπρεπε να εξαλειφθή από το πρόσωπον της γης; Το εκπαιδευτικόν ή κοινοβιακόν κατάστημα της Άνδρου, τι πταίει κατά τούτο; Αν η Ιερά Σύνοδος ή μάλλον ο επί της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και επί των Εκκλησιαστικών Γραμματεύς δεν ήτο όργανον της καταδρομής της παιδείας, δεν ήθελε φροντίσει άρα γε, ώστε σηκώνων απ’εκεί τον θεοσεβή Καΐρην να τον αντικαταστήση από άλλον μη θεοσεβή ή θεοβλαβή Χριστιανόν, διά να εξακολουθήση την εκπαίδευσιν της εκεί νεολαίας, και τοιουτοτρόπως όχι μόνον να μας κλείνουν το στόμα, αλλά και την παιδείαν να ικανοποιήσουν, και συγχρόνως να δείξουν και εις τον έξω Κόσμον, ότι είναι μεν ζηλωταί της Χριστιανικής θρησκείας, αλλά και της παιδείας αυτής, της αχορίστου από την λογικήν του Χριστού λατρείαν, την λατρείαν του πατρός των φώτων; Αλλ’ όχι! Καταδιώκεται ο Καΐρης, και μόλις σηκώνεται από την Άνδρον, και αμέσως διαλύεται το σχολείον, και μένουν τόσοι μαθηταί και ορφανά εγκαταλελειμμένα και απροστάτευτα· και το περιεργότερον ακόμη, ο κύριος Διοικητής Τήνου και Άνδρου σχολάζει και αυτούς τους κτίστας και λειτουργούς, και ουδέ συγχωρεί τους επιστάτας του καταστήματος να εξακολουθήσουν την τόσον προχωρημένην επισκευήν ή εποικοδομήν αυτού, αλλ’ ουδέ να το σκεπάσουν κατά μέρος, διά να προφυλαχθή καν από τας βροχάς και τας κακοκαιρίας του χειμώνος. Τοιουτοτρόπως λοιπόν, διά να διαλυθή εν σχολείον, εν εκπαιδευτικόν κατάστημα, αρκεί να σφάλη, κατ’αυτούς, εις διδάσκαλος, και όχι μόνον αυτό το ηθικόν πρόσωπον, αλλά και το οικοδόμημα πρέπει να κατεδαφισθή. Ιδού οι φίλοι της παιδείας του έθνους· ιδού οι σκοποί και τα φρονήματά των.”

Οι παρεμβάσεις όμως της Εκκληcίας στα ελληνικά γράμματα συνεχίστηκαν και μετά την απελευθέρωση – και συνεχίζονται ως και τις μέρες μας, με τις αξιώσεις του αρχιεπισκόπου Γιάννη Λιάπη (εκκληcιαστικό ψευδώνυμο: Ιερώνυμος) να παραμείνει υποχρεωτική η διδασκαλία των θρησκευτικών, κατά παράβαση κάθε έννοιας ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι λοιπόν, η προσπάθεια του ιερατείου να κρατήσει υπόδουλο το Έθνος συνεχίστηκε, με μεθοδεύσεις που αποκαλύπτει η εφημερίδα της εποχής “Αθηνά”, η οποία εκφράζει φόβους για την τύχη και των υπολοίπων σχολείων της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένου του Πανεπιστημίου, στου οποίου την ίδρυση είχαν εναντιωθεί εντονότατα οι φανατικοί θρησκόληπτοι, ο κλήρος και οι ρωσόφιλοι. Ειδικά σε ό,τι αφορά τους ρωσόφιλους, θυμίζω ότι ο – επηρεαζόμενος από τη Ρωσία – Ιωάννης Καποδίστριας είχε κατηγορηθεί ως φωτοσβέστης λόγω της αδιάφορης στάσης του έναντι της ιδρύσεως ενός τέτοιου εκπαιδευτικού φορέα στην Ελλάδα. Αναφέρει λοιπόν η εφημερίδα:

“Αλλά ποίος μας εγγυάται ότι και τα λοιπά εκπαιδευτικά καταστήματα δεν θέλουν υποφέρει την τύχην του εν Άνδρω Ορφανοτροφείου; ή μήπως θέλουν λείψει Προσακάκιδες και ευσυνείδητοι άγιοι, εκ των οποίων, οι μεν να κατηγορήσουν, οι δε να καταδικάσουν με απλήν ανάκρισιν και επί της συνειδήσεώς των αύριον ή μεθαύριον τον ένα κατόπιν του άλλου όλους τους διδασκάλους της Ελλάδος; αρκεί να μείνη, ως είπομεν και άλλοτε, ακόμη ολίγον χρόνον εις την επί της Παιδείας Γραμματείαν ο κύριος Γλαράκης, ή να τον διαδεχθή ο Κυρ Δεσούτζος εις την Γραμματείαν ταύτην, ως διοργανίζεται και το παν κατορθούται κατά την ευχήν του αγίου Οικονόμου και των εντολέων του (σ.σ. εννοεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο). Όταν μάλιστα εξακολουθή ούτος να σύρη και τους αγίους μας εις τα φρονήματά του, δεν μένει αμφιβολία ότι εντός ολίγου η κοινωνία μας θέλει κατασταθή κοινωνία κατάλληλος διά τον Αββά Παμβώ. Και μήπως δεν είναι οι άγιοι ούτοι, οίτινες και την εγκαθίδρυσιν του Πανεπιστημίου αυτού εθεώρησαν ως ασέβειαν, και αυτόν τον ευσεβέστατον ιεροκήρυκα Γερμανόν επέπληξαν, διότι παρευρέθη εκουσίως εις την τελετήν την οποίαν και ο βασιλεύς ο ίδιος διά της παρουσίας του αυτής ετίμησεν εις την έναρξιν της οικοδομής του διά της συνεισφοράς των Ελλήνων ανεγειρομένου ήδη Πανεπιστημίου;”

Η εφημερίδα επαναφέρει τα σχετικά με τον διωγμό του Θεόφιλου Καΐρη, θα αναφέρω τώρα το βρώμικο ρόλο του Κωνσταντίνου Οικονόμου εξ Οικονόμων, που σήμερα τιμάται ως “δάσκαλος του Γένους”, αλλά ήταν ένα ενεργούμενο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και πρωτεργάτης του Πανσλαβισμού. Με τη μυστική οργάνωση “Φιλορθόδοξος Εταιρεία” κατάφερε, ως ικανότατος συνωμότης που ήταν, να εκτρέψει το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος από την Ελληνικότητα και να το καταντήσει ρωμαίικο, θεοκρατικό και βυζαντινολατρικό.

Συνεχίζοντας από την εφημερίδα “Αθηνά”, παραθέτω τη συμβολή αυτού του ανθρώπου στη δίωξη του Καΐρη:

“Ο άγιος Οικονόμος μας εξηγήθη φανερά εις την Επίκρισίν του και αλλού, ότι οι Χριστιανοί και μάλιστα οι ιερείς, δεν πρέπει να σπουδάζουν αλλά πρέπει να μένουν αμαθείς, και όλως διόλου να αφοσιωθούν εις την επιφοίτησιν του αγίου Πνεύματος, ως να μην κατηργήθησαν, και κατ’αυτόν τον Χρυσόστομον, μετά τους Αποστόλους τα θαύματα, και ως να μην είναι ίδιον ανθρώπων απίστων και Ταρτούφων το να ζητούν θαύματα και σήμερον. Και όμως τον Ιησουϊτικόν του αγίου Οικονόμου τούτον σκοπόν τον εγνώρισαν καλύτερα παρ’αυτόν οι Έλληνες.”

Αμέσως μετά, περιγράφεται η φωτοσβεστική δράση της συμμορίας των θεοκρατών και των ρωσόφιλων, που κλείνανε σχολεία όπου μπορούσαν.

“Αλλ’ η κατά της παιδείας συμμορία δεν επεριωρίσθη εις ταύτα μόνον· εφρόντιζε και φροντίζει καθ’εκάστην, ώστε και αυτά τα παρά της Κυβερνήσεως συσταθέντα σχολεία και Γυμνάσια να παραλύη και μάλιστα όπου ευρίσκει αναισθήτους και απειροκάλους πολίτας, και όπου οι Διοικηταί και Δήμαρχοι οδηγούνται από το πνεύμα της καταδιωκτικής ταύτης συμμορίας.”

Ποδαρικό κάνανε οι φωτοσβέστες στο Γυμνάσιο του Ναυπλίου. Κυνήγησαν κακήν-κακώς τους καθηγητές του: τον φιλόλογο Θεοδόσιο Περγαμηνό, τον μαθηματικό Βαρνάρδο, τον φυσικοχημικό Ψύχα, τον καθηγητή λατινικής φιλολογίας Φαβρίκιο και άλλους. Ο Βαρνάρδος μάλιστα διώχθηκε από τη χώρα!

“Ας παρατηρήσωμεν με ποίον Ιησουϊτικόν τρόπον παρέλυσαν το Γυμνάσιον της Ναυπλίας. Επί της κεφαλής του Γυμνασίου τούτου είχε διορισθεί, δι’έλλειψιν διδασκάλων, ο σχολαστικός Λεόντιος· ο άνθρωπος ούτος, οδηγούμενος από το πνεύμα του τάγματος, εις το οποίον έως χθες ανήκεν, εφρόντισεν, ώστε κανείς αληθώς πεπαιδευμένος να μη μείνη εις το Γυμνάσιον τούτο· μυρίους τρόπους εμηχανεύθη, ως μας επληροφόρησαν, εωσού να μεταθέση τον ενάρετον και αρκετά πεπαιδευμένον, ως προς την Ελλ. Φιλολογίαν μάλιστα, Θεοδόσιον Περγαμηνόν, και να τον αντικαταστήση με την εσχάτην αλογίαν και αμαθίαν. Αφού δ’ εκατώρθωσεν, ως ομολογούν ομοφώνως όλοι οι καθηγηταί, τον σκοπόν του τούτον, εκίνησε πάντα λίθον διά να τους φέρη εις τοιαύτας δυσαρεσκείας, ώστε να βιασθούν να ζητήσουν ή την απαλλαγήν του Γυμνασίου από τον ευσυνείδητον Γραμματιστήν τούτον ή να ζητήσουν την παραίτησίν των. Αλλά μήπως ευρήκε καμμίαν δυσκολίαν ο κ. Γλαράκης διά να απομακρύνη και από την Ελλάδα αυτόν ακόμη τον χρηστόν και σπάνιον εις το έθνος μας μαθηματικόν Βαρνάρδον, και να απολύση τον φυσικοχημικόν Ψύχαν ομού με τον Λατινοδιδάσκαλον Φαβρίκιον και άλλους; Τοιουτοτρόπως λοιπόν κατήντησε το Γυμνάσιον σήμερον της Ναυπλίας αληθινόν σχολαστήριον ή μάλλον κολαστήριον.”

Οι καθηγητές διαμαρτυρήθηκαν, πριν αποχωρήσουν, στον Γλαράκη, αλλά μάταια.

“Όλοι οι καθηγηταί όμως, πριν παραιτηθούν, ανεφέρθησαν εις τον κύριον Γλαράκην, του εξέθεσαν τα προσκόμματα τα οποία απαντά η νεολαία ως εκ της σχολαστικής διδασκαλίας και άλλα του κυρίου Λεοντίου, την κακοήθειαν και διαφθοράν την οποίαν προξενεί εις το Γυμνάσιον εκείνο η ραδιουργία, και τέλος πάντων, όλοι ομοφώνως είπον ότι θέλουν παραιτηθή, αν δεν τακτοποιηθή και μορφωθή σύμφωνα με την πρόοδον της νεολαίας, επειδή κοντά εις τα άλλα δεν υποφέρουν να την βλέπουν και να καταναλίσκη εις μάτην τον πολύτιμον χρόνον της, και τέλος, να συμμερίζωνται και αυτοί τον ψόγον, τον προερχόμενον από το ανάγωγον και την κενοσπουδίαν της· αλλά τι κάμνει ο κύριος Γλαράκης; ευχαρίστως δέχεται την παράιτησιν όλων των καθηγητών, και διατηρών εκεί τον κύριον Λεόντιον διαλύει το Γυμνάσιον.”

Και ο κ. Γεώργιος Γλαράκης θεωρείται σήμερα λαμπρός πολιτικός που υπηρέτησε πιστά την Πατρίδα… “Α ρε Λαυρέντη…”, που έγραφε ο Αναγνωστάκης…

Βεβαίως, οι τοπικές αρχές του Ναυπλίου, τις οποίες είχε διορίσει ο κ. Γλαράκης, πειθάρχησαν πρόθυμα και απόλυτα στις υπουργικές υποδείξεις και εντολές. Σήμερα βέβαια απορεί κανείς “μα, είναι δυνατόν τόσοι κυβερνητικοί λειτουργοί να βάζουν βόμβες στα θεμέλια της Παιδείας μας;”. Η απάντησή μου είναι ότι πρώτον, τα ίδια γίνονται και τώρα, δεύτερον τότε – όπως συχνότατα συμβαίνει ακόμη και στις μέρες μας – κρατούσα άποψη ήταν αυτή της εκκλησίας: ότι δηλαδή η μόρφωση και οι θετικές επιστήμες οδηγούν στην αθεΐα. Έτσι, οι καλοί αυτοί κυβερνητικοί υπάλληλοι έκλειναν ή απαξίωναν σχολεία για να… σώσουν τις ψυχές των νέων Ελλήνων.

Συνέχεια…


(η συνέχεια και το τέλος στο επόμενο)


Αυτό είναι το δεύτερο από τα τρία μέρη στα οποία θα παρουσιαστεί το άρθρο.  Έχει ήδη δημοσιευτεί στο ιστολόγιο Αιρετική Πολιτεία, όπου γίνεται ο σχολιασμός