Περί θεού

10 October 2010
Αρθρογράφος: Σπύρος Κιτσινέλης


Ίσως το πιο σημαντικό θέμα που έχει ποτέ απασχολήσει το συλλογικό μυαλό της ανθρωπότητας είναι το θέμα της ύπαρξης ενός θεού. Ασφαλώς δεν πιστεύω ότι είμαι σε θέση να απαντήσω μια τέτοια ερώτηση (κάτι που θα κάνει ορισμένους ανθρώπους να με αποκαλέσουν αγνωστικιστή) αλλά αν ΕΠΡΕΠΕ να πάρω θέση και να διαλέξω μόνο μεταξύ των επιλογών της ύπαρξης και της μη ύπαρξης, τότε θα έπαιρνα το μέρος των μη πιστών ή αθεϊστών αν θέλετε για κανένα άλλο λόγο εκτός από το ότι η έννοια ενός παντοδύναμου θεού που μας δημιούργησε με ένα ευφυή σχεδιασμό και μας κοιτά από ψηλά είναι εναντία στη λογική και ένστικτο μου. Πάντως σίγουρα δεν ανήκω σε καμία οργανωμένη ανθρώπινη θρησκεία ή ανθρώπινο σχέδιο λατρείας του υπερφυσικού.

Μα αν όμως είμαι ανίκανος να δώσω ή να ξέρω μια απάντηση στο σημαντικότατο αυτό ερώτημα τότε το στοίχημα του Πασκάλ θα πρέπει να με σπρώξει προς την πλευρά των πιστών. Ο Πασκάλ ήταν πρόθυμος να αναγνωρίσει την πιθανότητα ότι ο θεός ίσως να μην υπάρχει, αλλά υποστήριξε ότι ένα λογικό άτομο πρέπει να πιστεύει στο θεό. Το επιχείρημα του ήταν η πιθανολογία της προσδοκίας, η οποία είναι η μακροπρόθεσμη μέση αξία ενός στοιχήματος. Αν βάλετε στοίχημα ότι ο Θεός υπάρχει και το κερδίσετε τότε θα έχετε αιώνια μετά θάνατον ζωή. Έτσι ακόμα και αν η πιθανότητα ότι ο θεός υπάρχει είναι μικρή, το μέσο κέρδος αυτού του στοιχήματος επισκιάζει το κέρδος που θα είχατε αν ο θεός δεν υπήρχε και είχατε στοιχηματίσει σε αυτό. Γιατί τότε ως λογικό άτομο αν έπρεπε να παίξω αυτό το στοίχημα θα υποστήριζα την πλευρά των άπιστων; Ο λόγος είναι ότι, κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει πραγματικό επιχείρημα, δεν υπάρχουν πραγματικά δύο πλευρές και επομένως δεν τίθεται θέμα συνηθισμένου στοιχήματος.

Επιτρέψτε μου να γίνω σαφέστερος εξηγώντας γιατί τέτοια θέματα είναι προβληματικά και τελικά οδηγούν στη υιοθέτηση της πλευράς της ανυπαρξίας ενός θεού.

Για να υπάρχει κάτι (έστω και στη σκέψη των ανθρώπων) θα πρέπει να είμαστε σε θέση να το προσδιορίσουμε. Πώς ορίζουμε τον θεό; Δεν υπάρχει ομόφωνα αποδεκτός ορισμός του θεού ακόμη και μεταξύ ατόμων του ιδίου οργανωμένου συστήματος πεποιθήσεων. Έτσι υπάρχει δυσκολία ακόμα και στο να ξεκινήσει μια τέτοια συζήτηση. Επίσης πολλές θρησκείες και φιλοσοφίες συχνά αντικρούουν η μια την άλλη. Ως εκ τούτου, πολλές, αν όχι όλες, πρέπει να μην ισχύουν. Για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι η ιστορία έχει εξαλείψει τις περισσότερες θρησκείες ή έννοιες του θεού και θα μπορούσε να είναι απλώς θέμα χρόνου μέχρι να εγκαταλειφτούν και οι τωρινές ιδέες. Αλλά το σημαντικό σημείο εδώ είναι κάτι άλλο. Αν κάποιος μπορούσε να καθορίσει κάτι ως θεό τότε πέφτει αμέσως σε μια αντίφαση αφού ένας παντοδύναμος και παντογνώστης θεός δεν μπορεί να προσδιορισθεί. Μια τέτοια έννοια ενός θεού δεν μπορεί να συζητηθεί ή να καθοριστεί. Αυτό μας οδηγεί στις δυνατότητες ότι θεός δεν υπάρχει Ή ότι κανείς δεν θα μπορούσε να εφεύρει ένα αληθινό θεό. Οποιαδήποτε άλλη περίπτωση σύμφωνα με αυτό το επιχείρημα είναι απλώς ένα υπερτιμημένο και υπερεκτιμημένο κατασκεύασμα.

Όσον αφορά την αλήθεια μιας τέτοιας θέσης ότι θεός υπάρχει, τότε πρέπει να ορίσουμε την αλήθεια ή γνώση. Είναι η γνώση και η αλήθεια η επιστημονική γνώση και αλήθεια ή απλώς θέμα πίστης (και τα δύο είναι σε κάποιο βαθμό υποκειμενικά); Αν η αλήθεια και η γνώση παίρνει την επιστημονική οδό της εμπειρίας και λογικής (αναγόμενη γνώση από αξιώματα) τότε θα αντιμετωπίσουμε τα εξής παράδοξα. Η ληφθείσα γνώση και αλήθεια προέρχονται από το φυσικό μας κόσμο τον οποίο μετρούμε και παρατηρούμε οπότε η υπερφυσική ουσία του θεού παύει να υφίσταται. Αν κάποιος ισχυρίζεται ότι το υπερφυσικό υφίσταται και μπορούμε να το φτάσουμε μόνο μέσα από το μυαλό τότε πάλι κάνουμε αναγωγή γνώσης και άρα χρήση της λογικής. Αλλά η λογική για την παραγωγή αξιόπιστης γνώσης πρέπει να ξεκινά από στέρεα αξιώματα ή προϋποθέσεις οι οποίες εδώ δεν υπάρχουν. Το να χρησιμοποιήσουμε κάτι ως αξίωμα για να αποδείξουμε μέσω της λογικής ότι ο θεός δημιούργησε κάτι ή ότι ο θεός είναι κάτι είναι μια αυτοαναφερόμενη πρόταση (ταυτολογία) και συνεπώς, ένα παράδοξο. Για να αποφευχθεί αυτό το παράδοξο μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι ο θεός είναι διττός (φυσικός και υπερφυσικός), καθώς μόνο ένας θεός θα μπορούσε να είναι τα πάντα. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει τρόπος να εξετάσουμε ή να γνωρίζουμε το υπερφυσικό ενώ το φυσικό ούτε έχει αποδειχτεί ούτε ταιριάζει με την εικόνα ενός θεού, οπότε και πάλι οι πιθανότητες είναι εναντίον.

Από την άλλη πλευρά αν κάποιος απορρίπτει τον ορισμό της αλήθειας και της γνώσης, μέσω της λογικής ή / και της επιστημολογικής οδού τότε θα έχει προχωρήσει σε ένα βαθύτερο επίπεδο υποκειμενικότητας οπότε πάλι δεν τίθεται θέμα συζήτησης και επιχειρηματολογίας. Η έννοια της πίστης, σε αντίθεση με τη γνώση και την αλήθεια που περιγράφονται παραπάνω δεν είναι (ξανά) παρά μία προσωπική ιδέα περί αλήθειας και έχει δύο πιθανές προελεύσεις. Μια από αυτές είναι συνδεδεμένη με τη φυσική πραγματικότητα (τότε επιστρέφουμε στο φυσικό και επομένως επιστημολογικό) οπότε συγκρούεται με τη λογική ή συνδέεται μόνο με το υπερφυσικό κατασκεύασμα άρα για άλλη μια φορά δεν υπάρχουν επιχειρήματα.

Και ως ένα ορθολογικό άτομο (που θεωρώ τον εαυτό μου), θα στοιχημάτιζα μόνο υπέρ της πλευράς που βλέπω. Για να αντιστρέψω το στοίχημα του Πασκάλ θα ήθελα να δηλώσω ότι κάθε λογικό άτομο πρέπει να βάζει στοίχημα υπέρ εκείνης της πλευράς που εμφανίζεται στο γήπεδο, ανεξάρτητα από το πόσο καλά περιγράφεται ή φανταζόμαστε την άλλη πλευρά που ποτέ όμως δεν εμφανίστηκε.

Μετά από μια πολύ σύντομη έρευνα για να βρω και άλλα παραδείγματα επιχειρημάτων κατά της ύπαρξης του Θεού ή, τουλάχιστον κατά την ύπαρξη τέτοιων θεμάτων ανακάλυψα μερικά που είναι γνωστά και διαδεδομένα μεταξύ των ανθρώπων.

1) Ένας παντογνώστης και παντοδύναμος θεός και δεν θα είχε κανένα λόγο να ενεργήσει με οποιοδήποτε τρόπο, ειδικά με τη δημιουργία του σύμπαντος, διότι δεν θα έχει ανάγκες, θέλω ή επιθυμίες δεδομένου ότι αυτές οι έννοιες είναι πολύ υποκειμενικά ανθρώπινες. Καθώς το σύμπαν υπάρχει, υπάρχει μια αντίφαση, και ως εκ τούτου, ένας παντοδύναμος Θεός δεν μπορεί να υπάρχει.

2) Αν ο Θεός ξέρει ήδη το μέλλον (αλλιώς δε θα ήταν παντογνώστης), τότε η ανθρωπότητα είναι γραπτό να συμφωνεί με τη γνώση αυτή και δεν είναι πραγματικά ελεύθερη ώστε να αποκλίνει από αυτήν. Ως εκ τούτου η ελεύθερη βούληση έρχεται σε αντίθεση με ένα παντογνώστη θεό. Ένα άλλο επιχείρημα αμφισβητεί την ύπαρξη ενός παντογνώστη θεού με ελεύθερη βούληση χρησιμοποιώντας το παράδοξο που μας λέει ότι η βούληση του ίδιου του Θεού είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει το οτιδήποτε ο θεός γνωρίζει ήδη για οτιδήποτε θα κάνει στο αιώνιο μέλλον.

3) Το πιο γνωστό και διαδεδομένο μεταξύ των ανθρώπων επιχείρημα κατά της ύπαρξης ενός παντοδύναμου θεού είναι το περίφημο παράδοξο του βράχου το οποίο λέει το εξής: Μπορεί ο θεός να δημιουργήσει ένα βράχο τόσο βαρύ που ο ίδιος δεν θα μπορεί να σηκώσει; Εάν δεν μπορεί τότε δεν είναι παντοδύναμος όπως θα πρέπει και αν μπορεί, τότε και πάλι δεν είναι παντοδύναμος αφού δεν θα είναι σε θέση να τον σηκώσει.

Οι θέσεις των θεϊστών δεν παρουσιάζουν μόνο όλα τα προαναφερθέντα παράδοξα αλλά (και αυτό είναι το κεντρικό μου σημείο) δεν μπορούν καν να θεωρηθούν θέσεις. Όσο και αν θεωρώ διασκεδαστικά τα παράδοξα που απέδωσε η σύντομη έρευνα μου, νομίζω ότι δεν τα έχουμε καθόλου ανάγκη πραγματικά.

Η θέση μου είναι ότι αυτή η μεγάλη συζήτηση δεν έχει καμία βάση και το βάρος ακόμα και της δημιουργίας συζήτησης με νόημα βρίσκεται στους ώμους των θεϊστών και πιστών. Πολύ αμφιβάλλω ότι θα μπορέσουν ποτέ να έχουν πραγματικά στέρεες θέσεις αλλά αν κάτι τέτοιο γίνει τότε τουλάχιστον στα μάτια και το μυαλό των αθεϊστών, πάλι δεν θα χρειάζονται επιχειρήματα και συζητήσεις, αφού η απάντηση θα είναι ήδη εκεί, εμφανής και όχι με αντιθέσεις και παράδοξα.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο Τεμπέλικες σκέψεις, όπου γίνεται ο σχολιασμός.