Αθεΐα και δημοσιότητα;

7 March 2011
Αρθρογράφος: traiasca


Με αφορμή την εμφάνιση στο διαδίκτυο του forum και της προσπάθειας της Ένωσης Άθεων Ελλάδας δημιουργούνται κάποια ερωτηματικά που χρήζουν εξήγησης και διερεύνησης. Αρχικά προβληματίζει το γεγονός γιατί άθεοι πολίτες αυτής της χώρας έχουν την ανάγκη να ενωθούν, να δημιουργήσουν ενιαία ομάδα με κοινές συνιστώσες και να προβάλλουν – δηλώνουν προς τα έξω ένα εντελώς προσωπικό τους ζήτημα, όπως είναι η θέση τους για την ανυπαρξία «θεού» ή «θεών». Με δεδομένο ότι δεν πρόκειται για προσπάθεια γέννησης ή τη δημιουργία κάποιας νέας θρησκείας, που προϋποθέτει την έννοια της ομάδας – εκκλησίας, την ομαδική λατρεία ή κάτι παρόμοιο σε κλειστές ή ανοιχτές συναθροίσεις για τη λατρεία του όποιου θεού και του στρατού των… αγίων… πάντων, το γεγονός προβληματίζει ακόμα περισσότερο.

Ποιος είναι λοιπόν ο λόγος που αναγκάζει τα μέλη της διάσπαρτης κοινωνίας των άθεων να συναθροιστούν σε ένωση προσώπων ή σωματείο, να γνωστοποιήσουν ευρύτατα την ύπαρξη της ένωσης, να θέσουν στόχους λειτουργίας, να έχουν καταστατικό, να χρειάζονται οικονομική ευρωστία, να δρουν για να γνωστοποιήσουν τις αθεϊστικές θέσεις τους, να έχουν ομάδες επεξεργασίας θεμάτων κ.λπ. κ.λπ.; Μετά από μικρή παρακολούθηση του forum και των συζητήσεων όπου είδα και τις απόψεις άλλων συνοδοιπόρων, θα προσπαθήσω να αναδείξω κάποιους από τους λόγους αυτούς εκφράζοντας τις προσωπικές μου απόψεις κι ελπίζοντας ότι η ανάρτησή μου αυτή θα είναι αφορμή για περαιτέρω μελέτη του θέματος.

Φαίνεται ότι μια βαθιά εσωτερική ανάγκη μας αναγκάζει να πάρουμε τη μορφή μιας ένωσης ανθρώπων (με την όποια νομική μορφή), που έχουν «εσωτερικά καταλήξει» στον κοινό τόπο ότι δεν υπάρχει «θεός». Το πρώτο θέμα που κατά την γνώμη μου κυριαρχεί σ’ αυτήν την ανάγκη των άθεων είναι μια άτυπη άμορφη πίεση που δέχονται ως πολίτες να ανήκουν οπωσδήποτε σε μια θρησκευτική ομάδα που να δέχεται την ύπαρξη θεού, παρά απ’ την εσωτερική ανάγκη των ιδίων να πιστεύουν και να συμπεριφέρονται διαφορετικά.

Την «ευνομούμενη ελληνοχριστιανική πολιτεία» διόλου δεν την ενδιαφέρει τι κάνει ο καθένας καταπιεσμένος άθεος πολίτης στο σπίτι του ιδιωτεύων.

Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι αυτές οι απόψεις να παραμείνουν πίσω από κλειστές πόρτες, να παραμείνουν οι άθεοι στις κοινωνικές παρυφές ως «μαϊντανοί πλουραλισμού». Να μην απλωθούν, να μη μολύνουν, να μη χαλάσουν «την πιάτσα»! Να μην προβάλουν – διασπείρουν στην κοινωνία ιδέες που εισάγουν «καινά δαιμόνια» και που μοιραία φέρνουν ανατροπές (και όχι απλώς καλύτερη… διαχείριση). Για τους πανέξυπνους και με περγαμηνές ταγούς, οι ενσυνείδητα ενωμένοι πολλοί άθεοι σημαίνουν μελλοντικά… ακαναλιζάριστο, ακηδεμόνευτο, ισχυρό ανατρεπτικό κοινωνικό ρεύμα.

Για τους κρατούντες, οι ακηδεμόνευτοι άθεοι είναι ο εν δυνάμει εχθρός τους, αφού αυτοί και οι επίγονοί τους καλά έχουν βολευτεί σ’ αυτό το κοινωνικό αίσχος που βιώνουμε καθημερινά εμείς είτε ως παθόντες, είτε ως παρατηρητές πολίτες της χώρας.

Η σημερινή Ελληνική πολιτεία μπορεί να φαίνεται ότι, ως μέλος της Ε.Ε., έχει στοιχειωδώς συνταγματικά και νομικά κατοχυρώσει την όποια διαφορετικότητα των πολιτών της, αλλά στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Τα προβλήματα που δημιουργούνται στους πολίτες που ανήκουν σε θρησκευτικές ή άλλες μειονότητες που εκφράζονται ή προσπαθούν να εκφράζονται δημόσια, βρίσκονται σε απόλυτη συνέχεια με το συνολικό «μπάχαλο» που επικρατεί στην πολιτεία και τη διοίκηση και είναι πάρα πολλά. Έχουν σχέση με το χάος και την αυτοαναίρεση των νόμων εξ αιτίας της πολυνομίας που υπάρχει, τη δημοσιοϋπαλληλική νομενκλατούρα η οποία έχει τους δικούς της νόμους και βρίσκεται στο απυρόβλητο από πλευράς ελέγχου της, αλλά και την εδραία κοινωνικά διαμορφωμένη θέση ότι «έλληνας πολίτης είναι μόνο ο ορθόδοξος έλληνας», κατά το παραφρασμένο «πας μη ελληνορθόδοξος βάρβαρος». Μπορεί βέβαια στη φάση αυτοί οι άθεοι να μην οδηγούνται στην «πυρά», αλλά μην είστε σίγουροι ότι είμαστε και πολύ μακριά απ’ αυτό!

Αν ο άθεος (προσοχή, όχι ο ένθεος αλλόθρησκος), ως ελάχιστη εμφανής μειοψηφία στην ελληνική πραγματικότητα σήμερα, τολμήσει να διαφοροποιηθεί ανοιχτά στην Α ή στη Β κοινωνική εκδήλωση ή ενώπιον κατώτερου ή μέσου ελληνικού δικαστηρίου αυτομάτως περιχαρακώνεται και αντιμετωπίζεται ανισότιμα αρνητικά.

Αμέσως γίνεται «μαύρο πρόβατο» και αυτομάτως μπαίνει συνολικά η ύπαρξή του σε κάποιου είδους μικροσκόπιο και κοινωνική… καραντίνα! Όταν μάλιστα ο άθεος εξαρτά την επαγγελματική ή κοινωνική επιβίωσή του από το στενό κοινωνικό περίγυρό του (απ’ τον οποίον «τόλμησε» να διαφοροποιηθεί), το πράγμα γίνεται επιθετικά αρνητικό. (Βεβαίως αυτού του είδους η αντιμετώπιση δεν είναι «προνόμιο» μόνο των άθεων.) Ο κυρίαρχος χριστιανικός φονταμενταλισμός που έχει διαπεράσει ως το μεδούλι τις κοινωνικές μας δομές, συνήθως καλυμμένος και πολλές φορές κι από μας τους ιδίους (ως άθεους) αποδεκτός – του προσδίδουμε εύκολα απλά κι ανώδυνα το χαρακτηρισμό του… ευτράπελου ή του κωμικού – δεν προσδοκά κανένα όφελος από τους άθεους, όπως προσηλυτισμό κ.λπ.

Ένας συνειδητοποιημένος φύσει και θέσει άθεος, κρινόμενος απ’ το ιερατείο, δε θα γίνει ποτέ χριστιανός, μουσουλμάνος ούτε τίποτα άλλο, άρα δε θα γίνει πότε «καλός και υπάκουος άνθρωπος»! Έτσι λοιπόν το ιερατείο θεωρεί ότι αυτές οι απόψεις των άθεων διαλύουν τα κοπάδια των «προς σφαγήν αμνών», δυναμιτίζουν τα θεμέλια της ευνομούμενης εγκόσμιας πολιτείας τους, την οποία, επικερδώς γι’ αυτούς, νέμονται εδώ και αιώνες.

Τίθενται λοιπόν οι αθεϊστικές απόψεις και όσοι εμφορούνται απ’ αυτές στο στόχαστρο. Ένας ιδιότυπος ρεβανσισμός εμφανίζεται και παίρνει τρομακτική μορφή στις ιδιαίτερα κλειστές κοινωνίες της επαρχίας όπου το «ελληνοχριστιανικό ιδεώδες» φαίνεται ότι πολύ καλά κρατεί ακόμα. Ένα τυχαίο μικρό παράδειγμα: Έχεις ένα φίλο που θέλει «σώνει και καλά» να παντρευτεί σε εκκλησία και θέλει να τον παντρέψεις εσύ. Τι κάνεις; Αν πεις στον παπά (εσύ ως κουμπάρος) ότι δεν είσαι χριστιανός, αυτομάτως δεν μπορείς να τον… παντρέψεις! Το φίλο σου όμως τον σέβεσαι και τον εκτιμάς. Θέλοντας να τον ευχαριστήσεις, υποκύπτεις ή όχι στον ηθικό εκβιασμό που σου επιβάλλει ο πάστορας και λες τελικά το… «πιστεύω εις ένα θεό»;!

Κι ας πούμε ότι στο μεγάλο αστικό κέντρο «τον γράφεις» τον παπά και του λες ψέματα (βεβαίως αυτόματα τίθεται το ερώτημα γιατί να υποχρεώνεσαι να πεις ψέματα για κάτι που πιστεύεις), αν όμως είσαι σ’ ένα μικρό επαρχιακό χωριό κι έχεις δηλώσει δημόσια άθεος, ούτε στο ναό δε θα σ’ αφήσει να μπεις που λέει ο λόγος αν δεν πεις το «ποίημα», γιατί ο παπάς σε γνωρίζει ήδη… προσωπικά!

Ένα άλλο καλό παράδειγμα για την ιδιότυπη ρεβανσιστική αντιμετώπιση των άθεων από την κοινωνία, είναι η θέση του άθεου γονέα σε σχέση με τα παιδιά του στο ελληνικό σχολείο. Ένα παιδί αβάπτιστο και ως εκ τούτου… άθεο (επαναλαμβάνω ότι δεν ισχύει το ίδιο για ένθεους αλλόθρησκους που τελούν εν δυνάμει πελάτες της κρατούσας θρησκείας), πέραν του ότι εξοστρακίζεται απ’ τον περίγυρό του, εξαναγκάζεται εντέχνως να μεταφέρει την περιρρέουσα στο σχολικό περιβάλλον ατμόσφαιρα στο σπίτι του.

Εμμέσως πλην σαφώς θέτει στην αθεϊστική οικογένεια ή το γονέα διλήμματα του τύπου: «Εσύ πατέρα και μητέρα με την αθεϊστική στάση σας ευθύνεστε για τη δική μου αντιμετώπιση απ’ το σχολικό και εν γένει περίγυρο μου! Γιατί εγώ είμαι διαφορετικό απ’ τα άλλα παιδιά κ.λπ. κ.λπ.» Τι κάνει στη περίπτωση αυτή ο κηδεμόνας γονέας;!

Το συνηθέστερο όλων που αναγκάζεται να κάνει μπροστά στην ψυχική και κοινωνική ισορροπία του παιδιού του είναι να… υποχωρήσει! Το βαπτίζει, το στέλνει στην εκκλησία κ.λπ., και επέρχεται τελικά… η ισορροπία του τρόμου.

Τα πράγματα τραγικοποιούνται περισσότερο αν το παιδί και η οικογένεια βρεθεί μπροστά σε οικογενειακά διλήμματα που διαμορφώθηκαν στη διάρκεια συμβίωσης της οικογένειας αφού οι άνθρωποι αλλάζουν και διαμορφώνονται στο χρόνο.

Ένα τέτοιο δίλημμα είναι ο ένας απ’ το γονεϊκό περιβάλλον να είναι ένθεος και ο άλλος άθεος. Εκεί τα πράγματα γίνονται κωμικοτραγικά ή σχιζοφρενικά για τα παιδιά και τους ιδίους τους συζύγους. Ο συζυγικός εκβιασμός στηριγμένος στο υπόβαθρο του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, συνεπικουρούμενος από τους εξομολόγους – συμβούλους – φτηνούς “ψυχοθεραπευτές”, οδηγεί πολλές φόρες σε μοιραίες συγκρούσεις. Τις περισσότερες βέβαια φορές υποχωρεί ο άθεος και επέρχεται ένας (ας τον πούμε) «σχιζοφρενικός συμβιβασμός».

Στη χαοτική πανθρησκευτική σημερινή πρωτεύουσα τα πράγματα που αφορούν την έκφραση της διαφορετικότητας στο θεϊσμό ή την αθεΐα είναι μάλλον λίγο καλύτερα.

Ας μη ξεχνάμε όμως ότι και ο άθεος του μεγάλου αστικού κέντρου δεν είναι… αυτοφυής! Έχει κι αυτός ένα στενό κοινωνικό περίγυρο που συνήθως αρκεί για να του ασκεί ασφυκτική πίεση και να μην του επιτρέπει να εκφράζεται ανοιχτά διαφορετικά απ’ το περιβάλλον που ζει. Π.χ.: Κάποιος απ’ τον περίγυρο του άθεου καλεί τον παπά να κάνει έναν αρραβώνα, ή έναν αγιασμό σε μια επαγγελματική στέγη, ένα ευχέλαιο, βρε αδελφέ, να ξορκίσει την κρίση των ημερών, στο γραφείο που εργάζεται κ.λπ. Κάθονται λοιπόν όλοι ένα γύρο, το γεγονός είναι στην ουσία του κοινωνικό, έρχεται όμως η παρουσία του εκπροσώπου του θεού επί της γης και το γεγονός μετατρέπεται σε… θρησκευτικό. Ως εκ τούτου θα κάνει όλος ο περίγυρος το σταυρό του ή θα σκύψει να προσευχηθεί στη… Μέκκα!

Ο άθεος τι θα κάνει; Θα αποφύγει την τελετή. Μα δεν είναι θρησκευτική τελετή, είναι μια εκδήλωση που στο βάθος της έχει κοινωνικό χαρακτήρα! Υποχρεώνεται λοιπόν, εμμέσως πλην σαφώς, να κάνει υποκρινόμενος το σταυρό του! Αν δεν τον κάνει μοιραία αυτοπροσδιορίζεται ως κάτι διαφορετικό απ’ τον περίγυρο-ομάδα του και απομονώνεται ποικιλοτρόπως! Ένας άθεος θα απολυθεί από έναν ένθεο εργοδότη πολύ ευκολότερα σε σχέση με έναν ένθεο συνάδελφό του, αν ο εργοδότης έχει να διαλέξει ποιον να διώξει ανάμεσα σε δυο εξίσου άξιους υπαλλήλους του.
Αυτοί οι διαρκείς ιδεολογικοί συμβιβασμοί στους οποίους υποχρεώνεται να υποκύπτει ένας ελεύθερος και περήφανος άνθρωπος του δημιουργούν μια εσωτερική αρνητική συσσώρευση συναισθημάτων η οποία διογκώνεται με τον καιρό κι έχει την ανάγκη να βρει …διέξοδο! Αυτή λοιπόν η εσωτερική ανάγκη που προέρχεται απ’ την πίεση που συσσωρεύεται, είναι το πρώτο που κατά τη γνώμη μου κυριαρχεί και δίνει απάντηση στο αρχικό ερώτημα γιατί οι άθεοι πολίτες αυτής της χώρας έχουν την ανάγκη να ενωθούν, να δημιουργήσουν ενιαία ομάδα με κοινές συνιστώσες, να βρουν στέγη, να αισθανθούν έστω μια ελάχιστη ασφάλεια στην ομάδα, να εκφραστούν ελεύθερα αθεϊστικά, να αποφορτιστούν εσωτερικά, και να μη ζουν ως… διχασμένες προσωπικότητες.

Πέρα απ’ το παραπάνω ζήτημα υπάρχουν και άλλα ακόμα επί μέρους σημαντικά. Η στενή σύνδεση και εν πολλοίς αλληλεξάρτηση των δυο κοινωνικών εταίρων, πολιτείας-θρησκείας, ενισχύει αυτά τα φαινόμενα που αποκτούν ανθρωπιστικές και νομικές διαστάσεις, όπως αυτές είναι γνωστές σε όλους μας.

Δημιουργούνται λοιπόν πολιτειακές διακρίσεις και νομικές στρεβλώσεις στην απόδοση δικαίου κ.λπ., που εξαρτώνται απ’ αυτήν την αλληλεξάρτηση θρησκείας–πολιτείας. Τη χειρότερη κοινωνική πίεση (ως την απόλυτη σύνθλιψη της προσωπικότητάς τους) δέχεται τεράστια μερίδα άθεων συνανθρώπων μας, αυτή των κοινωνικά και οικονομικά ασθενέστερων (πολίτες εξαρτημένης εργασίας, αυτοαπασχολούμενοι, μικροί επαγγελματίες, άνεργοι, άστεγοι, παιδιά κ.ά.).

Απαντώντας σε ένα ζήτημα που έθεσε ένας συνομιλητής μου στο forum «Εγώ στο επάγγελμα μου δεν αισθάνομαι ούτε πιεσμένος ως άθεος. Ούτε θέλω να αισθάνομαι παρακατιανός, παρίας, και να διαμαρτύρομαι διαρκώς για το πώς μου φέρονται οι απέναντί μου θρησκευόμενοι όταν δηλώνω άθεος. Εγώ θέλω να διεκδικώ και πετυχαίνω εν πολλοίς, την ίση μεταχείριση.»

Εγώ θα ‘λεγα στο συνομιλητή μου σήμερα: Σου εύχομαι πάντα να έχεις αυτήν την πολυτέλεια που σίγουρα όμως δεν έχουν όλοι οι άλλοι άθεοι γύρω σου! Όταν λοιπόν είναι φανερό ότι γύρω μας συνάνθρωποί μας βιώνουν αυτόν τον προσωπικό εκβιασμό ή τον αποκλεισμό, μπορούμε εμείς να μείνουμε αδιάφοροι; Αυτό λοιπόν τον επιτακτικό ρόλο αναλαμβάνει η Ένωση Άθεων.
Να προβάλει το πρόβλημα μαχητικά, να διεκδικήσει αυτήν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια στην έκφραση και τη διαφορετικότητα, παντοιοτρόπως και χωρίς διακρίσεις.

Τα μέλη της Ένωσης ως μια ενσυνείδητη προμετωπίδα αυτής της ομάδας των «δηλωμένων» ή «αδήλωτων» άθεων συνανθρώπων μας, που ζουν εσωτερικά στον κοινό περί της μη ύπαρξης θεού τόπο, πρέπει να αποδεχτούν, να ενστερνιστούν αυτόν το ρόλο και να υποστηριχτούν απ’ όλους μας, με όλους τους τρόπους, απέναντι σε εκβιασμούς ή ό,τι άλλο μεθοδευτεί εναντίον τους. Αν λοιπόν θα κατέληγα σε μια απάντηση στο αρχικό ερώτημα, αυτή είναι ότι οι αθεϊστικές απόψεις και η δυνατότητα των άθεων να εκφράζονται ελεύθερα και σε ισονομία μπορεί να επιτυγχάνεται βήμα–βήμα μέσα και απ’ τη δημοσιότητα.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο Comte de Toulouse, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.