Τι είναι τελικά η θρησκεία; Διαφορές θρησκείας-λατρείας

21 June 2011
Αρθρογράφος: Δήμος Χλωπτσιούδης
Κάθε εκτύπωση ή ανατύπωση του παρόντος πρέπει να φέρει το όνομα του συγγραφέα. Η αναγραφή του συγγραφέα αποτελεί στοιχειώδη αναγνώριση της προσπάθειας.


« Παράγοντες που στρέφουν τον άνθρωπο στη θρησκεία, τη λατρεία και την πίστη Ο ατομοκεντρισμός της θρησκείας »

Ως ορισμό της θρησκείας προτείνουμε το λατρευτικό σύνολο που απαρτίζεται από συγκεκριμένες τελετές στηριζόμενες σε ένα δόγμα και το οποίο υπερασπίζεται και υπηρετείται από ένα επαγγελματικό ιερατείο.

Με τον ανωτέρω ορισμό σαφώς και πολλές αρχαίες «θρησκείες» δεν ανταποκρίνονται στη λογική αυτή. Ουσιαστικά δεν πρόκειται για τίποτε άλλο παρά για λατρείες με κάποιο τελετουργικό. Ειδικά στην προϊστορική εποχή και την πρόσφατη ιστορική εποχή (από την παλαιολιθική ως το μεταίχμιο της Ιστορίας) ο ανθρώπινος πολιτισμός εφηύρε τις λατρείες.

Οι λατρείες αυτές απηχούσαν –πριν ακόμα ίσως αναπτυχθεί το γλωσσικό εργαλείο– ανάγκες της καθημερινότητας. Οι νεκροί έπρεπε να θάβονται ή να πετάγονται πολύ μακριά από τη σπηλιά, λόγω της δυσοσμίας της αποσύνθεσης και του κινδύνου μολύνσεων. Βεβαίως η μεταφορά ενός πτώματος σε μεγάλη απόσταση ήταν ιδιαιτέρως χρονοβόρα και συχνά επικίνδυνη, με αποτέλεσμα να προτιμηθεί η ταφή ή, σε κάποια μετέπειτα χρονική στιγμή, η καύση του νεκρού.

Η ανάπτυξη του γλωσσικού οργάνου έφερε με τον καιρό πολύ κοντά τα μέλη της φυλής. Στην παρούσα δεν έχει σημασία να αναλυθεί το αίτιο ανάπτυξης της γλώσσας και οι επιρροές που δέχτηκε. Ωστόσο, μία σημαντική παράμετρος που τη διαμόρφωσε ήταν η ανακάλυψη της φωτιάς και της χρήσης της σε σπήλαια. Αυτή εξάλλου είναι και η βασική αιτία που ο homo sapiens διέφερε τόσο πολύ από τα άλλα αγελαία ζώα. Η φωτιά είχε σαν συνέπεια να μεγαλώσει η μέρα, εφόσον πια στο σπήλαιο υπήρχε επαρκής φωτισμός, και θέρμαινε το χώρο· βασικές δηλαδή προϋποθέσεις προκειμένου να συνευρίσκονται όλοι μαζί και να συζητούν, εξελίσσοντας τη γλώσσα τους.

Βασικά στοιχεία των πρώτων αυτών συζητήσεων, εκτός από το κυνήγι της επόμενης μέρας, ήταν τα καθημερινά φυσικά φαινόμενα και μια σειρά λατρευτικών εθίμων που ακολούθησαν την πιθανή ερμηνεία τους. Γεγονότα πρωτοφανή που δεν είχαν τις γνώσεις να εξηγήσουν οδήγησαν στις θεϊκές ερμηνείες. Φυσικά φαινόμενα γνωστά, άλλα σπάνια και άλλα συνηθισμένα, από τα οποία όμως εξαρτώνταν τα μέλη της φυλής, οδήγησαν στην αναζήτηση αιτίων δημιουργίας τους σε θεϊκούς προγόνους. Τέτοιες αναζητήσεις και ερμηνείες θα οδηγούσαν σταδιακά στην καλλιέργεια λατρευτικών μορφωμάτων, όπως η ιεροτελεστία της ταφής και η θυσία ως μέσο να καταπραΰνουν τους θεούς. Ας σημειώσουμε ότι στα δύο αυτά στοιχεία στηρίζονται όλες οι λατρείες των σύγχρονων και αρχαίων θρησκειών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη νεολιθική πια εποχή είχαν αναπτυχθεί πλήρως και η γλώσσα (βασική προϋπόθεση) και οι λατρείες. Στον ελλαδικό χώρο (Σέσκλο, Διμήνι), και νωρίτερα στην ινδοευρωπαϊκή Ρωσία, παρατηρούμε πολλαπλές ταφές. Μάλιστα, στις τοποθεσίες της τελευταίας, υπάρχουν και ταφές αλόγων που υποδηλώνουν μία ιδιαίτερη λατρευτική αξία που είχε αυτό το ζώο ως όπλο και εργαλείο. Ωστόσο, οι τελετές δε φτάνουν προκειμένου μια λατρεία να μετατραπεί σε θρησκεία.

Ποιες οι διαφορές θρησκείας και λατρείας; Ποια η σημασία του δόγματος; Τι είναι δόγμα;

Ως δόγμα μπορούμε να ορίσουμε εκείνο το σύνολο λατρευτικών κι ερμηνευτικών αντιλήψεων το οποίο κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ούτε και να αλλοιώσει. Στην τελευταία περίπτωση ο αντιρρησίας θεωρείται ξένος και απομακρύνεται από τη λατρευτική διαδικασία. Ωστόσο, με το δόγμα ειδωλοποιείται η διατύπωση, το γράμμα του κειμένου, στο όνομα του γεγονότος ότι γράφτηκε από την ίδια τη θεότητα ή ότι υπαγορεύτηκε σε έναν προφήτη.

Στην Ελλάδα κάτι τέτοιο σαφώς και δεν υπήρχε πουθενά. Δεν υπήρχε ποτέ πρόβλημα –και δεν καταγράφτηκε κάτι– με όποιον είχε διαφορετική αντίληψη για το θείο από τους πολλούς ή αν πίστευε σε άλλο θεό. Οι αιρέσεις ήταν κάτι ανύπαρκτο στον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό. Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι η αθεΐα ήταν κατακριτέα σε σημείο να δικάζεται συχνά· ας θυμηθούμε ότι ο Σωκράτης αρχικά κατηγορήθηκε για αθεΐα (αυτή η κατηγορία περί καινών δαιμονίων).

Αντίθετα, στην Ανατολή καταγράφεται η ύπαρξη θρησκειών από την αρχή της εποχής του χαλκού. Τα δόγματα έχουν έντονη παρουσία ιδιαίτερα κατά τη δεύτερη χιλιετία, και κυρίως στην πλήρη εξέλιξή τους κατά την τελευταία χιλιετία πριν τη γέννηση του χριστιανισμού. Στην Αίγυπτο η διαφοροποίηση του δόγματος και της λατρείας έδωσε το έναυσμα στους ιερείς να πολεμήσουν και να ανατρέψουν τελικά το φαραώ Ακενατών. Αναλόγως παρατηρούνται αντιδράσεις σε αιρετικούς και αργότερα, τόσο στην Αίγυπτο όσο και στη Βαβυλώνα, και κυρίως στους Εβραίους μετά τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι θρησκείες της Ανατολής αρχίζουν να χάνουν τη δυναμική τους από την εποχή των κατακτήσεων του Αλέξανδρου και κυρίως κατά τα τέλη του Β΄ και τις αρχές του Α΄ αιώνα π.Χ. με το θρησκευτικό συγκρητισμό.

Έτσι, η διαφορά μεταξύ λατρείας και θρησκείας εντοπίζεται στην ίδια την οργάνωση. Στη λατρεία εντάσσεται ακόμα και η μυθολογία. Ωστόσο, το χριστιανισμό, για παράδειγμα, δεν τον έκανε θρησκεία η Ιησουίτικη μυθολογία, αλλά η οργάνωση της λατρείας του Γιαχβέ μέσω ενός δόγματος απαράβατου –αλλιώς μιλάμε για αιρέσεις και διώξεις– και το επαγγελματικό ιερατείο που του έχει άνωθεν εκχωρηθεί η δύναμη διαμεσολάβησης προς τη θεότητα. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για πολλές αρχαίες θρησκείες. Οι μωαμεθανικές απόψεις δεν θεωρούνταν θρησκεία μέχρι που γύρω από το όνομα του προφήτη του Ισλάμ οργανώθηκε ένα ιερατείο –από συγγενείς και φίλους– που κήρυττε τις ιδέες του και προσηλύτιζε Βεδουίνους υπό τον όρο της απαράβατης υπακοής στις εντολές του. Αναλόγως και στην αρχαία Αίγυπτο και στις θρησκείες των αρχαϊκών αυτοκρατοριών του Νέου Κόσμου.

Η λατρεία χαρακτηρίζεται από έναν “ερασιτεχνισμό” στις τελετές της, καθώς δεν διαθέτει μυστήρια (πλην ορισμένων εξαιρέσεων που μάλλον τείνουν σε θρησκείες — Πυθαγόρειοι κ.λπ.), αλλά απλά ήθη χοών ή βάφτισης με νερό χωρίς μυστηριακό χαρακτήρα. Ακόμα και η θυσία δεν ήταν μυστική, αλλά θεωρούνταν μία ουσιαστική διατροφική λειτουργία, απαραίτητη για να ζήσουν οι θεοί και να μη λιμοκτονήσουν. Στην Ελλάδα τρέφονταν από την τσίκνα της θυσίας και όχι το αίμα, όπως σε Εβραίους ή Ίνκας και Αζτέκους (βλέπε τους “όρνιθες” του Αριστοφάνη που έκλεισαν τον ουρανό και η τσίκνα δεν έφτανε στους θεούς που λιμοκτονούσαν). Η θρησκεία αυτό τον “ερασιτεχνισμό” (που θεωρώ ότι είναι ειλικρινέστερος και βαθύτερος λατρευτικά) τον αντικατέστησε με τα δογματικά μυστήρια ακόμα και σε απλές τελετές, όπως ο γάμος, η κηδεία και η βάφτιση ― που δηλώνει την είσοδο κάποιου στην κοινωνία. Μόνο μέσω των μυστηρίων αυτών μπορούμε να κατανοήσουμε τη θρησκεία και να την πλησιάσουμε και δογματικά. Θεωρείται ότι μόνο μέσω των μυστηριακών τελετών δίνεται η δυνατότητα στον πιστό να ταυτιστεί ή να πλησιάσει το θείο.

Τα δόγματα, διατηρώντας άμεση επαφή με τις θυσίες και τις διάφορες τελετές, προσπαθούν να εξευμενίσουν το θείο, αντιπαλεύοντας τις απειλές του φυσικού περιβάλλοντος, ή να αποκτήσουν την ευλογία του Όντος για καλύτερη διαβίωση. Θυσιάζοντας τους καλύτερους καρπούς της γης ή τα καλύτερα και γονιμότερα ζώα, ή ακόμα και εσωτερικεύοντας τη θυσία μέσα από μία διατροφική στέρηση (νηστεία), ένα σωματικό βασανιστήριο (αυτομαστίγωση) ή τη σεξουαλική αποχή και την προσευχή, ο άνθρωπος προσπαθεί να πλησιάσει το θείο φοβούμενος το γύρω κόσμο του. Είναι όμως και μία λογική επίδειξης συναισθημάτων, προκειμένου να δείξει ότι σέβεται το θεό, και να τον εξαγοράσει με την προσφορά δώρων. Ενίοτε, όπως στην Ελλάδα, τους Ίνκας και τους Αζτέκους, η δωροδοκία αποκτούσε μία διατροφική έννοια προς τους θεούς.

Όσο το ιερατείο ήταν αιρετό δεν αποτελούσε δογματικό μεσολαβητή, αλλά πρόσφερε εθελοντική εργασία χωρίς να έχει καμία εξουσία επί των πιστών. Με την επαγγελματικοποίησή του διατράνωνε τη μοναδική μεσολαβητική του ιδιότητα και πως μόνο αυτό είχε τούτο το δικαίωμα. Έτσι, σήμερα θεωρείται σε κάθε θρησκεία ότι όποιος στρέφεται κατά των εκπροσώπων της θεότητας (των ιερέων) στρέφεται και κατά του δόγματος και κατά της θρησκείας.

Διότι κατά τη θρησκεία κάθε εξουσία προέρχεται από το θεό (ή τους θεούς) και πηγάζει από αυτόν. Ανυπακοή σε κάποιον από αυτούς τους ανθρώπους σημαίνει εξέγερση κατά του θεού. Εξ ου και το εγκώμιο της υποταγής στην τάξη και την εξουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε θρησκευτικό δόγμα (και ορισμένων λατρευτικών δοξασιών) προτάσσει την υποταγή στην κοσμική εξουσία. Καμία θρησκεία –εκτός αν συγκρούονται τα κληρικά συμφέροντα– δεν επιδιώκει επαναστατική δραστηριότητα για την ανατροπή της κακής εξουσίας. Γοητεύοντας τους ισχυρούς, νομιμοποιώντας και αιτιολογώντας την ένδεια των εξαθλιωμένων, επιβάλλοντας καταναγκαστική εργασία προς τιμή του θεού ή του αυτοκράτορα-θεού, κολακεύοντας τους ανθρώπους που κρατούν το σπαθί, η θρησκεία συντροφεύει την κοσμική εξουσία, το Κράτος, προβάλλοντας ένα φανταστικό, έναν υποθετικό αντι-κόσμο. Έτσι, κλήρος και κράτος σχηματίζουν αυτό που ο Ανρί-Ιρενέ Μαρού ονομάζει ολοκληρωτικό Κράτος, αυτό που πάντα απέφευγε ο δημοκρατικός Τερζάκης.

Εξάλλου, η θρησκεία πάντα μέσω του δόγματος και της διδασκαλίας του έχει ιστορικά σαφή θέση για τη μεταθανάτια ζωή (Αίγυπτος, Βαβυλώνα, Ισραήλ, Ισλάμ, Χριστιανισμός, Ίνκας, Μάγια κ.λπ.) και τις σχετικές τιμωρίες ή επαίνους για την τίμια ή άτιμη αντιστρόφως επίγεια ζωή. Η λατρεία δεν είχε ανάγκη να στηρίζει κολάσιμες ή παραδείσιες καταστάσεις για τη μετά θάνατο ζωή (βλ. τοτεμισμός, ανιμισμός, σκιές του ελληνικού Άδη κ.λπ.) πλην εξαιρετικών καταστάσεων και ιδιαίτερων θεϊκών τιμωριών (Σίσυφος, Τάνταλος, κογιότ του Μανιτού κ.ά.τ.).

Ειδικά για τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες η έννοια του δόγματος και η προάσπισή του από τους επαγγελματίες διαμεσολαβητές του θεού έχει την έκφρασή της σε ένα και μόνο βιβλίο, πέραν από το οποίο ό,τι γράφεται και υποστηρίζεται αποτελεί αιτία αναθέματος. Ο μονοθεϊσμός, πάλι, θεωρείται η θρησκεία του ενός βιβλίου (άσχετα αν οι παυλικοί οπαδοί μισούν το βιβλίο των ρήσεων του Μωάμεθ ή την Τορά, οι μουσουλμάνοι κοροϊδεύουν τους οπαδούς του Εσταυρωμένου και πολεμούν τους απογόνους του Αβραάμ και οι τελευταίοι αντιμετωπίζουν με ειρωνεία τους χριστιανούς της Καινής Διαθήκης και βασανίζουν τους λάτρεις του Κορανίου, το Βιβλίο είναι ένα και κοινό στην ουσία του). Η κατάρτιση του Καταλόγου των Απαγορευμένων Βιβλίων του 16ου αιώνα και η Ιερά Εξέταση, οι πολυάριθμοι φετφάδες εναντίον μωαμεθανών συγγραφέων –που απλά χωρίς να είναι άθεοι διαφωνούν με τους ιμάμηδες– και οι αναθεματισμένοι διαφωνούντες με την Τορά Εβραίοι, φτωχαίνοντας τη σκέψη των πιστών τους, αποδεικνύουν το φανατισμό και τη συμπύκνωση ενός θρησκευτικού δόγματος μόνο σε αυτά.

Συνέχεια…


Το άρθρο αποτελεί μέρος του δοκιμίου Αντιθρησκευτικές αναζητήσεις: δόγμα, λατρεία, ατομοκεντρισμός, εσχατολογία και έχει δημοσιευτεί σε προγενέστερη μορφή του στο ιστολόγιο Ο δείμος του πολίτη, όπου γίνεται και ο σχολιασμός.