Αποχαιρετισμός στη θρησκευτική πίστη (31)

13 March 2012
Αρθρογράφος: Αναστασία Ν., 37 ετών, Ιδ. Υπάλληλος, παντρεμένη, μητέρα.


Δεν είμαι διαφορετική, απλά είμαι Άθεη

Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι ήμουν διαφορετική! Μεγάλωσα σε μία τυπική (βαρετή) μικροαστική οικογένεια. Γονείς δημόσιοι υπάλληλοι, τρία παιδιά, σπίτι σε καλή συνοικία της πόλης. Στο σχολείο κάναμε προσευχή το πρωί αλλά στο σπίτι όχι, ποτέ δεν σκέφτηκα πως ήταν περίεργο. Η γιαγιά μου έκανε τον σταυρό της πριν το φαγητό αλλά εμείς όχι, ούτε αυτό μου φάνηκε περίεργο.

Στο σπίτι τρώγαμε κρέας όποτε θέλαμε και πηγαίναμε στην εκκλησία μόνο το Πάσχα, και αυτό στις 12 παρά πέντε τα μεσάνυχτα με 12 και πέντε. Στα 7 μου χρόνια η δασκάλα στο σχολείο μάς είπε πως, αν προσευχόμαστε καθημερινά, ο Θεός ακούει τις προσευχές μας. Την ίδια περίοδο πέθανε o παππούς μου, τον αγαπούσα πάρα πολύ και μου έλειπε. Άρχισα τότε να προσεύχομαι κάθε βράδυ με μία δικής μου έμπνευσης προσευχή που παρακαλούσε να είμαστε όλοι καλά και να ζήσουμε πολλά χρόνια.

Στο σπίτι συνεχίσαμε να μην προσευχόμαστε και να τρώμε ότι θέλαμε, όποτε θέλαμε. Εξακολουθούσαμε να μην κάνουμε τον σταυρό μας, ποτέ. Πηγαίναμε σε γάμους και βαφτίσια και κάναμε το σήκω-κάτσε μηχανικά, δεν καταλάβαινα τι λέγανε στους γάμους και δεν με ένοιαζε κιόλας.

Η καλύτερή μου φίλη δεν μπορούσε να παίξει μαζί μου τις Κυριακές γιατί πήγαινε στην εκκλησία και μετά στο κατηχητικό. Δεν ενδιαφερόμουν ιδιαίτερα για κανένα από τα δύο.

Σαν παιδί ήμουν βιβλιοσκώληκας, διάβαζα ό,τι έπεφτε στο χέρι μου, ανάμεσά τους τα βιβλία του Ιουλίου Βερν, το «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο άνθρωπος», βιβλία του Ντίκενς και του Λουντέμη ανακατεμένα. Ευτυχώς στο σπίτι μας είχαμε μεγάλη βιβλιοθήκη και οι γονείς μου ενθάρρυναν το πάθος μου.

Στα 9 μου χρόνια διάβασα το βιβλίο «Ένα Παιδί Μετράει τ’ Άστρα». Η φιγούρα του κακεντρεχούς και πανάσχημου παπά μου έκανε φοβερή εντύπωση, που μασάει τα γένια του όταν θυμώνει και εξαπολύει κεραυνούς πίστης, όταν στην έκθεση του πρωταγωνιστή η ετοιμοθάνατη δεν θέλει τη μετάληψη που «φέρνει θάνατο» αλλά τη λεμονάδα. Ο παπάς που έβλεπα στη γειτονιά μας ήταν σχετικά νέος και χάιδευε τα παιδάκια στο κεφάλι όταν του φιλούσαν το χέρι.

Την επόμενη χρονιά στο σχολείο, την ώρα της βιολογίας, μία συμμαθήτριά μου ρώτησε, «Αν η βιολογία λέει πως προερχόμαστε από τον πίθηκο και τα θρησκευτικά λένε πως μας έφτιαξε ο Θεός, τι πρέπει να πιστεύουμε;» Ο δάσκαλος δεν το σκέφτηκε ούτε στιγμή. «Τα θρησκευτικά». ΑΜΑΝ!! Μου φάνηκε τελείως παράλογο ότι μας έφτιαξε ο θεός, δηλαδή πώς, όπως ο ταχυδακτυλουργός βγάζει το κουνέλι από το καπέλο; Άσε που ήμαστε μεταξύ μας τελείως διαφορετικοί, αν μας έφτιαξε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, πόσες εικόνες είχε;

Εκείνη την εποχή είχα ξεκοκαλίσει ήδη τη σειρά «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο άνθρωπος», και η εξήγηση που έδιναν τα βιβλία και η σειρά μου φαινόταν περισσότερο πιθανή και λογική.

Αλλά, όπως κάθε φυσιολογικό δεκάχρονο, ρώτησα την πιο καλή μου φίλη και η απάντηση με άφησε άφωνη. «Ο θεός μας έπλασε. Αν δεν πιστεύεις στον θεό, πας στην κόλαση και δεν βλέπεις ποτέ ξανά την οικογένειά σου». Δεν με τρόμαξε ιδιαίτερα αυτό που είπε, αλλά με τη σοφία που μας δίνουν τα 10 χρόνια μας αποφάσισα πως ήταν καλύτερα να μην ξαναθίξω το θέμα, είτε στην τάξη είτε εκτός. Σαν παιδί ήμουν λίγο αμήχανη κοινωνικά και δεν ήθελα να δώσω περισσότερες ευκαιρίες στα άλλα παιδάκια για να μη με παίζουν.

Fast forward και είμαι πλέον στο Λύκειο, o Θρησκευτικός είναι και παπάς, δογματικός μεν, συζητήσιμος δε. Παντρεμένος και με τρία παιδιά και χοντρός σαν έγκυος σε δίδυμα. Μας εκθειάζει τα καλά της νηστείας με παραδείγματα από τον εαυτό του. «Εγώ ζήτημα να τρώω 10 φορές το χρόνο κρέας, το Πάσχα μόνο λίγο ψαχνό από το αρνάκι.» Τον κοιτάω και σκέφτομαι, «Και την κοιλάρα που κοντεύει να σκίσει το ράσο την έκανες με μαρουλάκια;».

Στην παράδοση σφαζόμαστε, έχει σύστημα να ορίζει ομάδες που παρουσιάζουν περιλήψεις του μαθήματος της επόμενης ημέρας στην τάξη. Μου πέφτουν οι άθεοι και γίνεται χαμός. Έκανα μία παρουσίαση που ανέφερε πως τα επιχειρήματα των άθεων δεν είναι παράλογα. Το βιβλίο ανέφερε ως χαρακτηριστικούς άθεους τους Μαρξ-Νίτσε-Φρόυντ Αναφέρθηκα με ΠΟΛΥ θετικά σχόλια και στους τρεις, ειδικότερα στον Νίτσε. Ο Θεολόγος με άφησε να τελειώσω την παρουσίαση, αλλά προσπάθησε να ανασκευάσει όσα είχα πει, ανέφερε τη Σοβιετική Ένωση (θα υπήρχε για κανένα χρόνο ακόμη) ως αποτέλεσμα της αθεΐας του Μαρξ, και το βιβλίο “Τάδε Έφη Ζαρατούστρα” ως το εγχειρίδιο του … Ζωροαστρισμού (ακόμα γελάω).

Φυσικά έπεσε και λίγος Χίτλερ στην κουβέντα μαζί με τον Νίτσε, όταν είπα πως ο Χίτλερ ήταν θρησκευόμενος και ο Στάλιν φοιτητής σε θεολογική σχολή. Μου απάντησε πως “μετά” έχασαν την πίστη τους και έκαναν ό,τι έκαναν. Οι περισσότεροι συμμαθητές μου έκαναν ερωτήσεις του τύπου, πού βρίσκονται τώρα οι Μαρξ και Νίτσε και Φρόυντ, στην κόλαση; Δεν ήταν κακοί άνθρωποι, απλώς δεν πίστευαν στο Θεό. Ο καθηγητής απάντησε, ευτυχώς: “Ο θεός κρίνει και δεν μπορούμε να ξέρουμε την κρίση του”. Δεν θυμάμαι πια ολόκληρη τη συζήτηση, αλλά ήταν από τις μέρες που το κουδούνι χτύπησε γρήγορα και ο καθηγητής την κοπάνησε από την τάξη σε χρόνο dt.

Αλλά ακόμα δεν έχω βρει τον δρόμο μου. Τελειώνω το Λύκειο και αρχίζω να δηλώνω αγνωστικίστρια. Γλιτώνω τις πολλές, δύσκολες ερωτήσεις, ψάχνομαι κιόλας ακόμα, δεν πιστεύω στη χριστιανική θρησκεία αλλά δεν έχω αποκλείσει και την ύπαρξη «θεού».

Μερικά χρόνια μετά, ψάχνοντας στο Internet για συμβουλές για προβλήματα ύπνου των μωρών, πέφτω επάνω σε ένα forum από οικογένειες με άθεους και αγνωστικιστές γονείς. Εκεί αρχίζει ο πραγματικός αποχαιρετισμός για εμένα. Συνειδητοποιώ πως μπορείς να είσαι άθεος και να ζεις μια πλήρη, ευτυχισμένη και ηθική ζωή και, το κυριότερο, δεν χρειάζεται να κρύβεσαι ούτε να δηλώνεις Χ.Ο. για να μην σε κακοχαρακτηρίσουν, μπορώ να πω με θάρρος πως είμαι άθεη, γιατί αυτό είμαι.

Είμαι σίγουρη πως δεν υπάρχει θεός, έχω πια ωριμάσει συναισθηματικά και κοινωνικά, και όλα τα παραθυράκια και τα what if… έχουν κλείσει, έχω περάσει αρκετό καιρό έξω από την προστατευτική φούσκα της οικογένειας, έχω πλέον δική μου γνώμη για την κοινωνία, τη θρησκεία, τον κόσμο και τον θεό, ή μάλλον την ανυπαρξία θεού.

Ο οριστικός αποχαιρετισμός έγινε το 2009, μία απλή επέμβαση ρουτίνας τελικά δεν ήταν αυτό που φαινόταν, και καταλήγω για τρεις μέρες σε κώμα με διάγνωση χρόνιο αυτοάνοσο νόσημα του εντέρου. Εκεί μου φεύγει και ο τελευταίος φόβος που είχε σχέση με τη θρησκεία, ο φόβος του θανάτου.

Μετά από τρεις ημέρες σε κώμα συνειδητοποίησα πως αν πεθάνω, η Γη θα συνεχίσει να γυρίζει, ο κόσμος θα συνεχίσει να ζει, τα όποια προβλήματα αντιμετωπίσει η οικογένειά μου δεν θα είναι δικά μου. Δεν θα μπορώ να τα λύσω, αλλά δεν θα τα ξέρω κιόλας, η απώλεια της συνείδησης θα είναι ολοκληρωτική. ΔΕΝ σκέφτομαι άρα ΔΕΝ υπάρχω, τέλος!

Ανακαλύπτω πως αυτή είναι μία προοπτική που μπορώ να αντέξω, δεν είμαι πιο δυνατή, απλώς είδα το μετά και δεν είναι τρομακτικό, είναι ένα… τίποτα. Σήμερα μαθαίνω ακόμα να ζω με το χρόνιο νόσημα που έχω, εξακολουθώ να απολαμβάνω τα μικρά πράγματα χωρίς ενοχές, μία αγκαλιά από τα παιδιά μου, ένα ανέκδοτο με τον άντρα μου, ένα ζεστό τσάι μία κρύα νύχτα.

Δεν χρειάζομαι τον ουράνιο μπαμπάκα για να δώσει νόημα στη ζωή μου, ούτε τη μετά θάνατον ανταμοιβή, ούτε τον φόβο της κόλασης για να μην κάνω «κακές πράξεις». Η ζωή είναι ωραία όπως είναι, και μπορώ να τη χαρώ χωρίς πνευματικά δεκανίκια.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο sfrang, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.