Περί υποκρισίας και μακαρονιών συνέχεια

9 April 2012
Αρθρογράφος: Σώτη Τριανταφύλλου

Το άρθρο είναι ανταπάντηση της αρθρογράφου στην απάντηση που εξέδωσε η Συνοδική Επιτροπή Τύπου, Δημοσίων Σχέσεων και Διαφωτίσεως της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας στο αρχικό της άρθρο “Υποκρισία και μακαρόνια”.


Αρχίζω αυτό το αρθρίδιο με μια απλή δήλωση προκειμένου να συνεννοηθούμε ευκολότερα: δεν έχω καμιά θρησκεία, δεν πιστεύω σε καμιά θεϊκή δύναμη, αλλά, όπως κάθε εχέφρων άνθρωπος, σέβομαι το θρησκευτικό αίσθημα. Επίσης, αν έχει κάποια σημασία, ο παππούς μου, τον οποίον λάτρευα, ήταν ένας νηφάλιος και σοφός θεολόγος. Τώρα, σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε: «Η εκκλησιαστική περιουσία είναι ένας μύθος», μας λένε οι ιεράρχες ενώ ο κ. Βενιζέλος διαβεβαιώνει τον αρχιεπίσκοπο πως η εκκλησιαστική περιουσία δεν πρόκειται να ενταχθεί στο Ταμείο Δημόσιας Περιουσίας και η μισθοδοσία των κληρικών θα εξακολουθήσει να επιβαρύνει τους φορολογουμένους.

Επιμένω ότι η Εκκλησία δεν φορολογείται για το σύνολο της περιουσίας της. Παρότι αυτή η φορολόγηση αποτελεί ευρωπαϊκό αίτημα (ήδη η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία προωθεί σχετικά μέτρα έναντι της Καθολικής Εκκλησίας) η εκκλησιαστική περιουσία παραμένει ασαφής. Στην Εκκλησία της Ελλάδος, σε άλλα Ορθόδοξα Πατριαρχεία, σε ναούς και μοναστήρια ανήκουν χιλιάδες στρέμματα δασών, μετοχές, καταστήματα, οικόπεδα, διαμερίσματα και εμπορικά κέντρα τα περισσότερα από τα οποία δεν δηλώνονται. Οι εκκλησιαστικές επενδύσεις περιλαμβάνουν την κατασκευή και ενοικίαση ακινήτων (όπως ξενοδοχεία στο κέντρο της Αθήνας), την ενοικίαση γαιών και την αγορά μετοχών της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Πειραιώς και της Τράπεζας της Ελλάδος. Το 2007 η Εκκλησιαστική Κεντρική Οικονομική Υπηρεσία είχε 5.947.492 μετοχές της Εθνικής Τράπεζας, ενώ, το 2008, με την πτώση του χρηματιστηρίου, αγόρασε 1.600.000 μετοχές και το μερίδιό της έφτασε στις 7.785.405 μετοχές. Επιπροσθέτως, στην Τράπεζα Πειραιώς διαθέτει 391.155 χιλιάδες μετοχές, καθώς και 13.086 στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Ο αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος και οι οικονομικοί του συνεργάτες επισημαίνουν την ανάγκη αποδέσμευσης της εκκλησιαστικής περιουσίας ώστε να αναπτυχθεί το φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο της Εκκλησίας. Πράγματι υπάρχουν εκτάσεις που η Εκκλησία δεν μπορεί να αξιοποιήσει επειδή αμφισβητούνται οι τίτλοι κυριότητας. Το αποσαφηνίζουμε: το «κράτος» δεν είναι ο «καλός» μπροστά στην «κακή» εκκλησία· ο κρατικός μηχανισμός και η εκκλησία αλληλοσυμπληρώνονται εμφανίζοντας παρόμοια χαρακτηριστικά: σκάνδαλα (Βατοπαίδι, υπόθεση «σάπια κοτόπουλα»), κακοδιαχείριση, σπατάλες… Σήμερα, η Εκκλησία προσπαθεί να αξιοποιήσει τέσσερις εκτάσεις μεγάλης αξίας που διαθέτει στην Αττική, για ορισμένες από τις οποίες αναμένονται προεδρικά διατάγματα για αλλαγή χρήσης γης:

  1. Στο Κολωνάκι ένα οικόπεδο 11 στρεμμάτων
  2. Στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, η Εκκλησία βρέθηκε σε αντιδικία με τον Δήμο Αθηναίων για οικόπεδο έκτασης τριών στρεμμάτων, δικαιώθηκε στα δικαστήρια και σχεδιάζει την κατασκευή πάρκινγκ και κτιρίου γραφείων
  3. Στη Βουλιαγμένη η Μονή Πετράκη διαθέτει 200 στρέμματα. Η Εκκλησία, μετά από αντιδικία με τον Δήμο, δικαιώθηκε στα δικαστήρια επί αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου…
  4. Στον Βαρνάβα κατέχει 130 στρέμματα.

Σχεδόν σε όλους τους νομούς της χώρας υπάρχουν δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις που ανήκουν είτε σε μοναστήρια είτε στην Κεντρική Οικονομική Υπηρεσία της Εκκλησίας. Σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση, σε εκκλησιαστικούς οργανισμούς ανήκουν (μέσες-άκρες):

  1. Νομός Χαλκιδικής: 86.330 στρέμματα δάσους και 2.300 στρέμματα λιβαδιών – ιδιοκτησία μονών του Αγίου Ορους, καθώς και άλλα 8.340 στρέμματα δάσους που ανήκουν σε άλλο μοναστήρι του Οικουμενικού Πατριαρχείου
  2. Νομός Τρικάλων: 41.110 στρ. δάσους και 22.840 στρ. λιβαδιών
  3. Νομός Μαγνησίας: 31.460 στρ. δάσους και 3.340 στρ. λιβαδιών
  4. Νομός Αττικής: 33.860 στρ. δάσους και 20.570 στρ. λιβαδιών
  5. Νομός Αχαΐας: 20.670 στρ. δάσους και 1.060 στρ. λιβαδιών
  6. Νομός Ευβοίας: 17.890 στρ. δάσους και 2.120 στρ. λιβαδιών
  7. Νομός Κορινθίας: 15.310 στρ. δάσους και 20.179 στρ. λιβαδιών
  8. Νομός Φωκίδας: 9.980 στρ. δάσους και 1.050 στρ. λιβαδιών.

Συνεχίζω αυτό το βαρετό αλλά απαραίτητο πράγμα που κάνω: η Μονή Φλαμουρίου Μαγνησίας διαθέτει δύο δάση, ανάμεσα στα οποία είναι χτισμένα δύο χωριά του Νομού Μαγνησίας· έχει στην κυριότητά της καλλιεργήσιμη γη και πολυκατοικίες στον Βόλο· η Μονή Οσίου Λουκά διαθέτει ιδιόκτητο ξενοδοχείο στην Αθήνα, αγρόκτημα και εκατοντάδες στρέμματα χωραφιών· η Μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος Μετεώρων κατέχει δασικές εκτάσεις, χωράφια και πολυκατοικίες στην Αθήνα, στα Τρίκαλα και στην Καλαμπάκα· η Μονή Ασωμάτων Πετράκη μετοχές, σπίτια, καταστήματα και δεκάδες στρέμματα στη Βουλιαγμένη. Συνεχίζω!… Στα Καλάβρυτα οι δύο μονές Αγίας Λαύρας και Μεγάλου Σπηλαίου διαθέτουν ακίνητα, χωράφια και οικόπεδα ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει μεγάλες επενδύσεις: ξενοδοχείο και συνεδριακό κέντρο.

Η τελευταία προσπάθεια του κράτους να διαχειριστεί την τεράστια μοναστηριακή και εκκλησιαστική περιουσία έγινε το 1988, όταν η κυβέρνηση με τον νόμο του Αντώνη Τρίτση αποπειράθηκε να αξιοποιήσει τη μοναστηριακή περιουσία. Η Εκκλησία την κατήγγειλε ότι δημεύει τα κτήματά της και το θέμα έκλεισε μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο επικαλούμενο τη Σύμβαση της Ρώμης κάλεσε το κράτος είτε να επιστρέψει στις μονές την περιουσία τους είτε να τις αποζημιώσει.

Σχετικά με το κοινωνικό έργο: η Εκκλησία έχει φροντίσει ώστε κανείς να μην ξέρει ακριβώς πόσο είναι το κοινωνικό της έργο, πώς ακριβώς συντελείται, σε πόσους και ποιους απευθύνεται… Το 1998 η κυβέρνηση Σημίτη επιχείρησε να καταγράψει αυτό το κοινωνικό έργο, στο πλαίσιο της καταγραφής όλων των δαπανών κοινωνικής προστασίας και με στόχο να εντοπιστούν τα μεγαλύτερα κενά ώστε να καλυφθούν.

Η Εκκλησία, όχι μόνον δεν ευνόησε αυτή την απόπειρα να καταγραφεί και να μετρηθεί (και ίσως να αξιολογηθεί) η κοινωνική της προσφορά, αλλά εμπόδισε την «εκδιαφάνιση». Μετά από πολλές περιπέτειες, δημοσιεύτηκαν κάποια στοιχεία: το 1998 η Εκκλησία συνεισέφερε κοινωνικό έργο με δαπάνη 50,2 εκατομμύρια δρχ. (σε σύνολο κοινωνικών δαπανών 8.669,2 δις), δηλαδή το 0,6% του συνόλου της κοινωνικής προστασίας και μάλιστα σε συνεργασία με 79 μη κυβερνητικές οργανώσεις. Άρα, δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι αντικαθιστά το κράτος προνοίας! Η αποτίμηση έγινε από τη Στατιστική Υπηρεσία (ΕΣΥΕ) και ήταν μια «χοντρική» πρώτη ανάγνωση – με την ελπίδα ότι θα οδηγούσε σε πληρέστερη καταγραφή, η οποία όμως δεν έγινε ποτέ.

Κύρια πηγή πληροφοριών ήταν η ετήσια έκδοση της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπου η φιλόπτωχη δραστηριότητα καταλαμβάνει μικρότερο χώρο από την προβολή των ιερών και «θαυματουργών» λειψάνων. Η Εκκλησία προτίμησε να αναδείξει το έργο της με τη μορφή αναμνηστικών φωτογραφιών σε ευλαβικές πόζες: η μοναδική ετήσια έκδοση είναι το «Δίπτυχο της Εκκλησίας της Ελλάδος» όπου προβάλλεται το βιογραφικό και η φωτογραφία του κάθε μητροπολίτη, απαριθμούνται τα ιερά λείψανα, καθώς και τα ιδρύματα κοινωνικής προστασίας (π.χ. ορφανοτροφεία) χωρίς καμιά ένδειξη του έργου που επιτελείται.

Διαφάνεια μηδενική, αποτελεσματικότητα άγνωστη: η Εκκλησία κατέχει πλήθος χέρσες εκτάσεις και έχει εμπλακεί σε κάμποσες αποτυχημένες επιχειρήσεις – η οικονομική διαιχείριση δεν είναι το φόρτε της. Επίσης, παρότι είναι μεγάλος εργοδότης, το κράτος πληρώνει, όπως προαναφέραμε, τους κληρικούς (και τις ανύπανδρες κορασίδες των κληρικών!), ενώ τα υψηλά κλιμάκια της ιεραρχίας χρησιμοποιούν το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας για να αποκτήσουν πολιτικό βήμα. Παραλλήλως, η Εκκλησία μεγεθύνει την εντύπωση του έργου της, φροντίζοντας ταυτοχρόνως να μην καταγράφεται πουθενά: πίστευε και μη ερεύνα!

Καθώς μπαίνουμε σε φάση πτώχευσης, οι εκκλησιαστικές αγαθοεργίες (θα επιμείνω ότι τα προβλήματα δεν λύνονται με αγαθοεργίες ακόμα κι αν τα μακαρόνια δεν είναι νερόβραστα) χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο της κοινωνικής πολιτικής. Η απαγόρευση του ψεύδους είναι η ένατη από τις Δέκα Εντολές, η Εκκλησία όμως διαπρέπει στις ψευδείς διαδόσεις: στην παπαδοχώρα όπου ζούμε εκλαμβάνονται ως η απόλυτη, θεάρεστη αλήθεια.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στη διαδικτυακή εφημερίδα ATHENS voice, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.