[Απκ] 1γ. Η Μανιχαϊστική Απαγωγή

25 May 2012

Αρθρογράφος: Ebonmuse
Μετάφραση: Evan T


« Προηγούμενο Άρθρο [1β]
• Περιεχόμενα Επόμενο άρθρο [1δ] »

Σ’ αυτή την ενότητα θα ήθελα να προτείνω μια τελική επίθεση στο οντολογικό επιχείρημα που, απ’ όσο γνωρίζω, είναι εντελώς νέα. Αυτή η επίθεση είναι ένα παράδειγμα απαγωγής σε άτοπο (κατάρριψη μέσω αντίφασης) και γι’ αυτό, για λόγους που ελπίζω πως θα γίνουν σαφείς σύντομα, την ονομάζω “μανιχαϊστική απαγωγή”.

Ένας σύγχρονος του Άνσελμου, ονόματι Gaunilo, πρότεινε μία από τις πρώτες και ίσως ισχυρότερες απαντήσεις στο οντολογικό επιχείρημα με ένα άλλο παράδειγμα εις άτοπον απαγωγής. Χρησιμοποιώντας την ίδια λογική με τον Άνσελμο, πρότεινε την ύπαρξη ενός “τέλειου νησιού”, του οποίου ανώτερο δεν μπορεί να συλληφθεί, και συνέχισε συμπεραίνοντας ότι ένα τέτοιο νησί πρέπει να υπάρχει γιατί ένα τέλειο νησί που υπάρχει πραγματικά είναι πολύ ανώτερο από ένα που υπάρχει μόνο στη φαντασία. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε την ίδια λογική για να αποδείξουμε την ύπαρξη ενός τέλειου οτιδήποτε: το υπέρτατο σάντουιτς, το υπέρτατο στυλό κ.ο.κ.

Οι απαντήσεις των υποστηρικτών του οντολογικού επιχειρήματος είναι τουλάχιστον μπερδεμένες. Οι περισσότεροι υποστηρίζουν πως η αναλογία δεν είναι ορθή, αλλά χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν επαρκώς το γιατί. Μερικοί υποστηρίζουν ότι η έννοια ενός “υπέρτατου” δυνατού αντικειμένου πέρα από τον Θεό στερείται νοήματος και είναι συνεπώς αδύνατη, επειδή όσο καλό κι αν είναι ένα νησί, σάντουιτς ή στυλό, μπορούμε πάντα να συλλάβουμε ένα καλύτερο (αλλά γιατί δεν ισχύει το ίδιο και για τον Θεό; [ΣτΜ: άλλωστε ορίσαμε ότι το “υπέρτατο νησί” είναι εκείνο του οποίου ανώτερο δεν μπορεί να συλληφθεί]). Ωστόσο, η Μανιχαϊστική Απαγωγή είναι μια ενισχυμένη μορφή της επίθεσης του Gaunilo, που ούτε αυτές οι αδύναμες κριτικές δεν μπορούν να αγγίξουν. Στον πυρήνα βρίσκεται μια απλή σύλληψη: γιατί πρέπει το “ανώτερο” να ορίζεται βάσει του ηθικού “καλού”;

Ας υποθέσουμε πως προσπαθούμε να συλλάβουμε το πιο τέλεια αγαθό ον που μπορούμε να φανταστούμε και λέμε, όπως κάνουν και οι υποστηρικτές του οντολογικού επιχειρήματος, ότι ένα τέτοιο ον υπάρχει γιατί ένα τέτοιο ον που υπάρχει στ’ αλήθεια είναι ανώτερο ενός που υπάρχει μόνο στη φαντασία. Αλλά τώρα ας υποθέσουμε πως προσπαθούμε να συλλάβουμε το πιο μοχθηρό ον που μπορούμε να φανταστούμε. Με τη λογική του οντολογικού επιχειρήματος δεν πρέπει να υπάρχει και αυτό το ον; Άλλωστε, ένα μοχθηρό ον που υπάρχει στ’ αλήθεια είναι σίγουρα ανώτερο από ένα μοχθηρό ον που υπάρχει μόνο στη φαντασία.

Με την ίδια λογική, που οδηγεί το παραδοσιακό οντολογικό επιχείρημα να συμπεράνει πως το τέλεια αγαθό ον πρέπει να είναι πάνσοφο και παντοδύναμο, μπορούμε να συμπεράνουμε πως και αυτό το τέλεια μοχθηρό ον έχει τις ίδιες ιδιότητες. Ένα μοχθηρό ον με παντοδυναμία σίγουρα είναι πιο τέλειο από ένα πεπερασμένο, αφού θα μπορούσε να υποβάλει τα θύματά του σε άπειρη οδύνη. Και ένα μοχθηρό ον που είναι πάνσοφο σίγουρα είναι πιο μοχθηρό από ένα που δεν θα μπορούσε να ξέρει και να απολαμβάνει πόσο κακό προκαλεί. Άρα με τη λογική του οντολογικού επιχειρήματος μόλις “αποδείξαμε” πως δεν υπάρχει ένας, αλλά δύο θεοί. Κάθε ένας άπειρος, κάθε ένας πάνσοφος, κάθε ένας παντοδύναμος, αλλά που ο καθένας επιθυμεί το ακριβώς αντίθετο από τον άλλο σε κάθε περίπτωση (που προκύπτει από τους ορισμούς του τέλεια αγαθού και τέλεια μοχθηρού).

Αλλά αυτό είναι αδύνατο. Δεν μπορούν να υπάρχουν δυο παντοδύναμα όντα με αντίθετες επιθυμίες, αφού σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν οι επιθυμίες και των δύο· η επιθυμία του ενός τουλάχιστον δεν θα πραγματοποιούνταν και αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τουλάχιστον ένα δεν είναι παντοδύναμο. Ωστόσο το οντολογικό επιχείρημα μας οδηγεί αδιαμφισβήτητα σ’ αυτή την αδύνατη κατάσταση. Συνεπώς, αφού το χρησιμοποιήσαμε για να καταλήξουμε σε μια αντίφαση, το οντολογικό επιχείρημα πρέπει να είναι λανθασμένο.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο On the way to Ithaca, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.