Αποχαιρετισμός στη θρησκευτική πίστη (50)

27 March 2013
Αρθρογράφος: Ελένη Μ., 26 ετών, από τον Πειραιά, ξενοδοχοϋπάλληλος.


Αρκεί να διαβάσεις το σωστό βιβλίο!

Μεγαλωμένη σε μια τυπική ελληνική οικογένεια, από γονείς τυπικά θρήσκους, δεν άργησα ιδιαίτερα να αποδεσμευτώ… αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.

Βαφτίστηκα όπως όλα τα παιδάκια πριν γίνω ενός έτους καλά καλά. Φυσικά στο σχολείο ήμουν πρώτη στα θρησκευτικά, πήγαινα κατηχητικό και ομολογώ ότι μου άρεσε κιόλας –το σταμάτησα μόλις στα 16.
Χορεύαμε παραδοσιακούς χορούς, παίζαμε χριστιανικά θεατρικά έργα (έχω διαπρέψει ως άγγελος) και φυσικά οι κατηχήτριές μας κάθε Σάββατο μας έλεγαν ωραίες ιστορίες με ηθικά διδάγματα. Θυμάμαι μας υποχρέωναν να φοράμε φούστες, αλλά εγώ δεν φόραγα καθότι ολίγον στρουμπουλή δεν με κολάκευαν και το ένιωθα…

Παρόλο που, όπως προείπα, οι γονείς μου δεν ήταν τρελαμένοι με τη θρησκεία, είχα μια θεία και μια γιαγιά πολύ φαν του θεσμού! Ειδικά με τη θεία μου έχω γυρίσει όλα τα μοναστήρια της Πελοποννήσου!

Πάντα πριν κοιμηθώ έκανα γονατιστή την προσευχή μου και όλα αυτά που πρέπει να κάνει κάθε χριστιανόπουλο που σέβεται τον εαυτό του. Βέβαια, για έναν περίεργο λόγο, ο Θεός ποτέ δεν μου έκανε τη χάρη που του ζητούσα και ήταν μόνο μία… Ήμουν πολύ επίμονη, κάθε βράδυ για χρόνια, αλλά ποτέ δεν εισακούστηκα… (θα μου πείτε εδώ δεν εισακούγονται τα παιδάκια στην Αφρική, εσύ θα εισακουστείς;)
Ας συνεχίσω, όμως! Η πρώτη μου αμφισβήτηση περί της καλοσύνης του Θεού, αλλά κυρίως περί της αγιότητας των παπάδων ήρθε στα 12. Χριστιανική κατασκήνωση στην Αίγινα, εγώ και 200 άγνωστα κοριτσάκια από διάφορα κατηχητικά για 2 βδομάδες περίπου εκεί… Κάποια μέρα ήρθε ο Πατήρ Ιγνάτιος να εξομολογήσει τα αμαρτωλά κοριτσάκια του Δημοτικού!

Τρόμος! Να περιμένεις έξω από τον ειδικά διαμορφωμένο χώρο, να έρθει η σειρά σου, να μην το έχεις ξαναζήσει, να μην έχεις ιδέα τι στο καλό γίνεται εκεί μέσα… Μέχρι που ήρθε η σειρά μου… Μπήκα με την ουρά στα σκέλια (βέβαιη ότι κάποια αμαρτία που μου διαφεύγει θα έχω κάνει…. Πού να ήξερα ότι τις είχα κάνει σχεδόν όλες;).

Κάθισα απέναντι από τον Πάτερ Ιγνάτιο, πόδια χέρια σταυρωμένα μπας και γλιτώσω τα καζάνια της Κολάσεως. Εκείνος είχε ένα χαρτί πάνω στο τραπέζι με άπειρες ερωτήσεις πάνω… «Οδηγός Εξομολογήσεως» ή κάπως έτσι…

Αμαρτίες χεριών: Μουτζώνεις; Εντάξει… πού και πού, το παραδέχομαι.
Αμαρτίες της γλώσσας: Μήπως βρίζεις έστω και για πλάκα; Κι αυτό το παραδέχομαι! (ανάκριση κανονική)
Αμαρτίες των ποδιών: Μήπως πηγαίνεις σε σινεμά; Σε πάρτυ; Σε κέντρα διασκεδάσεως; Πού το ξέρετε πάτερ, με παρακολουθείτε;
Αμαρτίες των αυτιών: Μήπως ακούς να υβρίζουν τον Θεό μας και δεν αντιστέκεσαι; Όπα παππούλη, εδώ σ’ έχω! Βεβαίως και άμα ακούω να κατεβάζουνε Χριστοπαναγίες, αρχίζω και φωνάζω «δεν σας φταίει η Παναγίτσα και ο Χριστούλης».
Και τέλος αμαρτίες των ματιών: Βλέπεις άσεμνα έργα στην τηλεόραση; Εγώ: Τι εννοείτε άσεμνα; Εεε να, με γυμνούς να φιλιούνται. Α! Τσόντες εννοείτε… Εντάξει ακόμα είμαι μικρή δεν έχω δει πολλές!

Σημειώστε εδώ ότι σε όλες τις απαντήσεις έπρεπε να λέμε ΝΑΙ ή ΟΧΙ. Ενδιάμεσο δεν υπήρχε και φυσικά έπρεπε να πούμε την αλήθεια… ειδάλλως ποιος ο λόγος; Η απόφαση είχε παρθεί… είχα αμαρτάνει βαριά. Στο μυαλό μου να γυρνάει η απορία: μα έχω καλή καρδιά! αγαπώ τα ζωάκια, δεν πειράζω τα άλλα παιδιά… πώς γίνεται να μην είμαι αρκετά καλή; Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την αγάπη του Ιησού; Ουφ, μάταια…

Απογοητευμένος ο παππούλης μού είπε να μην τα ξανακάνω ποτέ. Εγώ είχα γίνει σαν παντζάρι από την ντροπή μου, είχα γεμίσει ενοχές. Επιτέλους κάποια στιγμή το μαρτύριο τελείωσε, βγήκα εγώ και μπήκε η επόμενη. Βγαίνοντας η κατηχήτριά μου με ρώτησε αν νιώθω καλύτερα, πιο ξαλαφρωμένη… τι να της έλεγα; Χαμογέλασα και έφυγα….

Το επόμενο χτύπημα ήρθε γύρω στα 15. Χώριζαν οι γονείς μου, φασαρίες, φωνές, καταλαβαίνετε… κάποια απογεύματα πήγαινα απλά και άραζα στο ναό. Δεν ήταν κανείς, σκοτάδι, μόνο το φως από τα καντήλια… γαλήνευα εκεί μέσα, ηρεμούσα, προσευχόμουν…

Κάποια μέρα είπα να ζητήσω βοήθεια από τον παπά της ενορίας, να με συμβουλεύσει, να με καθησυχάσει, να με βοηθήσει τέλος πάντων να περάσω αυτή τη δοκιμασία. Έτσι κι έκανα. Χτύπησα την πόρτα και ζήτησα να εξομολογηθώ για δεύτερη και τελευταία φορά στη ζωή μου, όπως αποδείχτηκε. Είπα στον πάτερ Ιερώνυμο ό,τι με βάραινε, τη στεναχώρια μου, ελπίζοντας σε μια χρηστική συμβουλή.
Αντ’ αυτού… έβγαλε κ αυτός τον περιβόητο Οδηγό και ξεκίνησε το χαβά του. Εδώ καιγόταν ο κόσμος μου κι αυτός με ρώταγε αν έχω φιλήσει αγόρι… Η συμβουλή που τόσο ποθούσα ήταν «Γράψε σε ένα χαρτί το πρόβλημά σου, βγες από την εκκλησία, κάνε τον σταυρό σου, σκίσε το χαρτί σε κομμάτια και πέτα το στα σκουπίδια. Ο Θεός δεν θα σε λησμονήσει!»

Ουάου! Αυτό ήταν… οι παπάδες και η εκκλησία είχαν περάσει οριστικά στην Ιστορία για μένα. Όχι όμως κι ο Θεός. Δεν ήμουν έτοιμη…. Α! Μην ξεχάσω.. εννοείται ότι ο Θεός με λησμόνησε…
16 χρονών Β’ Λυκείου.. ψιλή κουβέντα με τον διπλανό μου… πώς έρχεται η κουβέντα δεν θυμάμαι, πάντως μου ανέφερε ένα βιβλίο που από Χριστιανό τον έκανε… μη Χριστιανό πια! Μου κίνησε την περιέργεια, του είπα να μου το δανείσει, όπως κι έγινε.

Γρηγορομιχελάκης Γεώργιος: «Το βιβλίο που η Εκκλησία σου δεν θέλει να διαβάσεις». Ο συγγραφέας παρακινεί τον αναγνώστη, να έχει δίπλα του τη Βίβλο για να βλέπει την αλήθεια των λεγομένων του. Η αλήθεια είναι πως τη Βίβλο την είχα ξαναδιαβάσει, αλλά αυτή τη φορά ήταν αλλιώς… Ήταν σαν τόσα χρόνια να είχα έναν μανδύα μπροστά στα μάτια μου κι ενώ κοιτούσα προς κάπου, στην πραγματικότητα δεν έβλεπα!

Το βιβλίο που μου έδωσε ο συμμαθητής μετά βίας είχε 60 σελίδες. Μέσα σε ένα απόγευμα συνειδητοποίησα όλο το ψέμα, όλες τις κατασκευασμένες ιστορίες και το βασικότερο που μέχρι τότε δεν είχα καταλάβει… ο Θεός ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΚΑΛΟΣ! Και όχι… δεν τον αγαπούσα… στην πραγματικότητα ΤΟΝ ΦΟΒΟΜΟΥΝ… ΤΟΝ ΕΤΡΕΜΑ και δεν είχα ιδέα… Έκλεισα το βιβλίο, έκλεισα τη Βίβλο και έκλεισα μαζί τους και το κεφάλαιο Χριστιανισμός, έτσι απλά, μέσα σε ένα απόγευμα.

Κατόπιν ψάχτηκα με τον Παγανισμό, την Αρχαιοελληνική Θρησκεία κ.λπ., βλέποντας όμως το χάος που επικρατεί σε αυτές τις ομάδες κι έχοντας ήδη αποτινάξει μία παράνοια από πάνω μου… δεν ήθελα άλλη…
Για καλή μου τύχη πέτυχα τον Dawkins κι άλλους επιστήμονες στο Ίντερνετ κι άρχισα να ασχολούμαι κάπως με την Επιστήμη. Αφού πια είχα την απάντηση που έψαχνα, στο πώς προήλθαμε, αφού κατάλαβα ότι ένας δημιουργός είναι εντελώς περιττός κι αφού πήρα απόφαση ότι είμαι καλός άνθρωπος, παρόλο που οι παπάδες θα διαφωνούσαν μαζί μου, ήμουν πια ελεύθερη… ήμουν ΑΘΕΗ!

Σημείωση 1η: Μετά από λίγο καιρό είχαμε Πάσχα, οπότε όπως κάθε Πάσχα το πέρασα στο χωριό του πατέρα μου. Στο σπίτι ενός κουμπάρου μας, ανήμερα, σουβλίζαμε, γελάγαμε, όλα ωραία και καλά… Μαζί μ’ εμάς κι ο πατήρ Λουκάς, που έκανε τη λειτουργία, καθώς ο κουμπάρος τύγχανε κι επίτροπος στο χωριό. Κάποια στιγμή λοιπόν ξεμοναχιάζω τον παπά, κι αρχίζω να του κάνω κάθε είδους παλαβή ερώτηση. Εκείνος παραξενεμένος απαντούσε, άλλοτε πειστικά κι άλλοτε όχι. Τελευταία ερώτηση ήταν η εξής: Πάτερ, τι έχετε να πείτε για τη σχεδόν γενοκτονία που υπέστησαν οι Έλληνες Εθνικοί που δεν ήθελαν να αλλαξοπιστήσουν; Δολοφονήθηκαν χιλιάδες Έλληνες, καταστράφηκε ένας υπέροχος πολιτισμός… Ποια είναι η γνώμη σας; Κυνική απάντηση: «Έπρεπε να γίνει αυτό για να επικρατήσει η νέα θρησκεία. Μην ανησυχείς παιδί μου. Τους έχει πάρει ο Θεός κοντά του».
Έφριξα! Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που άκουσα! Ούτε μια «συγγνώμη»;

Σημείωση 2η: Δυστυχώς ακόμα και τώρα, 10 χρόνια μετά, κάποια άτομα του στενού μου περιγύρου με αντιμετωπίζουν σχεδόν σαν ηλίθια, που δεν πιστεύω! Άνθρωποι που δεν έχουν διαβάσει ποτέ τους τη Βίβλο (ούτε κανένα άλλο βιβλίο βέβαια), που στην εκκλησία πατάνε μόνο το Πάσχα, που μεθάνε, κάνουν σεξ, βρίζουν και γενικά κάνουν όλα όσα ένας Χριστιανός δεν θα έπρεπε να κάνει. Όσα επιχειρήματα και να τους αραδιάσω, αρκούνται στο να χαμογελούν ειρωνικά… Ειλικρινά, αυτή η υποκρισία μπορεί να με τρελάνει!!!!

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο sfrang, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.