Η έννοια της βάπτισης στην νεοελληνική παράδοση είναι στενά συνυφασμένη με την έννοια της ονοματοδοσίας. Τόσο στενά, ώστε η λέξη «βαπτίζω» έχει γίνει πλέον συνώνυμη της λέξης «ονοματίζω». Στην παιδική χαρά, βλέποντας την κόρη μου βρέφος, συχνά με ρωτούσαν «την έχετε βαπτίσει;» Η ερώτηση με έφερνε σε μεγάλη αμηχανία και απαντούσα με υπεκφυγές, για να μην μπω σε θεολογικές συζητήσεις, μέχρι που κατάλαβα ότι οι άνθρωποι ήθελαν απλώς να μάθουν αν έχει όνομα το παιδί. Από εκείνη τη στιγμή και μετά όποτε με ρωτούσαν «την έχετε βαπτίσει;» αντί να πω «ναι» ή «όχι» απαντούσα λέγοντας απλώς το όνομά της, και κανείς ποτέ δεν επέμενε να μάθει αν την έχω όντως βαπτίσει.
Απίστευτο και όμως αληθινό: η βάπτιση ποτέ δεν ήταν υποχρεωτική στην Ελλάδα, για κανέναν. Σκεφθείτε λίγο: διαφορετικά πώς θα υπήρχαν αλλόθρησκοι; Είναι γεγονός ότι παλαιότερα η πράξη βάπτισης συνιστούσε ταυτόχρονα και πράξη ονοματοδοσίας. Ωστόσο μπορούσε να γίνει και ονοματοδοσία χωρίς βάπτιση.
Τώρα πλέον έχει γίνει πλήρης διάκριση ονοματοδοσίας – βάπτισης με τον Νόμο 344/1976. Σύμφωνα με τα Άρθρα 25-26 του παραπάνω νόμου, όπως αντικαταστάθηκαν από τα άρθρα 15 του Νόμου 1438/84 και 26 παρ.8 του Νόμου 2130/93, οι ληξιαρχικές καταχωρίσεις ονοματοδοσίας και βάπτισης είναι εντελώς ανεξάρτητες και άσχετες μεταξύ τους. Η ονοματοδοσία αποτελεί την αποκλειστική διαδικασία κτήσης ονόματος νεογνού, απαιτείται ακόμη και επί ήδη δηλωμένης ή ταυτοχρόνως δηλούμενης βαπτίσεως, και προϋποθέτει παρουσία και των δύο γονέων ή εξουσιοδότηση του απόντος γονέως. Αντίθετα, η καταχώριση βάπτισης έχει ως αποκλειστικό αποτέλεσμα την αναγραφή θρησκεύματος και ουδόλως επιδρά στο ήδη δηλωθέν ή ταυτοχρόνως δηλούμενο όνομα, ενώ μπορεί να γίνει και χωρίς εξουσιοδότηση του απόντος γονέως ή ακόμη και με πρωτοβουλία άλλων προσώπων.
Σύμφωνα λοιπόν με τον νόμο, η λήψη ονόματος δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της βάπτισης. Το γεγονός ότι οι δύο διαδικασίες συνηθίζεται να λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα στα ληξιαρχεία, συνιστά πρόσφορο έδαφος για δημιουργία μιας νομικής πλάνης, διότι έτσι γεννάται η εντύπωση ότι μπορεί κανείς να κάνει μόνον δήλωση βάπτισης χωρίς δήλωση ονόματος, μια που στην δήλωση βάπτισης αναφέρεται και όνομα. Όμως η ονοματοδοσία δεν είναι έγκυρη παρά μόνον αν υπογράψουν και οι δύο γονείς ή αν υπάρχει εξουσιοδότηση του απόντος γονέως.
Οι παραπάνω πληροφορίες προέρχονται από αυτήν την σελίδα, όπου θα βρείτε μια πολύ καλή παρουσίαση του θέματος από τον Συνήγορο του Πολίτη.
Το ζουμί της υπόθεσης είναι ότι δεν χρειάζεται να βαπτίσει κανείς το παιδί του για κανέναν πρακτικό ή νομικό λόγο. Αντίθετα με αυτό που νομίζουν πολλοί, η βάπτιση όχι μόνον δεν συνιστά αναγκαία συνθήκη για την απόκτηση ονόματος, αλλά ούτε καν ικανή. Πουθενά και κανείς δεν πρόκειται να ζητήσει ληξιαρχική πράξη βάπτισης, ούτε για να το γράψει στο σχολείο, ούτε για να βγάλει ταυτότητα, ούτε για να πάει φαντάρος, ούτε για να διοριστεί στο δημόσιο, ούτε για κανέναν άλλο λόγο. Ο μόνος λόγος για να βαπτίσει κάποιος το παιδί του είναι για να το εντάξει στους κόλπους της ορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας – αυτός και κανένας άλλος.
Φυσικά, όπως καλά γνωρίζουμε, ελάχιστοι βαπτίζουν τα παιδιά τους από αληθινή πίστη και επιθυμία να τα κάνουν χριστιανούς. Ούτε όμως κάθονται και να σκεφτούν πραγματικά αν υπάρχουν πρακτικοί λόγοι, όπως το να γραφτεί στο σχολείο και τα παρόμοια. Οι περισσότεροι βαπτίζουν τα παιδιά τους για τον ίδιο λόγο που παντρεύονται: επειδή έτσι κάνουν όλοι, επειδή έτσι θα χαρεί η γιαγιά και ο παππούς, επειδή αυτό περιμένει από εκείνους ο κοινωνικός περίγυρος.
Και φυσικά είναι ένας λόγος διόλου αμελητέος. Οι θρησκευτικές τελετές έχουν συνυφανθεί με τα σημαντικά κοινωνικά γεγονότα της ζωής μας. Δεν θα καταπιαστούμε όμως εδώ με το γεγονός αυτό. Εδώ θέλω να επισημάνω κάτι άλλο, πολύ απλό και πολύ μεγάλο.
Το πρώτο είναι ότι δεν χρειάζεται βάπτιση για να έχεις όνομα.
Το δεύτερο είναι ότι ακόμη και να βαπτιστεί ένα παιδί, δεν χρειάζεται να δηλωθεί η βάπτιση στο ληξιαρχείο. Το θρήσκευμα αποτελεί ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο, και ως εκ τούτου, σύμφωνα με το Σύνταγμα και με τις αποφάσεις 2279-2286/2002 του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν υποχρεούται κανείς να το αποκαλύψει. Ο εξαναγκασμός σε ακούσια αποκάλυψη του θρησκεύματος είναι παράνομος. (η πληροφορία από την ίδια πηγή όπως και παραπάνω). Δεδομένου λοιπόν ότι η δήλωση της βάπτισης δεν εξυπηρετεί απολύτως τίποτε (παρά μόνον να φουσκώνει τις στατιστικές που δείχνουν πόσο πολλοί είναι οι χριστιανοί ορθόδοξοι), δεν συντρέχει κανένας λόγος να δηλωθεί η βάπτιση.
Αν λοιπόν θέλετε να βαπτίσετε το μωρό όχι από αγνή χριστιανική πίστη αλλά μόνον για κοινωνικούς λόγους, μπορείτε τουλάχιστον να μην το δηλώσετε. Δηλώστε μόνον όνομα, κάτι που ούτως ή άλλως είστε υποχρεωμένοι από τον νόμο να κάνετε. Πιστέψτε με δεν θα πάθει απολύτως τίποτε. Και στην τελική, αν κάποτε για οποιονδήποτε λόγο χρειαστεί, ας δηλωθεί τότε.
Και να θυμάστε:
Η βάπτιση δεν είναι υποχρεωτική.
Η βάπτιση δεν έχει καμμία πρακτική και νομική υπόσταση.
Η βάπτιση δεν είναι ονοματοδοσία.
Διαδώστε την πληροφορία.