Ασυνείδητο και θρησκευτικό αίσθημα (μέρος 2ο)
Συνεχίζοντας σήμερα το άρθρο για το ασυνείδητο και τη σχέση του με το θρησκευτικό αίσθημα, θα αναφερθώ κυρίως στον θεωρητικό της ψυχολογίας που ασχολήθηκε όσο κανένας με τα «παράξενα» φαινόμενα της θρησκευτικότητας, των μύθων, των θρύλων και τον τελετών: τον Καρλ Γιουνγκ. Η διαχρονική ανάγκη του ανθρώπου για κάποιας μορφής θρησκευτικότητα, όσο κι αν μπορεί να δεχτεί διαφορετικές ερμηνείες, είναι κάτι που δύσκολα αμφισβητείται. Ακόμα και στα χρόνια πριν την ανακάλυψη της φωτιάς, όταν οι άνθρωποι ζούσαν σε ολιγάριθμες ομάδες ως τροφοσυλλέκτες ή κυνηγοί, πιθανότατα επικρατούσε μια υποτυπώδης «θρησκεία», του τύπου της προγονολατρείας ή του ανιμισμού. Οι σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε ένα τέτοιο χαλαρό «πλαίσιο πίστης» ήταν αναμφίβολα διαφορετικές από αυτές που εξυπηρετούν οι σύγχρονες θρησκείες, μετά από προσεκτικότερη μελέτη όμως αποκαλύπτεται οτι όλες οι λατρευτικές εκδηλώσεις έχουν κάποια κοινά στοιχεία στον πυρήνα τους.
Οι απολογητές της θρησκείας ανά τον κόσμο ονομάζουν το προαναφερθέν φαινόμενο «ενδογενή δίψα για το Θεό», θεωρώντας πως ο ίδιος ο Ύψιστος έδωσε τη συγκεκριμένη ιδιότητα στον άνθρωπο, με σκοπό να Τον αναζητά. Δεν σκοπεύω επί του παρόντος να σχολιάσω αυτόν τον εντελώς αυθαίρετο ισχυρισμό και θα ασχοληθώ με πιο σοβαρές απόψεις για τα αίτια της ύπαρξης του θρησκευτικού αισθήματος. Η θέση οτι το διανοητικά εξελιγμένο ανθρώπινο ον εφηύρε τη θρησκεία για να ερμηνεύσει τον εξωτερικό κόσμο είναι σωστή, αλλά όχι επαρκής για να αιτιολογήσει κάτι τόσο εκτεταμένο. Ως απόδειξη αναφέρω το γεγονός οτι δεν παρατηρείται σημαντική φθίση του θρησκευτικού φαινομένου στις μέρες μας, παρόλο που οι επιστημονικές γνώσεις αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο. Αν ο κύριος λόγος ύπαρξης της θρησκείας ήταν να υποκαθιστά την επιστήμη στην εξήγηση των φαινομένων του εξωτερικού κόσμου, έτσι ώστε να καθησυχάζονται οι πρωτόγονοι φόβοι του ανθρώπου και να αισθάνεται ασφαλής, τότε τουλάχιστον οι επιστήμονες δεν θα είχαν ανάγκη τη θρησκεία και θα ήταν άθεοι. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική, καθώς υπάρχουν αρκετοί εκπρόσωποι της επιστήμης και της διανόησης που είναι βαθιά θρησκευόμενοι, συνδυάζοντας δυο φαινομενικά αντιφατικές στάσεις.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος διδάσκεται τη θρησκευτικότητα από μικρή ηλικία, μέσω των γονέων του και στη συνέχεια του σχολείου και της κοινωνίας. Όλοι οι άνθρωποι έμαθαν να πιστεύουν σε κάτι από τις προηγούμενες γενιές, που με τη σειρά τους διδάχτηκαν από τις προηγούμενες, μέχρι που φτάνουμε στον κοινό πρόγονο της προϊστορικής εποχής, ο οποίος εφηύρε τη θρησκεία για να αισθάνεται ασφαλής απέναντι στον άγνωστο και απειλητικό κόσμο. Αυτό είναι επίσης σωστό, αλλά δεν επαρκεί για να εξηγήσει κάποια παράξενα φαινόμενα, όπως την εμφάνιση θρησκευτικού αισθήματος «από τη μηδέν», σε άτομα που μεγάλωσαν υπό συνθήκες αθεΐας ή θρησκευτικής αδιαφορίας. Πράγματι, σε αθεϊστικά καθεστώτα του παρελθόντος, αλλά και σε εποχές παρακμής της θρησκείας, υπήρξαν άνθρωποι που ξεκίνησαν από μόνοι τους μεταφυσικές αναζητήσεις, μην έχοντας καμία παρότρυνση από το οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον. Μήπως τελικά η άποψη οτι η θρησκευτικότητα είναι έμφυτη, τουλάχιστον σε ορισμένους ανθρώπους, έχει κάποια πραγματική βάση;
Αν εξετάσουμε την κατάσταση περισσότερο σε βάθος, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις πως οι ποικίλες τελετές, προσευχές και λοιπές λατρευτικές εκδηλώσεις έχουν ως στόχο την προσέγγιση του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου, που δεν είναι άλλος από το ασυνείδητο, όπως το περιέγραψαν οι ψυχαναλυτές και στη συνέχεια οι νευροεπιστήμονες. Σύμφωνα με τον Γιουνγκ, ο ωκεανός του ασυνείδητου χωρίζεται στο ατομικό ασυνείδητο, που περιέχει προσωπικά βιώματα και είναι ξεχωριστό σε κάθε άνθρωπο, και στο συλλογικό ασυνείδητο, τα περιεχόμενα του οποίου παρουσιάζουν εκπληκτική ομοιότητα σε όλους τους ανθρώπους του κόσμου. Θα μπορούσαμε να πούμε πως το συλλογικό ασυνείδητο αποτελείται από έναν απροσδιόριστο αριθμό φυλογενετικών καταλοίπων, που χρονολογικά τοποθετούνται στη χαραυγή του ανθρώπινου είδους, ακόμα και σε εποχές πριν την εμφάνιση του homo sapiens. Ο Γιουνγκ ονόμασε τα περιεχόμενα του συλλογικού ασυνείδητου «αρχέτυπα», δανειζόμενος τη λέξη από τον Άγιο Αυγουστίνο. Τα αρχέτυπα μπορούν να αναζητηθούν στην εθιμογραφία των πρωτόγονων φυλών, στους μύθους, τους θρύλους και τα παραμύθια. Βέβαια, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα αρχέτυπα έχουν υποστεί επεξεργασία από το συνειδητό, για να γίνουν περισσότερο αποδεκτά και κατανοητά. Η άμεση εκδήλωση των αρχετύπων, που μπορεί να παρατηρηθεί σε όνειρα και οράματα, είναι συνήθως πιο φυσική, παράξενη και απλοϊκή.
Η ανεύρεση των αρχετύπων στη μυθολογία, τις διδασκαλίες των θρησκειών και τα παραμύθια είναι σχετικά εύκολη. Αρκετά δυσκολότερο είναι να καθορίσουμε με ψυχολογικούς όρους τι είναι ένα αρχέτυπο. Οι μελετητές της μυθολογίας έχουν από καιρό επισημάνει πολλαπλές ηλιακές, σεληνιακές, μετεωρολογικές, φυσικές και άλλες συγκρίσεις. Αυτό που παρέλειψαν όμως να δουν είναι οτι οι μύθοι είναι κατά κύριο λόγο ψυχικές εκδηλώσεις, που αντανακλούν τη φύση του ασυνείδητου. Ο νους του πρωτόγονου ανθρώπου δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για μια αντικειμενική παρατήρηση και εξήγηση των φυσικών φαινομένων, αλλά ασυνείδητα κίνητρα τον ωθούσαν να αφομοιώσει όλες τις εξωτερικές εμπειρίες και να τις μετατρέψει σε εσωτερικά ψυχικά γεγονότα. Σύμφωνα με τον Γιουνγκ, ο πρωτόγονος δεν ικανοποιείται απλά βλέποντας τον ήλιο να ανατέλλει και να δύει. Η εξωτερική αυτή παρατήρηση πρέπει να είναι ταυτόχρονα ένα ψυχικό γεγονός, δηλαδή η πορεία του ήλιου να αντιπροσωπεύει τη μοίρα ενός θεού ή ενός ήρωα, που δεν κατοικεί πουθενά αλλού παρά στην ψυχή του ανθρώπου.
Η πλειοψηφία των συγγραφέων που προσπάθησαν κατά καιρούς να ερμηνεύσουν την παρουσία των λατρευτικών εκδηλώσεων, των μύθων, των θρύλων και των μυστικιστικών διδασκαλιών, σκέφτηκαν τα πάντα εκτός από την υπόθεση του ασυνείδητου. Αν το εξετάσουμε προσεκτικά δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση, καθώς τα περιεχόμενα του ασυνειδήτου είναι γενικά μη συνειδητά, δηλαδή άγνωστα στον άνθρωπο. Συμπεραίνουμε την ύπαρξή τους μόνο έμμεσα και προσπαθούμε να τα ερμηνεύσουμε μέσα από τα συμφραζόμενα, όπως κάνουμε σε ένα ξένο κείμενο στο οποίο συναντάμε άγνωστες λέξεις. Οι λόγοι, για παράδειγμα, για τους οποίους οι άνθρωποι συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να ασχολούνται με την αστρολογία, είναι καθαρά ψυχολογικής φύσης και βασίζονται στην παλιά δεισιδαιμονική παραδοχή της επίδρασης των άστρων. Εύκολα μπορεί να διαπιστωθεί οτι οι ισχυρισμοί για την αποτελεσματικότητα των αστρολογικών προβλέψεων στερούνται πλήρως επιστημονικής τεκμηρίωσης. Ακόμα κι αν δεχτούμε, δίκην σύμβασης, την εγκυρότητα των ωροσκοπίων, δεν μπορούμε να παραλείψουμε οτι από τη στιγμή της εφεύρεσής τους η εαρινή ισημερία έχει μετατοπιστεί κατά 60 περίπου μοίρες, από τον Κριό στον Υδροχόο…
«Μέσα στο στήθος σου βρίσκονται τα άστρα της μοίρας σου» λέει ο Seni στον Wallenstein, στο ομώνυμο βιβλίο του Friedrich Schiller, μια δήλωση που δικαιολογεί την ύπαρξη της αστρολογίας και κάθε δεισιδαιμονίας ακόμα και στη σημερινή εποχή, που η λογική προσπαθεί να κυριαρχήσει. Τα σύμβολα και οι τελετές της κάθε θρησκείας, σύγχρονης ή πρωτόγονης, κρύβουν την προσπάθεια του ανθρώπου να έρθει σε επαφή με παραστάσεις από τα βάθη του ασυνειδήτου του. Ο Καρλ Γιουνγκ θεωρεί πως όσο πιο ακατέργαστη και πρωτόγονη είναι μια θρησκευτική πρακτική, τόσο πιο αναλλοίωτα είναι τα περιεχόμενα του ασυνείδητου που αναδύονται. Αυτό ασκεί μια ιδιαίτερη γοητεία σε πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι στρέφονται κατά καιρούς σε πιο μυστηριακές, παράξενες και εξωτικές θρησκείες, όταν έχουν κορεστεί από τις τυπικές και επιφανειακές εκδηλώσεις της επικρατούσας θρησκείας. Ιστορικά παραδείγματα υπάρχουν πολλά, όπως η βαθμιαία προσάρτηση ανατολικών, μυστηριακών στοιχείων στην αρχαία ελληνική θρησκεία, η αντικατάστασή της στη συνέχεια από τον αινιγματικό χριστιανισμό, αλλά και η χρεωκοπία του χριστιανισμού στις μέρες μας (φώτο κάτω από τη “Viridiana” του Luis Bunuel), με την ταυτόχρονη στροφή πολλών δυτικών στις θρησκείες της Άπω Ανατολής.
Πριν κλείσω, θα ήθελα να αποσαφηνίσω οτι σκοπός του παρόντος άρθρου δεν ήταν η παραδοχή της αναγκαιότητας των θρησκειών και σε καμία περίπτωση η νύξη για την ύπαρξη κάποιας μορφής «ανώτερης δύναμης», «υπερβατικής οντότητας» ή «θεού». Προσπάθησα να δείξω οτι ένας από τους κυριότερους λόγους εμφάνισης του θρησκευτικού αισθήματος είναι η επαφή του ατόμου με τα βαθύτερα στρώματα του ασυνείδητου. Σίγουρα υπάρχουν και άλλοι λόγοι που συντηρούν και ενισχύουν την ύπαρξη των θρησκειών, όμως αυτό δεν σημαίνει οτι αναπόφευκτα πρέπει να τις ακολουθήσουμε. Η επικοινωνία του ασυνείδητου με το συνειδητό μπορεί να επιτευχθεί και με άλλους, περισσότερο δημιουργικούς τρόπους, όπως η ζωγραφική και η μουσική, ενώ η διαδικασία διευκολύνεται ιδιαίτερα όταν αποκτήσουμε μια κατανόηση του εσωτερικού μας κόσμου, μέσα από τεχνικές όπως η ψυχανάλυση.
Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο Ανούσια Πίστη, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.
κατηγορίες → Δοκίμια