Αποχαιρετισμός στη θρησκευτική πίστη (8)
Βέρα Κ., 46 ετών, Gaming Inspector, έγγαμη, 3 παιδιά.
Το υπόβαθρο
Από μικρή που ήμουν, μου άρεσε το διάβασμα, και επειδή από τότε οι Δημόσιες Βιβλιοθήκες ήταν πολυτέλεια, το μόνο που προσφερόταν ήταν η μικρή βιβλιοθήκη που υπήρχε στο ναό του χωριού της γιαγιάς μου, με βιβλιαράκια τσέπης που περιείχαν βίους αγίων κ.λπ.. Πήγαινα συχνά και δανειζόμουν από εκεί.
Ζάλιζα και τη γιαγιά μου ζητώντας της να μου λέει θρησκευτικές ιστορίες (που προφανώς κατέβαζε από το κεφάλι της ή διάνθιζε όπως εκείνη νόμιζε πρόσφορο). Βλέπετε, ήταν οι διηγήσεις της σαν παραμύθι για μένα. Στις μεγαλύτερες τάξεις του Δημοτικού πήγαινα κάθε Κυριακή στο Κατηχητικό, μια και μου άρεσαν τα τραγουδάκια που μαθαίναμε.
Μεγαλώνοντας άρχισα να αγοράζω και βιβλία για άλλες θρησκείες. Βλέπετε, είχα την περιέργεια να μάθω τι έλεγαν οι «άλλοι» για το Θεό και γιατί δεν τους άρεσε ο «δικός μας».
Η συνειδητοποίηση
Πέραν όμως από τα θρησκευτικά βιβλία, υπάρχουν ευτυχώς και τα ιστορικά και, ακόμα ευτυχέστερα, τα λογοτεχνικά. Υπάρχουν τα βιβλία γενικώς…
Για να καταλάβει κάποιος διαβάζοντας πως τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ανθρωπότητα και οι πόλεμοι έχουν γίνει επειδή υπήρχαν και υπάρχουν δεισιδαιμονίες και τυφλά «πιστεύω» με τιμωρούς θεούς που ζητούν αφοσίωση και απόλυτη υποταγή στις επιθυμίες τους.
Για να καταλάβει επίσης πως το να έχεις την ίδια άποψη με την πλειοψηφία δεν σημαίνει απαραίτητα πως η άποψη αυτή είναι και η σωστή. Για να δει πως, όσοι τόλμησαν να εκφράσουν τις διαφορετικές αντιλήψεις τους, στις πλείστες των περιπτώσεων είχαν απέναντί τους έναν υποκινούμενο όχλο, χωρίς σεβασμό στο διαφορετικό.
Και το χειρότερο, πως την ανάγκη του αδύναμου να πιστέψει σε μια ανώτερη δύναμη που είτε θα τον βοηθήσει στις δύσκολες στιγμές, είτε θα τον ανταμείψει για όλες τις κακουχίες που υπομόνεψε, αυτή την ανάγκη την έχουν εκμεταλλευτεί οι ηγέτες απ’ όλο τον κόσμο, σε διάφορες στιγμές της Ιστορίας.
Η άποψη
Άρχισε λοιπόν να θεριεύει μέσα μου η δυσανεξία για τις απόλυτες αλήθειες των άλλων, ειδικά αυτές που επιχειρούνταν να επιβληθούν αποκλειστικά μέσω του αριθμού αυτών που τις συμμερίζονταν, και όχι από εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία ή/και αποδείξεις. Είναι και μια διαστροφή που έχω με το σεβασμό προς τον άλλο, η οποία οφείλω να παραδεχτώ πως κάθε άλλο παρά ανιδιοτελής είναι, αφού στη ζωή μου επιθυμώ να με σέβονται εξίσου. Θα μου ‘χει μείνει κουσούρι μάλλον από τα θρησκευτικά και τον Ματθαίο.
Από τη θεωρία στην πράξη
Στη Β’ Λυκείου, το 1982 ήταν θαρρώ, ασχολούμουν με άλλα μαθήματα την ώρα των Θρησκευτικών. Μία, δύο, την τρίτη ο θεολόγος μου βάζει φωνή γιατί δεν παρακολουθώ. Θυμάμαι φούντωσα κι εγώ επειδή μου επιτέθηκε και του απάντησα στον ίδιο τόνο: «Επειδή δεν πιστεύω!» Πάγωσε ο καθηγητής για δευτερόλεπτα, και μόλις ξαναβρήκε τη μιλιά του με έστειλε στο γραφείο του Διευθυντή.
Πήγα, του περιέγραψα τι είχε συμβεί, και του δήλωσα πως δεν πρόκειται να αλλάξω συμπεριφορά και να συμμετέχω στο μάθημα. Κάλεσε επί τόπου τη μητέρα μου για να την ενημερώσει. Την περίμενα στην είσοδο του σχολείου, της είπα τα καθέκαστα και της ζήτησα να με υποστηρίξει στην επιλογή μου, πράγμα το οποίο και έκανε. Αν εκπλήσσεστε, μην ανησυχείτε, το ίδιο έκπληκτη έμεινα κι εγώ, και παραμένω ακόμα.
Δεν υπήρξε συνέχεια, δεδομένου ότι στη μέση της χρονιάς διέκοψα τη φοίτηση για να την τελειώσω ένα χρόνο αργότερα σε νυχτερινό σχολείο. Για όσον καιρό όμως έμεινα σε κείνο το Λύκειο, είχα απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών και δεν είχα πρόβλημα.
Η παρένθεση
Τη διετία 1991-92 έβαλα στην άκρη τα πιστεύω μου, παντρεύτηκα με θρησκευτικό γάμο και βάφτισα την κόρη που απέκτησα. Δεν ήμουν αρκετά δυνατή για να αντισταθώ στην πίεση του κοινωνικού μου περίγυρου και της νέας οικογένειας, της οποίας θα γινόμουν μέλος. Δεν συζήτησα καν μαζί τους τις διαφορετικές μου πεποιθήσεις, μόνο ακολούθησα μηχανικά τα τελετουργικά, όπως σε υπνοβασία. Άλλωστε, το να συνυπάρχω μέσα σε χαλαρό χριστιανικό περιβάλλον μού ήταν ήδη γνωστό και οικείο, και αφού δεν υπήρχαν ακραίες απαιτήσεις θρησκευτικού ζήλου, μπορούσα να συμβιβαστώ.
Η βάπτιση της κόρης μου όμως ήταν άλλη υπόθεση. Δεν ένιωθα καθόλου περήφανη για τον εαυτό μου με αυτή τη σύμπραξή μου να πάρει μία ταυτότητα, χωρίς καν να έχει ερωτηθεί, χωρίς να αποτελεί αυτό δική της απόφαση και επιλογή.
Λίγο αργότερα, και ξεκάθαρα λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων ―η θρησκεία δεν είχε να κάνει τίποτα μ’ αυτό―, προχώρησα σε συναινετικό διαζύγιο.
Θυμάμαι ήταν μια ηλιόλουστη μέρα του ’95, όταν, ανηφορίζοντας με τον σημερινό σύντροφό μου και ένα φίλο μας την πλαγιά ενός βουνού, είδα ένα όμορφο ξωκλήσι που έστεκε μόνο του από την πλευρά του γκρεμού, με τη θέα πίσω του να σου κόβει την ανάσα. Ζήτησα να σταματήσουν το αυτοκίνητο και να με περιμένουν λίγο.
Στάθηκα στο χώρο ατενίζοντας τον ορίζοντα και νιώθοντας τις ακτίνες του ήλιου να μου καίνε τα μάγουλα. Ήμουν γαλήνια. Ήμουν ελεύθερη. Το κερί που άναψα ήταν η τελευταία επαφή που είχα με τη θρησκεία και την εκκλησία.
Ως γονέας
Πριν αλλάξει η χιλιετία, έφερα στον κόσμο ακόμα ένα κορίτσι και ένα αγόρι. Δεν τα βάπτισα. Παντρεύτηκα μετά από 16 χρόνια συμβίωσης το Δεκέμβρη του 2009 με πολιτικό γάμο κι αυτό πιο πολύ γιατί με είχε κουράσει η διαδικασία των εξηγήσεων που έπρεπε να δίνω σε κάθε συναλλαγή μου με το Δημόσιο.
Με το σύντροφό μου μοιραζόμαστε τις ίδιες αντιλήψεις και μεγαλώνουμε την προγονή του και τα παιδιά μας μαθαίνοντάς τα να σέβονται τον εαυτό τους και το συνάνθρωπό τους. Να χρησιμοποιούν το διάλογο και τη λογική σε κάθε βήμα στη ζωή τους. Όταν κάνουν λάθη να προέρχονται από δικές τους επιλογές ―όχι επειδή μιμήθηκαν κάποιον τρίτο― και μετά να είναι έτοιμα να δεχτούν τις συνέπειες για τα λάθη τους αυτά. Καταφέραμε με τη στάση μας μέσα στα χρόνια να μας εμπιστεύονται και να ξέρουν πως μπορούν να μοιραστούν μαζί μας κάθε σκέψη και κάθε ανησυχία τους.
Όσον αφορά το σχολείο και το μάθημα των Θρησκευτικών: Για τη μεγάλη μας κόρη προχωρήσαμε στην απαλλαγή όταν πήγαινε στη Β’ Γυμνασίου (το 2005) και ο λόγος είναι πως φοβόμασταν πιθανή περιθωριοποίησή της από τους συμμαθητές και τους γονείς τους. Αποδείχτηκε όμως πως είχαμε λάθος γιατί δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα, ούτε από αυτούς, αλλά ούτε και από τους εκπαιδευτικούς.
Ανακουφισμένοι, αποφασίσαμε να απαλλάξουμε και τα μικρά από την πρώτη κιόλας χρονιά που διδάσκονται τα Θρησκευτικά ως ξεχωριστό μάθημα στο Δημοτικό, την Γ’ τάξη δηλαδή. Τονίζω το ξεχωριστό γιατί, έτσι όπως είναι η ύλη των σχολικών βιβλίων, «διαθεματική», τα θρησκευτικά μπαίνουν ήδη από το νηπιαγωγείο, θέλεις από θρησκευτικές και εθνικές γιορτές, θέλεις από μαθήματα της Γλώσσας, βρίσκεις αναφορές παντού.
Τη σχολική χρονιά 2008-09, τα μικρά, όταν η τάξη τους έκανε θρησκευτικά, πήγαιναν στη διπλανή τάξη, πράγμα που δημιουργούσε διαρκώς προβλήματα του είδους:
- δεν υπήρχε ελεύθερη θέση σε θρανίο γιατί ήταν όλα ήδη πιασμένα από τους μαθητές της τάξης αυτής
- κάποιες φορές ο δάσκαλος παραχωρούσε τη δική του θέση στην έδρα, αλλά άλλες δεν ήθελε να είναι όρθιος όλη την ώρα, οπότε το δικό μου παιδί καθόταν σε ένα κάθισμα “στον αέρα”, μόνο του
- άλλες φορές κάποιο παιδάκι ήταν άρρωστο, οπότε η θέση του στο θρανίο ήταν ελεύθερη για το γιο μου ή την κόρη μου (σε αυτές τις περιπτώσεις, ή αντιμετωπίζονταν ως εισβολείς και καταπατητές από τον διπλανό τους ή σαν ευχάριστη εναλλαγή από την καθημερινότητα της τάξης, ο “άλλος” που δεν κάνει θρησκευτικά, και, γιατί δεν κάνεις; δεν πιστεύεις; καλά, και πώς γίνεται αυτό;)
Βέβαια και για να είμαι ειλικρινής, όταν πέρασε καιρός, έγινε κι αυτό παλιό για τα άλλα παιδιά και δεν ασχολούνταν με τους δικούς μου «νομάδες». Όταν πέρυσι ξεκίνησαν τα σχολεία, πήγα στον διευθυντή προετοιμασμένη για να επιχειρηματολογήσω πιθανόν και σε υψηλούς τόνους ενάντια σ’ αυτήν την εναλλακτική απασχόληση.
Δεν χρειάστηκε όμως, αφού με το που τον ρώτησα σχετικά, μόνος του και αμέσως, μου πρότεινε να μένουν τα παιδιά στην τάξη τους. Δεν είμαι σίγουρη ποιος από τους δυο μας ανακουφίστηκε περισσότερο που συμφωνούσαμε, εγώ ή αυτός. Το σίγουρο είναι πως ο άνθρωπος κατάλαβε, όπως κι εγώ, πως το σύστημα αυτό δεν είναι ορθό παιδαγωγικά.
Η μικρότερη κόρη μου πήγε φέτος στην πρώτη Γυμνασίου και, από λάθος της καθηγήτριας που έκανε την εγγραφή, δεν φαινόταν στο Μητρώο Μαθητών πως είχε απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών, την προσευχή και τον εκκλησιασμό. Η στάση του Διευθυντή του σχολείου, που επέμενε πως έχασα το δικαίωμα της απαλλαγής της αφού δεν είχα ενημερώσει μέσα στο πρώτο πενθήμερο, με έκανε να συνειδητοποιήσω το κενό που υπάρχει στην ενημέρωση τόσο των ίδιων των εκπαιδευτικών, όσο και των περισσότερων γονέων για τα δικαιώματα που έχουν και πώς να τα ασκήσουν.
Σήμερα
Ψάχνοντας πληροφορίες στο διαδίκτυο για να κινηθώ νομικά για την υπόθεση αυτή, ήρθα σε επαφή με τον εκπρόσωπο του ΕΠΣΕ, τον Παναγιώτη Δημητρά. Λίγο καιρό αργότερα, εγώ και ο σύντροφός μου τον εξουσιοδοτήσαμε να εκπροσωπήσει και εμάς, μαζί με τους υπόλοιπους πολίτες που έχει αναλάβει, για την υπόθεση της απομάκρυνσης των συμβόλων από όλες τις σχολικές μονάδες.
Στο διαδίκτυο βρήκα επίσης τη δημοσίευση δύο επιστολών της Ένωσης Άθεων προς το Συνήγορο του Πολίτη και την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για την αναγραφή του θρησκεύματος στους απολυτήριους τίτλους. Γνώριζα ήδη την ύπαρξη του φόρουμ Αθεΐα στο οποίο διατηρεί χώρο η Ένωση, όμως δεν είχα εγγραφεί, ούτε το παρακολουθούσα τακτικά. Αυτές οι δύο επιστολές με έφεραν σε επαφή μαζί τους και με έκαναν να γίνω μέλος του φόρουμ.
Είμαι μοναχικός άνθρωπος, με αγάπη για το διάβασμα και τη μουσική, και δύσκολα ανοίγομαι σε τρίτους. Ποτέ δεν υπήρξα μέλος ενός ευρύτερου, οργανωμένου συνόλου, το απέφευγα μάλιστα, δεδομένου ότι πολλές φορές, οι άστοχες ενέργειες ενός χαρακτηρίζουν το σύνολο των υπολοίπων, κάτι με το οποίο προσωπικά έχω πρόβλημα. Όταν συστήθηκα στα υπόλοιπα μέλη του φόρουμ, έγραψα τη φράση «Δεν δηλώνω άθεη, αλλά μάλλον είμαι».
Μέχρι την ημέρα εκείνη, όταν ήθελα να περιγράψω τον εαυτό μου έλεγα «δεν πιστεύω» και αυτό μου αρκούσε, δεν ένιωθα την ανάγκη να χρησιμοποιήσω τη λέξη αυτή καθ’ αυτή. Σιγά σιγά, γνωρίζοντας τα υπόλοιπα μέλη μέσα από τις συζητήσεις, ένιωθα όλο και πιο άνετα, έβλεπα πως βρίσκομαι σε ένα χώρο με ανθρώπους που μοιραζόμαστε τις ίδιες απόψεις, και πριν καλά καλά το καταλάβω, έγινα υποστηρικτής, και σε ελάχιστο χρόνο μέλος, της Ένωσης.
Έχω αναλάβει ενεργό δράση προσφέροντας εθελοντικά το χρόνο μου στην προώθηση των στόχων της Ένωσης, στη βοήθεια όσων γονέων θέλουν να απαλλάξουν τα παιδιά τους από την κατήχηση του μαθήματος των Θρησκευτικών, καθώς και στην προσπάθεια κατάργησης αρχείων με ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα των πολιτών.
Θεωρώ πως ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας, ζητούμενο τόσων χρόνων, δεν πρόκειται ποτέ να επέλθει, αν δεν δραστηριοποιηθούμε πρώτοι εμείς που τον επιθυμούμε.
Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο sfrang, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.
κατηγορίες → Προσωπικές μαρτυρίες