Εξάλλου, οι μύθοι δεν υπάρχουν μόνο για να ερμηνεύονται κοινωνικά και ψυχολογικά φαινόμενα· οι μύθοι αποτελούν μία αξία καθ’ αυτή, μία βασική στάση της ανθρώπινης συνείδησης, η οποία τους γεννά για την πλήρωση και την ολοκλήρωσή της. Όχι μόνο για τον πρωτόγονο άνθρωπο, αλλά και σήμερα προχωρούν σε σημεία που δεν μπορεί να φτάσει, για τις δικές του αδυναμίες, ο επιστημονικός λόγος. Ο μύθος, δηλαδή, αποτελεί αίτημα της ανθρώπινης συνείδησης που αυθαιρετεί και δεν αποδέχεται την επιστημονική θεώρηση, ή αυτή απουσιάζει λόγω ατομικής και κοινωνικής αδυναμίας ανάπτυξής της. Περιχαρακώνει μία δυνατότητα, μία στάση ζωής, και αγνοεί την αισθητική και πρακτική θεώρησή του που γεννά σταδιακά τη λατρευτική και θρησκευτική σκέψη. Κατά τον Κακριδή, ο μύθος έχει ως πρώτη πηγή τις αναγκαίες αντιδράσεις της συνείδησης μπροστά στο άγνωστο, το οποίο θέλει να εννοήσει και μέσα στο οποίο θέλει να ενεργήσει, αφού αλλιώς δεν μπορεί να ολοκληρωθεί η ύπαρξή της.
Μέσα σε ένα πιστό και θρησκόληπτο κοινωνικό περιβάλλον είναι λογικό να δημιουργούνται ολοένα και περισσότεροι πιστοί. Ειδικά σήμερα, σε μία εποχή κρίσης των αξιών και απομάκρυνσης από την ορθολογιστική διαχείριση των πραγμάτων (πολιτική, οικολογία, επιστήμη), πολλοί είναι εκείνοι που αναζητούν λύσεις στο υπερφυσικό. Επιπλέον, ο ρόλος των νέων τεχνολογιών και η ενσωμάτωσή τους στη θρησκευτική προπαγάνδα, σε συνδυασμό με την τρομοκρατία και το θρησκευτικό της μανδύα (11 Σεπτέμβρη, Ιράν, Ιράκ), ενισχύουν ακόμα περισσότερο τις φονταμενταλιστικές αντιδράσεις, οδηγώντας σε ένα συντηρητικό σύστημα σκέψης. Μεγαλωμένοι σε τέτοια κοινωνία φαντάζει αδύνατο να σπάσουμε τα δεσμά της πίστης.
Έτσι, λοιπόν, δεν τίθεται θέμα αν αποτελεί βιολογική και ψυχολογική ανάγκη κάποιος να πιστεύει σε μία εξωγήινη δύναμη. Όταν η ίδια η κοινωνία για τόσες χιλιάδες χρόνια ανδρώνεται μέσα από την πίστη είτε λατρείας και μυθολογίας είτε θρησκείας και δόγματος, τότε είναι φυσικό πολλοί εξ ημών να θεωρούν την πίστη αυτονόητη και εγγενή ανάγκη. Ολόκληρη η ζωή μας –ας επαναλάβουμε– διαμορφώνεται βάσει της θρησκείας, και στην αρχαιότητα βάσει της λατρείας με γιορτές, παρά φύσει τελετές (κηδεία, βάφτιση κ.λπ.) και κοινωνικές απαγορευτικές συμβάσεις (γάμος, αν και ο άνθρωπος ήταν αγελαίο και πολυγαμικό ον). Κάθε παιδί μεγαλώνει με το θρησκευτικό στίγμα της οικογένειας και του κοινωνικού περιβάλλοντός της (βάφτιση, κατήχηση, κρατικός προσηλυτισμός στην παιδεία, εκπαίδευση των κυρίαρχων ηθών κι εθίμων).
Επιπρόσθετα, οι άνθρωποι ζούσαν πάντα σε έναν επικίνδυνο κόσμο. Δυνάμεις φυσικών φαινομένων και βιολογικών δυσλειτουργιών και φθοράς που δεν κατανοούσε ήταν απειλητικές. Ασθένειες, ζώα, άλλοι άνθρωποι, σκλάβοι, κεραυνοί, σεισμοί και πλημμύρες πάντα απειλούσαν το είδος μας ατομικά. Στη λογική της αναζήτησης ενός καλύτερου κόσμου, ο homo sapiens έπλασε έναν κόσμο φανταστικό. Μετά το θάνατο, και ως ανταμοιβή για την επίγεια ζωή και συμπεριφορά του, θα ζει σε έναν τέλειο κόσμο, μακριά από τα γήινα βάσανα. Στην ουσία δεν πρόκειται για τη μεταφυσική ανησυχία για τη μεταθανάτια ψυχή, αλλά για μια ελπίδα καλύτερης ζωής, μιας νέας ζωής που θα είναι αμοιβή ή τιμωρία (σ.σ. μη μετακλητή). Για το σκοπό αυτό, οι θρησκείες επιστρατεύουν τους δογματικούς μύθους και οι λατρείες τη δική τους μυθολογία· δημιουργείται ένας αντι-κόσμος ιδεατός, με παρά φύσει τέρατα να τον φυλάνε.
Το άγνωστο φοβίζει τον άνθρωπο, και ειδικά η άγνοια της αιτίας και του σκοπού. Υποθέτοντας την ύπαρξη υπερφυσικών οντοτήτων και θεοποιώντας φυσικά φαινόμενα (ποτάμια, λίμνες, θάλασσες), προσπαθούν να ερμηνεύσουν και να εξιλεώσουν τις απειλές και τις φοβίες.
Ο αντι-κόσμος αυτός συναντάται και σε λατρείες (Ηλύσια Πεδία, Βαλχάλα, Χάτα κ.λπ.) και σε θρησκείες (ο μονοθεϊστικός Παράδεισος, ο κόσμος του Ώρου, ινδουιστική μετεμψύχωση κ.λπ.). Τον φυλάει ο Κέρβερος ή κάποιος ζωοκέφαλος θεός ή ένας άφυλος άγγελος (που εχθρεύεται τελικά την ανθρώπινη σάρκα, επειδή μπορεί, λόγω των φύλων, να ηδονίζεται) ή τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Όλα τα τέρατα ή έχουν στόχο να φοβερίζουν τους εν ζωή θνητούς ή απλά αποτελούν την αντιπρόταση στον άνθρωπο και την κοινωνία του με τα μειονεκτήματά τους. Ένας αντι-κόσμος που τον φυλάνε αντι-άνθρωποι, τέλειοι χωρίς φύλο, ιπτάμενοι και εξωπραγματικοί ή φοβεροί, για να μη μπει κανείς στον τέλειο κόσμο τους.
Έτσι, η λατρεία και η θρησκεία μοιάζουν να έρχονται να καλύψουν εκείνο το ψυχολογικό κενό της ελπίδας για έναν κόσμο καλύτερο, χωρίς άγχος, βάσανα, αρρώστιες, εργασία, αλλά μόνο απόλαυση. Η απόλαυση αυτή θα έρθει όμως μόνο αν κάποιος είναι καλός, ή μάλλον άριστος. Πλήθος απαγορεύσεων και υποχρεώσεων επιβάλλουν την άριστη διαβίωση. Σχεδόν πάντα όμως (με την ελληνική εξαίρεση) οι απαγορεύσεις ταυτίζονται με σωματικά βασανιστήρια, καταπιέσεις, ακρωτηριασμούς.
Συχνά οι άνθρωποι αποφεύγουν το τραγικό, αλλά παραβλέπουν τον εαυτό τους. Δεν περιφρονώ τους πιστούς, ούτε τους θεωρώ γελοίους ή αξιολύπητους, αλλά θλίβομαι όταν προτιμούν τις καθησυχαστικές μυθοπλασίες των παιδικών χρόνων της ανθρώπινης Ιστορίας από τις σκληρές βεβαιότητες των ενηλίκων. Αυτή η πνευματική εξαθλίωση γεννά και συνεπάγεται τη σεξουαλική, νοητική, πολιτική και διανοητική εξαθλίωση. Η ευπιστία των ανθρώπων ξεπερνά ό,τι φανταζόμαστε. Ο πόθος τους να μη βλέπουν το προφανές, η επιθυμία τους για ένα τερπνό θέαμα, ακόμη κι αν αυτό ανήκει στην απόλυτη μυθοπλασία, η βούλησή τους για τύφλωση, δεν έχουν όρια. Καλύτερα θρύλοι, φαντασιώσεις και στερήσεις σεξουαλικές, καλύτερα μαζοχιστική λατρεία του σωματικού πόνου που προκαλεί η διαστροφή της υποταγής σε ένα ξένο θείο, παρά να γινόμαστε μάρτυρες στην αποκάλυψη της σκληρότητας ενός πραγματικού –που μας αναγκάζει να ανεχόμαστε την προφανή τραγικότητά του– κόσμου.
Δεν περιφρονώ κανέναν, απλά παρατηρώ και αναλύω, σχολιάζω πάντα με το δημοκρατικό σεβασμό στις αντιλήψεις του άλλου. Η εξαθλίωση είναι πνευματική και φιλοσοφική. Κάθε πιστός πιστεύει και αφήνει ένα μέρος του Είναι του στη θεότητα ελπίζοντας –ανάλογα με την εποχή και την προσωπικότητά του– στη βοήθεια για τη βελτίωση του επίγειου βίου του. Η εξαθλίωση τούτη δεν είναι παρά ο ίδιος ο σκοταδισμός που μέσα από μύθους δογματικούς προσπαθεί να δικαιολογήσει τη Δημιουργία, τη Λειτουργία και την ίδια τη Φύση του Ανθρώπου και του Όλου.
Λυπάμαι με την κατάσταση της σκέψης εκείνων των απαίδευτων σε άλλες προσεγγίσεις, ενοχλούμαι όχι με τους εξαθλιωμένους και εγκαταλελειμμένους στη δεισιδαιμονία και τη μυθολογική τους ερμηνεία, αλλά με εκείνους που τους κλειδώνουν στο μεσαιωνικό ντουλάπι της αμορφωσιάς. Σαφώς είναι πιο σκληρό να αποδεχόμαστε ότι δεν υπάρχει άλλη ζωή, ότι όλα χάνονται, και μόνο στα χέρια μας και της κοινωνίας μπορούμε να ελπίζουμε και να στηριζόμαστε.
Ο θεός φαίνεται αθάνατος, διότι η νεύρωση που οδηγεί στη σφυρηλάτηση των θεών προκύπτει από τη συνήθη κίνηση των ψυχισμών και των ασυνειδήτων. Η δημιουργία του θείου συνυπάρχει με το αίσθημα αγωνίας μπροστά στο κενό μιας ζωής που σταματά. Ο θεός γεννιέται από τις νεκρικές ακαμψίες των μελών της φυλής. Στο θέαμα του νεκρού σώματος, τα όνειρα και τα φούμαρα με τα οποία τρέφονται οι θεοί αποκτούν ολοένα και περισσότερο υπόσταση.