ΦσΜ [3.1] Η νευροβιολογία των θρησκευτικών εμπειριών

3 September 2011
Αρθρογράφος: Ebonmuse
Μετάφραση: EvanT
Το άρθρο αυτό είναι τμήμα του άρθρου “Το Φάντασμα στη Μηχανή”.
« Προηγούμενο Άρθρο [2.4] • Περιεχόμενα Επόμενο Άρθρο [3.2] »

Προσπαθώντας να καταλάβει τη νευρολογική βάση των θρησκευτικών εμπειριών, οι ερευνητές Andrew Newberg και Eugene D’Aquili έκαναν ένα πείραμα. Βρήκαν μια ομάδα εθελοντών αποτελούμενη από Ζεν Βουδιστές και τους ζήτησαν να διαλογιστούν σε ένα ήρεμο και σκοτεινό δωμάτιο. Οι Βουδιστές ισχυρίζονταν ότι με το διαλογισμό μπορούσαν να φτάσουν στην κατάσταση σατόρι, όπου βίωναν μια υπερβατική γαλήνη και ένα αίσθημα αχρονίας και απείρου, λες και ήταν συνδεδεμένοι με όλη την ύπαρξη. Ο Newberg και ο D’Aquili θέλανε να μάθουμε τι συμβαίνει στον εγκέφαλο όταν συνέβαινε αυτό.

Όταν οι εθελοντές έφταναν στο κορύφωμα του διαλογισμού τους, τραβούσαν ένα σπάγγο και οι ερευνητές τους χορηγούσαν ενδοφλέβια μία ραδιενεργό ανιχνευτική ουσία. Η ουσία αυτή ταξίδευε στον εγκέφαλο και ενωνόταν με τους πιο ενεργούς νευρώνες, δημιουργώντας μια φωτογραφία της εγκεφαλικής δραστηριότητα εκείνη τη στιγμή. Αργότερα, μέσω μιας τομογραφικής μεθόδου που λέγεται SPECT (Single Photon Emission Computed Tomograhy) θα μπορούσαν να δουν τα αποτελέσματα. Όταν βγήκαν οι τομογραφίες, κανείς δεν εντυπωσιάστηκε όταν είδε πως ήταν ιδιαίτερα ενεργές οι περιοχές που ελέγχουν τη συγκέντρωση. Ωστόσο, υπήρχε και άλλο ένα κοινό χαρακτηριστικό που διακρινόταν και στους οκτώ· ο άνω κροταφικός λοβός εμφάνιζε μια κάθετη πτώση στη λειτουργία του.

Ο ρόλος αυτής της εγκεφαλικής περιοχής ήταν ήδη γνωστός. Όπως περιγράψαμε στο 1ο μέρος της μελέτης αυτής, ο άνω κροταφικός λοβός είναι το χωρικό σύστημα του εγκεφάλου. Η δουλειά του είναι να προσανατολίζει το άτομο στον τρισδιάστατο χώρο και να το βοηθά να κινείται στον κόσμο. Μέρος της δουλειάς του είναι και να διαχωρίζει τον "εαυτό" από τον έξω κόσμο. Γι’αυτό το λόγο, ο Newberg και ο D’Aquili ονομάζουν αυτό το σημείο "Περιοχή Συσχέτισης Προσανατολισμού" ή ΠΣΠ εν συντομία. Και στους οκτώ εθελοντές, η λειτουργία της ΠΣΠ είχε κατασταλεί λόγω της βαθειάς περισυλλογής και είχε στερηθεί βασικών πληροφοριών για να κατασκευάσει μια ολοκληρωμένη εικόνα του κόσμου.

Το αποτέλεσμα; Χωρίς την ΠΣΠ ο εγκέφαλος δε μπορεί να εντοπίσει τα όρια του εαυτού, δεν ξέρει πού τελειώνει το σώμα και πού ξεκινά ο κόσμος (ένας από τους διαλογιζόμενους περιέγραψε την εμπειρία ως "απώλεια ορίων" (Holmes 2001, σελ.26). Στην περίπτωση αυτή ο εγκέφαλος δεν είχε άλλη επιλογή από το να αντιληφθεί τον εαυτό ως άπειρο και μπλεγμένο με ό,τι μπορούσε να νιώσει. Και φυσικά, αυτή την εντύπωση θα τη νιώθαμε ως αδιαμφισβήτητα πραγματική (Newberg and D’Aquili 2001, σελ.6).

Εντυπωσιασμένοι από την πιθανότητα βιολογικής βάσης για τις θρησκευτικές εμπειρίες, ο Newberg και ο D’Aquili διεύρυναν τη μελέτη τους ώστε να συμπεριλάβει και Φραγκισκανές καλόγριες που ισχυρίζονταν ότι ένιωθαν κοντά στο Θεό όταν προσεύχονταν βαθειά. Το πείραμα επαναλήφθηκε και τα αποτελέσματα ήταν τα ίδια. Και οι Φραγκισκανές και οι Βουδιστές εμφάνιζαν παρόμοια μείωση της λειτουργίας της ΠΣΠ παράγοντας ένα αίσθημα άπειρου εαυτού, το οποίο η κάθε ομάδα το ερμήνευσε βάσει των θρησκευτικών πεποιθήσεών της.

Αυτή η αίσθηση ενότητας με το άπειρο δεν είναι το μόνο χαρακτηριστικό των θρησκευτικών εμπειριών. Τέτοιες εμπειρίες συχνά συνοδεύονται από μια άλλη αίσθηση· ένα αίσθημα έκστασης και δέους, λες και όλα είναι εμποτισμένα με υπέρκοσμη σημασία και βαθύ νόημα. Στο παρελθόν τέτοιες εμπειρίες αποδίδονταν στην επαφή με το θείο, αλλά η επιστήμη έχει αρχίσει να εντοπίζει και τη νευρολογική τους βάση. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι και αυτές οι εμπειρίες μπορούν να εξηγηθούν πλήρως και ικανοποιητικά χωρίς αναφορά σε κάποια θεότητα.

Μέσα στους μετωπιαίους λοβούς του εγκεφάλου υπάρχει μια αρχαία εξελικτικά περιοχή που λέγεται μεταιχμιακό σύστημα. Η βασική του λειτουργία είναι να παράγει και να ελέγχει τα συναισθήματα. Πιο συγκεκριμένα, μια βασική του λειτουργία είναι να "σημαδεύει" τα εξωτερικά ερεθίσματα με συναισθηματική σημασία, το οποίο μας επιτρέπει να αντιληφθούμε το συναισθηματικό περιεχόμενο που έχει για μας ένα άτομο ή ένα αντικείμενο. Όταν αυτή η λειτουργία υποστεί βλάβη, το αποτέλεσμα είναι το σύνδρομο Capgras που περιγράψαμε στο 2ο μέρος. Όπως και με τις περισσότερες εγκεφαλικές περιοχές, γνωρίζουμε τη λειτουργία του μεταιχμιακού συστήματος κυρίως παρατηρώντας άτομα στα οποία είναι ελαττωματικό. Πιο συγκεκριμένα, έχουμε παρατηρήσει τα συμπτώματα της επιληψίας μετωπιαίου λοβού, μιας πάθησης που χαρακτηρίζεται από την καταιγιστική, ανεξέλεγκτη λειτουργία τυχαίων νευρώνων της περιοχής αυτής. Όταν ο καταιγισμός αυτός εμφανιστεί σε περιοχή που ελέγχει την κίνηση, το αποτέλεσμα είναι τα γνωστά συμπτώματα μιας κρίσης επιληψίας· οι ανεξέλεγκτοι μυικοί σπασμοί. Αλλά όταν η κρίση συμβεί στον κροταφικό λοβό και στο μεταιχμιακό σύστημα, τα αποτελέσματα δεν είναι κινητικά, αλλά συναισθηματικά. Οι ασθενείς περιγράφουν ότι "τα συναισθήματά τους παίρνουν φωτιά" (Ramachandran 1998, σελ.179) και κυμαίνονται από έκσταση, σε τρόμο και οργή.

Επιπλέον, υπάρχει άλλο ένα σύμπτωμα που σχετίζεται με την επιληψία κροταφικού λοβού. Οι πάσχοντες είναι συχνά θρησκόληπτοι. Ισχυρίζονται ότι κατά τη διάρκεια των κρίσεων βιώνουν πνευματικές και μυστικιστικές εμπειρίες, ασχολούνται έντονα με θεολογικά ζητήματα, γράφουν υπερβολικά λεπτομερή και συνήθως ακατανόητα κείμενα που εξηγούν τις πεποιθήσεις τους (μια κατάσταση που ονομάζεται υπεργραφία), νομίζουν πως ασήμαντα, καθημερινά γεγονότα έχουν κάποιο βαθύτερο, κοσμικό νόημα και μπορεί ακόμα και να πιστεύουν ότι τους έχει επισκεφτεί ο Θεός ή βλέπουν το Θεό ή ότι είναι "εκλεκτοί" (Ramachandran 1998, σελ.179-180). Στρεβλώσεις στην αντίληψη του χωροχρόνου, όπως εξωσωματικές εμπειρίες, συμβαίνουν εξ ίσου συχνά (Persinger 1987, σελ.123· Newberg and D’Aquili 2001, σελ.110). Ο μυθιστοριογράφος Ντοστογιέφσκι, που πιστεύεται ότι έπασχε από επιληψία κροταφικού λοβού, έγραφε ότι κατά τη διάρκεια των κρίσεων τον "άγγιζε ο Θεός" (Holmes 2001, σελ.27).

Για τους περισσότερους ανθρώπους με φυσιολογική εγκεφαλική λειτουργία είναι προφανές ότι η θρησκόληπτη συμπεριφορά είναι απλώς ένα σύμπτωμα μιας ιάσιμης κατάστασης και όχι σημάδι κάποιας ιδιαίτερης σχέσης με το Θεό. Όμως η βεβαιότητα που παράγουν αυτές οι εμπειρίες είναι ακλόνητη. Επιπλέον, αν κάποιος πιστεύει ότι ο Θεός υπάρχει και μιλάει εννίοτε στους ανθρώπους, τότε πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν επικοινωνούν με το Θεό; Ο ομιχλώδης και μη διαψεύσιμος κόσμος της θεϊστικής πίστης δεν επιτρέπει να απορριφθεί αυτή η πιθανότητα. Όπως λέει ο Δρ. Ramachandran:

Ποιος μπορεί να πει ότι οι εμπειρίες αυτές δεν είναι "γνήσιες" (ότι κι αν σημαίνει αυτό) και όχι "παθολογικές"; Εσείς, σα γιατρός, θα θέλατε να δώσετε φάρμακα σε έναν τέτοιο ασθενή και να εμποδίσετε το Μεγαλοδύναμο να τον επισκέπτεται; (σελ.179)

« Προηγούμενο Άρθρο [2.4] • Περιεχόμενα Επόμενο Άρθρο [3.2] »

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο On the way to Ithaca, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.