Αρθρογράφος: Nemertes, 33 ετών, Computer freak
Δεν νομίζω πως υπάρχει ελληνόπουλο που να μη γεννήθηκε χριστιανό και μάλιστα ορθόδοξο. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όλοι ακολουθήσαμε άκριτα τις πεποιθήσεις των γονέων μας, που και εκείνοι είχαν ακολουθήσει των δικών τους κ.λπ. κ.λπ. Και όλοι όσοι ξεφύγαμε από αυτήν τη λαίλαπα είχαμε ένα ερέθισμα, κάτι ξεχωριστό, άλλες φορές καλό και άλλες κακό, που μας έκανε να δούμε έξω από το κουτί. Ο δικός μου αποχαιρετισμός μοιάζει –και ήταν– δυσάρεστος, όμως ήταν αυτός που ουσιαστικά με επανέφερε στη ζωή. Στην κυριολεξία…
Η ζωή μου κυλούσε ήρεμα ως παιδί μιας κλασικής ελληνικής οικογένειας. Οι γονείς μου, αν και χριστιανοί, λάτρευαν την αρχαία Ελλάδα και έτσι από μικρή έμαθα για τους αρχαίους Έλληνες, τα κατορθώματά τους, τις ιστορίες τους. Ακολουθούσαμε όλα τα χριστιανικά ήθη και έθιμα, σαν καλοί χριστιανοί, αν και δεν είμαι σίγουρη αν γινόταν επειδή πιστεύαμε πραγματικά ή επειδή έτσι έκαναν όλοι. Όσο περνούσαν τα χρόνια και μάθαινα για τον χριστιανισμό, όλο έβλεπα κομμάτια του που δεν μου κόλλαγαν στη λογική.
Το πρώτο μου ερώτημα ήταν πώς γίνεται όλοι όσοι δεν ήταν χριστιανοί να πάνε στην κόλαση. Αυτό και το γιατί θα πρέπει να πηγαίνουμε στην εκκλησία για να προσευχηθούμε μια και ο θεός είναι παντού. Απάντηση δεν είχε να μου δώσει κανείς, αν και δεν με ένοιαξε να τα ψάξω και ποτέ. Ζούσα και ζω σε μια χώρα που ο χριστιανισμός κυριαρχούσε. Εφόσον ήταν κάτι που δεν με έβλαπτε, γιατί να μην το αποδεχτώ;
Αυτή η κλασική χριστιανική ζωή θα συνεχιζόταν μέχρι σήμερα… αν δεν έμπαινε ο Σατανάς μέσα μου. Στην κυριολεξία!!! Κάποια στιγμή εκεί στην εφηβεία, εντελώς ξαφνικά εμφάνισα ένα χρόνιο νόσημα. Ναι, από αυτά που δεν φεύγουν ποτέ. Και κάπου εκεί, αρχίζει το μαρτύριό μου. Το τι τάματα και εκκλησίες πέρασα δεν περιγράφεται! Ξαφνικά γίναμε οι καλύτεροι θαμώνες των μοναστηριών, τρέχαμε σε ναούς και τρύπες θαυματουργές, κάναμε τάματα και όποια άλλη βλακεία άκουγαν οι δικοί μου, μπας και φύγει το χρόνιο. Χρόνιο είπαμε, κοινώς εδώ θα μείνει για μια ζωή.
Και κάπου εδώ ξεκινάει η αμφισβήτηση. Γιατί ο θεός επέλεξε εμένα για να μου δώσει τέτοιο βάσανο; Παιδάκι ήμουν, τι αμαρτίες είχα προλάβει να κάνω; Και όσο και να το έψαχνα, η άριστη μαθήτρια, το καλύτερο παιδί του σχολείου και όχι μόνο, δεν θα μπορούσε να είναι αμαρτωλή. Οι δικαιολογίες τύπου «ο θεός σε δοκιμάζει» έβρισκαν τοίχο. Γιατί εμένα και όχι τον διπλανό; Και πού ήξερε ο θεός ότι μπορούσα να αντέξω τη δοκιμασία; Μήπως από κει πάνω έβλεπε πως αγαπούσα και τους αρχαίους; Αλλά και πάλι, τι πείραζε; Αφού ο θεός μας αγαπάει όλους και όπως είμαστε!!!
Τα επόμενα χρόνια πέρασαν βασανιστικά. Κάτι είχε αρχίσει να ξεφτίζει μέσα μου, όμως δεν τολμούσα να αποσπαστώ από τη χριστιανική θρησκεία. Ίσως τελικά ο θεός με έσωζε μια μέρα…
Μέχρι που ήρθαν τα χρόνια των σπουδών μου και των υπολογιστών. Αχ, αυτοί οι υπολογιστές. Δεν μπορούσα να φανταστώ ποτέ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο. Όμως το χρόνιο μού έβαζε φρένο. Απαγορευόταν η χρήση υπολογιστών. Και εκεί ο θεός ξαναέκανε την εμφάνισή του. Μα τι θεός ήταν αυτός που μου έδωσε το χρόνιο, εκείνο το χρόνιο από όλα τα χρόνια που θα μου απαγόρευε να κάνω το μοναδικό πράγμα που λάτρευα; Τι αδικία ήταν αυτή; Το σοκ μεγάλο και τα ερωτήματα περί δικαιοσύνης του θεού άπειρα. Όσο άπειροι ήταν οι αμαρτωλοί γύρω μου που ζούσαν ζωή χαρισάμενη…
Όμως αυτό που έγινε λίγο καιρό μετά, με την άνθιση του Internet που μου έδωσε άπειρες πληροφορίες, ήταν υπεράνω κάθε προσδοκίας. Ναι αγαπητοί, ΕΙΜΑΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΗ! Βάσει της χριστιανικής μου θρησκείας, της θρησκείας με την οποία γαλουχήθηκα, της θρησκείας στην οποία αποτάθηκα για να με σώσει… έχω τον σατανά μέσα μου. Για την ακρίβεια όλοι όσοι έχουν το δικό μου χρόνιο νόσημα χρήζουν εξορκισμού. Θα δείτε αρκετούς από μας στα μοναστήρια να χτυπιόμαστε σαν τα ψάρια κάτω από πετραχήλια και προσευχές, ακόμη ψάχνω να βρω πώς το γλύτωσα αυτό.
Και κάπου εκεί… άρχισε να δένει το παζλ. Αν μου λέγανε για τον διπλανό, μπορεί να έλεγα πως ίσως έχει κάνει κάποια αμαρτία. Ίσως να το “άξιζε”. Αλλά εγώ; Το παιδί υπόδειγμα, εγώ, δεν άξιζα τέτοια συμπεριφορά από τον καλό θεό. Οι σκέψεις άρχισαν να με χτυπούν η μία μετά την άλλη. Όλα δένανε μεταξύ τους. Αυτά που είχα μάθει για τους προγόνους μου –οι οποίοι σημειωτέον θεωρούσαν το χρόνιο ως επικοινωνία με τους θεούς–, αυτά που δεν μου κολλάγανε, αυτά που δεν μου πηγαίνανε σε αυτήν τη θρησκεία, όλα αυτά που το απόλυτα λογικό κομπιουτερίστικο μυαλό μου δεν μπορούσε με τίποτα να τα χωρέσει.
Λίγους μήνες μετά το τέλος των σπουδών μου, ήρθε και το αναπάντεχα καλό νέο. Εγώ, η δηλωμένη πλέον άθεη, απαλλαγμένη από το βάρος των αμαρτιών μου, ξέροντας πως μπορώ να πατάω μόνο στα πόδια μου, πως δεν υπάρχει κανείς εκεί έξω να με βοηθήσει, βρήκα στον θεό Νημερτής –εμένα δηλαδή!– τη σωτηρία μου. Αυτός ο μικρός θεός είχε αποφασίσει να ζήσει τη ζωή του, να ακολουθήσει τα όνειρά του και να μην αφήσει κανέναν να κάνει κουμάντο στη ζωή του. Μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο έδωσε λύση στο χρόνιο νόσημά μου. Δεν με θεράπευσε. Μου επέτρεψε και μου επιτρέπει όμως να ζω ως φυσιολογικός άνθρωπος, χωρίς τίποτα να θυμίζει εκείνο το αμαρτωλό, δαιμονισμένο, χριστιανόπουλο που κουβαλούσα τόσα χρόνια μέσα μου.
Συχνά με ρωτούν, γιατί κάνω τόσο μεγάλο θέμα την αθεΐα. Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Απλά, η αθεΐα μού έδωσε πίσω τη ζωή μου… 🙂
Συνέχεια…