ΦσΜ [4.1] Το πρόβλημα αλληλεπίδρασης Εγκεφάλου-Ψυχής

19 November 2011
Αρθρογράφος: Ebonmuse
Μετάφραση: EvanT
Το άρθρο αυτό είναι τμήμα του άρθρου “Το Φάντασμα στη Μηχανή”.
« Προηγούμενο Άρθρο [3.3] • Περιεχόμενα Επόμενο Άρθρο [4.2] »

Τα στοιχεία που μας παρέχει η νευρολογία καθιστούν την ψυχή, στην καλύτερη περίπτωση, άχρηστη στην ερμηνεία των νοητικών λειτουργιών και στη χειρότερη, ασύμβατη με την παρατηρούμενη μεταβλητότητα του εαυτού. Υπάρχουν, ωστόσο, αρκετά επιπλέον επιχειρήματα που αποσαθρώνουν περαιτέρω αυτό το θεϊστικό δόγμα.

Κατ’αρχάς, ένα πολύ παλιό επιχείρημα: Πώς ακριβώς αλληλεπιδρά μια άυλη ψυχή με ένα υλικό σώμα και έναν υλικό εγκέφαλο; Τι είδους δύναμη ή τι είδους επιρροή ασκεί και με τι μηχανισμό;

Αυτό το επιχείρημα είναι μέρος ενός μεγαλύτερου επιχειρήματος ενάντια στο θεϊσμό, δηλαδή ότι πολλοί από τους πιο σημαντικούς του όρους έχουν μείνει χωρίς ορισμό. Το να ονομάσεις κάτι "πνευματικό" ή "άυλο" δεν εξηγεί τι είναι, αλλά τι δεν είναι. Το μόνο που μας λέει είναι ότι ένα άυλο αντικείμενο ούτε δέχεται, ούτε ασκεί δυνάμεις στην ύλη. Η ψυχή, υποτίθεται, δεν επηρεάζεται από μαγνητικά και ηλεκτρικά πεδία, δεν έλκεται από τη βαρύτητα και δεν συγκρατείται ούτε από την ισχυρή, ούτε από την ασθενή πυρηνική δύναμη. Τα άτομα και γενικώς τα σωματίδια τη διαπερνούν χωρίς να επηρεάζονται και χωρίς να την επηρεάζουν, αν καν καταλαμβάνει κάποιο συγκεκριμένο σημείο στο χώρο. Δεν συνδέεται με τον εγκέφαλο και δεν επηρεάζεται από τις ηλεκτροχημικές διεργασίες του. Τότε πώς μπορεί να λαμβάνει δεδομένα από τον εγκέφαλο και να τον ωθεί να ενεργήσει; Πώς ακριβώς παράγει συνείδηση και πώς την αναμεταδίδει στον εγκέφαλο;

Το να απαντηθούν οι ερωτήσεις αυτές με ένα "θαύμα" είναι καθ’όλα μη ικανοποιητικό. Αν επικαλεστούμε ένα θαύμα, δεν ξέρουμε τίποτε περισσότερο απ’όταν ξεκινήσαμε τη διερεύνηση, απλώς χαρακτηρίσαμε το ερώτημα ως μη απαντήσιμο. Εξ ορισμού, τα θαύματα δεν εξετάζονται, δεν εξηγούνται και δεν περιγράφονται περαιτέρω, διαφορετικά δε θα ήταν θαύματα, αλλά συνηθισμένα γεγονότα κατάλληλα για επιστημονική διερεύνηση, το οποίο θα μας γυρνούσε στο αρχικό ερώτημα του πώς αλληλεπιδρά η ψυχή με τον εγκέφαλο. Στην ουσία, η επίκληση θαύματος είναι ένα προπέτασμα καπνού για να προστατέψει μη ικανοποιητικές δηλώσεις από περαιτέρω διερεύνηση.

Γι’αυτή την άποψη (τον "δυϊσμό της υπόστασης της ψυχής") υπάρχουν δύο εναλλακτικές. Η μία είναι να υποθέσουμε ότι η ψυχή υπάρχει, αλλά αποτελείται κι αυτή από ύλη (η θέση των αρχαίων Ελλήνων ατομικών φιλοσόφων). Αυτό όμως, υπονοεί ότι η ψυχή μπορεί να καταστραφεί και ότι η συνείδηση εξαφανίζεται μαζί με τη διάλυση του υλικού σώματος μετά το θάνατο. Αυτή η άποψη είναι απαράδεκτη για τους περισσότερους σύγχρονους θεϊστές. Η άλλη εναλλακτική είναι να υποτεθεί, όπως έχουν κάνει κάποιοι φιλόσοφοι, ότι υπάρχει μια άυλη ψυχή, αλλά δεν αλληλεπιδρά καθόλου με το σώμα. Αυτή η άποψη ονομάζεται "επιφαινομεναλισμός". Σύμφωνα με αυτόν, η ψυχή είναι σα μια σκιά που ακολουθεί το άτομο ή σαν τον ατμό που παράγει η σφυρίχτρα μιας ατμομηχανής· ακολουθεί το σώμα, αλλά είναι ανεξάρτητη από αυτό.

Ο επιφαινομεναλισμός φαντάζει εξ ίσου απαράδεκτος για τους περισσότερους θεϊστές, επειδή κατ’ανάγκην απορρίπτει την ελεύθερη βούληση. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, αν πεινάσω και πάω στην κουζίνα να φάω, μπορεί να νομίζω ότι πήγα στην κουζίνα επειδή πείνασα, αλλά αυτό θα ήταν λάθος. Το σώμα μου πείνασε και πήγε μόνο του στην κουζίνα και ο ανήμπορος νους μου λανθασμένα πίστεψε ότι προκάλεσε την ενέργεια. Στην ουσία, για τον επιφαινομεναλισμό, η συνείδηση υπάρχει σε μια κατάσταση δια βίου λογικής πλάνης του τύπου post hoc ergo propter hoc. Όσο παράλογο κι αν ακούγεται, αυτό ουσιαστικά ισχυρίζεται ο επιφαινομεναλισμός.

Αν δεν αρκεί όμως καμία από τις δύο εναλλακτικές, παραμένει το αίνιγμα του πώς μια άυλη ψυχή μπορεί να μεταβάλλει την κατάσταση του σώματος. Αφού δεν υπάρχει επαρκής εξήγηση του προβλήματος, προτείνω πως μόνο ο αυστηρός υλισμός μένει ως εναλλακτική που ερμηνεύει ικανοποιητικά τα δεδομένα. Δηλαδή, δεν χρειαζόμαστε κάποιο εξωτερικό, άυλο αντικείμενο που να επηρεάζει τον εγκέφαλο με κάποιο άγνωστο, μυστηριώδη μηχανισμό, αλλά ο ίδιος ο εγκέφαλος είναι ένα αυτοπροσαρμοζόμενο σύστημα που αυτενεργεί· είναι δηλαδή ένας ιστός από ανατροφοδοτούμενα κυκλώματα που είναι αρκετά περίπλοκα, ώστε να είναι σε θέση να αντιλαμβάνεται την ίδια του τη λειτουργία. Αυτή η πρόταση είναι συνεπής με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και παρέχει μια ουσιαστική εξήγηση για τα νοητικά φαινόμενα.

« Προηγούμενο Άρθρο [3.3] • Περιεχόμενα Επόμενο Άρθρο [4.2] »

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο On the way to Ithaca, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.