Αποχαιρετισμός στη θρησκευτική πίστη (30)

9 February 2012
Αρθρογράφος: Άδης, ο γνωστός θεός, ετών 34, αν και η πορεία στον χρόνο το διαψεύδει. Εκ Πειραιώς ορμώμενος, πλην όμως κάτοικος Κάτω Κόσμου παλαιόθεν. Επαγγέλλεται ανεπισήμως την παρατήρηση των ανθρώπων.


Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, ήμουν ένας εξαιρετικά καλόπιστος άνθρωπος. Καλόπιστος είμαι ακόμη, απλά πλέον δεν είμαι άνθρωπος αλλά θεός, όπως γνωρίζετε. Ας μην το αναλύσουμε όμως. Αυτό σημαίνει πως θεωρούσα ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να μου λένε ψέματα οι άλλοι, πόσω δε μάλλον στο σχολείο.

Έτσι, είχα γαλουχηθεί με τις αρχές της χριστιανοσύνης και της διδασκαλίας του Χριστού, ήτοι όπως ακριβώς τα μέλη του ιερατείου και ο πλησίον μου: ούτε τον ένα χιτώνα έδινα, ακόμη κι αν είχα 5, και σε καμία περίπτωση δεν τηρούσα τις γραφές, αφού ό,τι κακό έκανα οφειλόταν στον Πονηρό, ο οποίος κατά βάθος έφταιγε για τα πάντα, και οι νηστείες δεν με πολυενδιέφεραν κ.λπ. κ.λπ.

Απλά πράγματα, καθημερινά και προπάντων βολικώς σωστά. Δεν με ενοχλούσαν όμως, τουναντίον ήμουν εξαιρετικά υπερήφανος που ήμουν χριστιανός ορθόδοξος. Μάλιστα, ήδη από μικρός είχα πληροφορηθεί το σκοτεινό σχέδιο αφανισμού της ορθοδοξίας κ.λπ.

Μέσα σε όλα είχα αποκτήσει και την επίγνωση ότι δεν πατάμε σε μέρη διαφθοράς και σήψης, όπως τα βιβλιοπωλεία (πίστευε και μη ερεύνα άλλωστε, μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι κ.λπ.), και φυσικά ούτε λόγος για τους άπλυτους και απολίτιστους Αρχαίους που πέραν ενός Παρθενώνα δεν είχαν το παραμικρό άλλο να μας πουν. Δεν χρειαζόταν να δώσω και καμιά ιδιαίτερη σημασία. Εξάλλου αυτό που μετρούσε ήταν το ελληνικό Βυζάντιο, ήταν οι άγιοι όπως π.χ. η Φαύστα και ο Κρίσπος κ.ο.κ. Αυτά με ενδιέφεραν.

Μέχρι που κάποια στιγμή έτυχε περί τα 16 μου να βρεθώ σε ένα μιαρό βιβλιοπωλείο για να παραλάβω ένα βιβλίο γερμανικής (την οποίαν μάθαινα), και παρά την εμφανή απέχθειά μου, μέχρι να μου φέρει ο μαγαζάτορας το βιβλίο μου από το πατάρι, αποφάσισα να ρίξω μια ματιά, απλώς για να επιβεβαιώσω ότι ο χώρος στον οποίον βρισκόμουν ήταν ένας τόπος του κακού.

Καθώς κοιτούσα λοιπόν στα βιβλία με αρχαία ζητήματα, έπεσε το μάτι μου κάπου (δεν έχει σημασία πού) και συγκλονισμένος σκέφτηκα «αποκλείεται, τι ψευταράδες!» Όμως διαπίστωσα ότι ο ψευταράς είχε και φωτογραφίες, ανέφερε και ημερομηνίες και συγκεκριμένα γεγονότα, είχε και αρχαιολογικά ευρήματα. Και κατέληγε, τέλος πάντων, σε ένα συμπέρασμα που φαινόταν εξαιρετικά αληθοφανές και απολύτως λογικό (έστω και εκ πρώτης όψεως). Αυτό ήταν: αποφάσισα να αγοράσω και αυτό το βιβλίο προκειμένου να καταρρίψω τη σκευωρία που εναντιωνόταν στη θρησκεία.

Μην τα πολυλογώ, τελικά όχι μόνο δεν το κατέρριψα αυτό το βιβλίο αλλά άρχισα να διαβάζω και άλλα, και άλλα, και άλλα, καθώς περνούσαν τα χρόνια. Κι ως προς τα γεγονότα, πολλά άρχισαν να καταρρίπτονται μπροστά μου. Το ερώτημα με έκαιγε ολοένα και περισσότερο: γιατί και ποιος μου έλεγε ψέματα όλα αυτά τα χρόνια; Μίσος, το ένοιωθα να σιγοκαίει. Θα τους έβρισκα όλους και θα τους αποκάλυπτα.

Βέβαια η θρησκεία ήταν καλή, ήταν προφανές ότι έφταιγε το ιερατείο, αυτοί που κινούσαν τα νήματα.

Μέχρι που ανακάλυψα και άλλα γεγονότα, και άλλα, και άλλα. Και τελικώς ανακάλυψα τι ακριβώς σημαίνει θρησκεία. Όχι χριστιανισμός συγκεκριμένα, αλλά θρησκεία γενικότερα.

Πέρασα από πολλές φάσεις, κι αυτό διότι είχα συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να έχω την ταμπέλα μου: από Χ.Ο. έγινα Χ.Ο. αλλά με αποσχιστικές τάσεις προς την εκκλησία, μετά έγινα αντιχριστιανός (πολλοί το συνδύασαν με το metal που ακούω, αλλά καμία σχέση), μετά έγινα εθνικός (αν και Ολυμπιακός), μετά έγινα παγανιστής, μετά έγινα ούτε που θυμάμαι τι άλλο (και πόσα άλλα), μέχρι που συνειδητοποίησα ότι προκειμένου να γίνω θεός έπρεπε πρώτα να γίνω άνθρωπος και για να γίνω άνθρωπος έπρεπε ως νέος Προμηθέας να αποτινάξω τα σύγχρονα δεσμά, αυτά που μου μάτωναν το μυαλό με τις τάχα μου ηθικές διδασκαλίες μίας κοινωνίας που είχε πάρει ήδη από τότε (και πιο πριν) την κάτω βόλτα.

Και πάνε αρκετά χρόνια που δεν με ενδιαφέρει να είμαι κάτι και που είμαι τα πάντα επειδή ακριβώς δεν είμαι τίποτα. Διότι πολύ απλά δεν με νοιάζει. Όπως ακριβώς δεν έβλεπα να νοιάζεται κανένας όταν είχα πάει στο εξωτερικό (Γερμανία) για όχι πολύ μικρό χρονικό διάστημα και όταν με εξαιρετική υπερηφάνεια ανακοίνωνα ότι είμαι Χ.Ο. δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται κανείς απολύτως, παρόλο που είχα μάθει τα ακριβώς αντίθετα όλα τα χρόνια. Κοινώς έβλεπα έναν ολόκληρο κόσμο, για τον οποίο με είχαν πείσει ότι είναι ο σωστός, να καταρρέει ως ψευδής, ακριβώς όπως περιγράφει ο Πλάτων στην Πολιτεία.

Διότι εμένα με ενδιαφέρει να σκέπτομαι, να αναλύω, να στοχάζομαι, να αμφιβάλλω αλλά πάνω απ’ όλα να είμαι ήρεμος: «νήφε και μέμνησο απιστείν». Με ενδιαφέρει να το κάνουν όλοι και δεν με νοιάζει τι πρεσβεύει ο καθένας.

Από τότε που αποτίναξα αυτά τα δεσμά νοιώθω πολύ πιο ελεύθερος, πολύ πιο έτοιμος να κάνω το πραγματικά καλό. Και η πλάκα είναι ότι μόνο μετά απ’ αυτό κατάφερα να διαβάσω έστω και τις Γραφές, παρόλο που πιο πριν που «ήμουν» δεν το είχα πράξει, και τις οποίες μάλιστα σε διάφορα σημεία έχω ως εξαιρετικά λογοτεχνικά (και όχι μόνο) δείγματα γραφής (π.χ. είναι σχετικά άγνωστο ότι το Κατά Ιωάννην ξεκινάει ηρακλειτείως).

Διότι δεν με νοιάζει η οποιαδήποτε θρησκεία, δεν με νοιάζει ο αγνωστικισμός, δεν με νοιάζει η αθεΐα, δεν με νοιάζουν οι ταμπέλες. Το βράδυ στρέφω το κεφάλι ψηλά προς το Σύμπαν και παρατηρώ το κόσμημα, τον Κόσμο, και συλλογίζομαι πόσο μεγάλο είναι το δώρο της ζωής που έχω στα χέρια μου, να μπορώ να παρατηρώ μια τέτοια μεγάλη ομορφιά, να είμαι τμήμα της, να αποτελώ κομμάτι του Όλου. Παρατηρώ τη Φύση και μαγεύομαι απ’ αυτά που μπορεί να κάνει και συνειδητοποιώ πόσο χρόνο έχω χάσει αναλογιζόμενος χαζά ερωτήματα, άνευ αξίας. Πόσο χρόνο μου έκλεψαν, πόσο χρόνο με είχαν δέσμιο, πόσο χρόνο είχα επιτρέψει να είμαι τυφλός.

Συζητάω συχνά με ανθρώπους που πραγματικά νοιώθουν τη θρησκευτική πίστη μέσα τους: κάποιοι εξ αυτών μπορεί ενίοτε να παρεκκλίνουν και να διαβάσουν και κάνα «απαγορευμένο» βιβλίο, αλλά οι περισσότεροι είναι στα γνωστά επίπεδα: ό,τι πει ο αυθέντης, κι από βιβλία, τα «δικά μας».

Κι εγώ την ίδια στιγμή διαβάζω Ηράκλειτο και Καζαντζάκη, Όμηρο και Λιαντίνη, Καβάφη και Γραμματικάκη. Είναι χρέος μου να τους βοηθήσω. Κάνοντάς τους να καταλάβουν ότι πρέπει να βοηθηθούν, μπας και αυτός ο Κόσμος πάει ποτέ προς το καλύτερο…

Για να πάει προς το καλύτερο όμως πρέπει να αποτινάξει τον ζυγό του σκοταδισμού, να σηκώσει κεφάλι, να δει το φως, να μάθει να αγαπάει πραγματικά τη Φύση ολόκληρη, να συνειδητοποιήσει ότι το μέλλον βρίσκεται στα δικά του χέρια διότι δεν είναι τυχαίο ότι, όσο πιο πολύ βυθίζεται κάποιος στα θρησκευτικά άδυτα, τόσο πιο φανατισμένος βγαίνει απ’ αυτά.

Ευ πράττωμεν
(Πλάτων, Πολιτεία)

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο sfrang, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.