[Κπκ] 2α. Φλάβιος Ιώσηπος

22 November 2012
Αρθρογράφος: Ebonmuse
Μετάφραση: Evan T


« Προηγούμενο άρθρο [2] • Περιεχόμενα Επόμενο άρθρο » [2α’]

Ρωμαϊκή προτομή που εικάζεται πως απεικονίζει τον Ιώσηπο.

Από όλους τους ιστορικούς που φέρονται να μαρτυρούν την ύπαρξη του Ιησού, ο Ιώσηπος είναι αναμφισβήτητα ο πιο δημοφιλής στους Χριστιανούς. Ήταν ένας αξιοσέβαστος Εβραίος ιστορικός που δούλευε για τους Ρωμαίους υπό την κηδεμονία του αυτοκράτος Βεσπασιανού. Γεννήθηκε γύρω στα 37 Κ.Χ. και είναι ο πιο κοντινός στην εποχή του Ιησού από όσους χρησιμοποιούν οι απολογητές. Τα δύο μεγάλα σωζόμενα έργα του είναι η “Εβραϊκή Αρχαιολογία” (μια λεπτομερής ιστορία του εβραϊκού λαού, βασισμένη ως επί το πλείστον στη Βίβλο) και η “Ιστορία των Ιουδαϊκών Πολέμων” (μια ιστορία της καταστροφικής εβραϊκής εξέγερσης κατά της ρωμαϊκής κατοχής της Ιερουσαλήμ περί τα 70 Κ.Χ.).

Το 3ο κεφάλαιο του 18ου βιβλίου της “Ιουδαϊκής Αρχαιολογίας” περιέχει ίσως την πιο γνωστή αναφορά στον Ιησού. Ελάχιστα αποσπάσματα έχουν προκαλέσει τόση συζήτηση όσο αυτό, το λεγόμενο “Testimonium Flavianum”. Το πλήρες κείμενο λέει τα εξής:

63 Γίνεται δὲ κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον Ἰησοῦς σοφὸς ἀνήρ, εἴγε ἄνδρα αὐτὸν λέγειν χρή: ἦν γὰρ παραδόξων ἔργων ποιητής, διδάσκαλος ἀνθρώπων τῶν ἡδονῇ τἀληθῆ δεχομένων, καὶ πολλοὺς μὲν Ἰουδαίους, πολλοὺς δὲ καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἐπηγάγετο: ὁ χριστὸς οὗτος ἦν. 64 καὶ αὐτὸν ἐνδείξει τῶν πρώτων ἀνδρῶν παρ᾽ ἡμῖν σταυρῷ ἐπιτετιμηκότος Πιλάτου οὐκ ἐπαύσαντο οἱ τὸ πρῶτον ἀγαπήσαντες: ἐφάνη γὰρ αὐτοῖς τρίτην ἔχων ἡμέραν πάλιν ζῶν τῶν θείων προφητῶν ταῦτά τε καὶ ἄλλα μυρία περὶ αὐτοῦ θαυμάσια εἰρηκότων. εἰς ἔτι τε νῦν τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τοῦδε ὠνομασμένον οὐκ ἐπέλιπε τὸ φῦλον.

“Ιουδαϊκή Αρχαιολογία”, Βιβλίο XVIII, κεφ. 3, 63-64

Κάποιος που δεν γνωρίζει τις δαιδαλώδεις διαμάχες σχετικά με αυτό το απόσπασμα μπορεί να θεωρήσει πως παρέχει απίστευτα στιβαρή και λεπτομερή στήριξη στις ιστορίες των ευαγγελίων. Για την ακρίβεια, μοιάζει πολύ καλό για να είναι αληθινό. Και πράγματι, η συντριπτική πλειοψηφία των μελετητών [ΣτΜ: συμπεριλαμβανομένης και της επίσημης Καθολικής Εκκλησίας] θεωρούν πως το Testimonium Flavianum είναι, τουλάχιστον εν μέρει, μια πλαστογραφία, μια ύστερη προσθήκη στο έργο του Ιώσηπου. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μας διαβεβαιώνουν γι’ αυτό. Ο ένας είναι η ενθουσιώδης αποδοχή των θαυμάτων του Ιησού που θα μπορούσε να είχε γραφεί μόνο από έναν Χριστιανό, και ο Ιώσηπος δεν ήταν Χριστιανός. Ήταν Ορθόδοξος Εβραίος και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του. Ο πατέρας της Εκκλησίας Ωριγένης, που συχνά μετέφερε χωρία από τον Ιώσηπο, έγραψε πως “δεν πίστευε πως ο Ιησούς ήταν ο Χριστός”. Επιπλέον, στην “Ιστορία των Ιουδαϊκών Πολέμων” ο Ιώσηπος γράφει ρητά πως πίστευε ότι ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Βεσπασιανός ενσάρκωνε την εκπλήρωση των μεσσιανικών προφητειών (στο οποίο ίσως χρωστούσε και τη δουλειά του).

Αλλά ας υποθέσουμε πως αφαιρούμε τις προφανείς χριστιανικές προσθήκες· φράσεις όπως εἴγε ἄνδρα αὐτὸν λέγειν χρή, ὁ χριστὸς οὗτος ἦν και ἐφάνη γὰρ αὐτοῖς τρίτην ἔχων ἡμέραν πάλιν ζῶν τῶν θείων προφητῶν ταῦτά τε καὶ ἄλλα μυρία περὶ αὐτοῦ θαυμάσια εἰρηκότων. Μήπως ο Ιώσηπος έγραψε ό,τι περισσεύει, οπότε να μπορέσουμε να κρατήσουμε το υπόλοιπο ως μία “μειωμένη” εκδοχή του Testimonium, όπου ο Ιώσηπος απλά μαρτυρεί την ύπαρξη του Ιησού ως δασκάλου και σοφού άνδρα χωρίς να τον προβάλλει ως μεσσία ή θαυματοποιό;

Αυτή είναι η θέση που παίρνουν οι περισσότεροι Χριστιανοί μελετητές σήμερα, αλλά κι αυτή έχει προβλήματα. Κατ’ αρχάς, ακόμα και το “μειωμένο” Testimonium είναι εγκωμιαστικό για τον Ιησού. Αυτό είναι πολύ απίθανο. Ο Ιώσηπος και αλλού όντως αναφέρεται σε άλλους που είχαν αυτοανακηρυχθεί μεσσίες εκείνη την περίοδο, όπως ο Ιούδας ο Γαλιλαίος [XVIII,1,4] και ο Θευδάς ο Μάγος [XX,5,97-99], αλλά δεν λέει ούτε μία καλή κουβέντα γι’ αυτούς. Τους χλευάζει ως εξαπατητές, τους ονομάζει “ψευδοπροφήτες” και “απατεώνες”, τους κατηγορεί για τους πολέμους και τους λιμούς που ταλάνιζαν το Ισραήλ και πολλά άλλα. Αυτό είναι απόλυτα κατανοητό, αφού ο Ιώσηπος έγραφε υπό την κηδεμονία των Ρωμαίων και οι Ρωμαίοι δεν έβλεπαν με καλό μάτι τους αυτοανακηρυσσόμενους μεσσίες που κήρυσσαν την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης· τη ρωμαϊκή εξουσία, δηλαδή. (Το “μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσιν τὴν γῆν” σίγουρα θα έπεφτε στην ίδια κατηγορία με το “οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἀλλὰ μάχαιραν”). Μερικοί “μεσσίες” μέχρι που εναντιώνονταν ανοιχτά στην εξουσία και σπέρναν διχόνοια (όπως για παράδειγμα η εκδίωξη των εμπόρων από το ναό). Οι Ρωμαίοι συχνά εξέφραζαν τη διαφωνία τους εκτελώντας τους “μεσσίες” και ο Ιώσηπος μας αναφέρει αρκετά παραδείγματα. Αν ο Ιώσηπος είχε όντως γράψει για τον Ιησού, θα τον αποκήρυσσε, όχι μόνο επειδή ήταν ορθόδοξος Εβραίος, αλλά επειδή έπρεπε να μείνει συνεπής με το φιλορωμαϊκό στυλ γραφής του, διαφορετικά θα κινδύνευε τουλάχιστον να συλληφθεί. Είναι σχεδόν αδιανόητο να έγραψε έστω και το “μειωμένο” Testimonium.

Υπάρχουν κι άλλοι καλοί λόγοι για να πειστούμε πως ολόκληρο το χωρίο είναι πλαστό· συγκεκριμένα ότι δεν ταιριάζει με τα συμφραζόμενα. Το κεφάλαιο 3 του βιβλίου 18 της “Ιουδαϊκής Αρχαιολογίας” ξεκινά με τη διήγηση μιας σφαγής Εβραίων που διέταξε ο Πιλάτος ως απάντηση στις διαμαρτυρίες τους για τη χρήση ιερού χρήματος· έπειτα έρχεται το Testimonium, και μετά η επόμενη παράγραφος ξεκινά: “Καὶ ὑπὸ τοὺς αὐτοὺς χρόνους ἕτερόν τι δεινὸν ἐθορύβει τοὺς Ἰουδαίους…” Είναι αδιανόητο ότι ο Ιώσηπος, ένας ορθόδοξος Εβραίος, θα θεωρούσε τον θάνατο του Ιησού ως “ἕτερόν δεινὸν” για τους Εβραίους”. (Φυσικά, θα μπορούσε να πει κανείς πως το δεινό δεν ήταν ο θάνατος του Ιησού, αλλά η ίδρυση του Χριστιανισμού. Ωστόσο, σ’ αυτή την περίπτωση παραμένει το ερώτημα: Πώς δικαιολογείται αυτό με την ενθουσιώδη περιγραφή του Ιησού ακόμα και στο “μειωμένο” Testimonium;) Από την άλλη, αν αφαιρεθεί το Testimonium, το κείμενο ρέει αβίαστα.

Υπάρχει και ένα τελευταίο επιχείρημα κατά της αυθεντικότητας του Testimonium: δεν εμφανίζεται πουθενά πριν τον 4ο αι. Τον 2ο αι. ο Ωριγένης υπερασπίστηκε τον Χριστιανισμό από τις επιθέσεις του παγανιστή Κέλσου [ΣτΜ: στο έργο του “Κατά Κέλσου”] και μεταφέρει άφθονα χωρία από τον Ιώσηπο για να στηρίξει τις απόψεις του, αλλά δεν αναφέρει το Testimonium ούτε μία φορά, παρόλο που θα ήταν ο υπέρτατος άσσος στο μανίκι του. Οι σύγχρονοι απολογητές το εκλογικεύουν λέγοντας πως ο Ωριγένης αγνοούσε την ύπαρξη αυτού του χωρίου, αλλά είναι αδύναμο επιχείρημα δεδομένου πως ο Ωριγένης δείχνει να έχει ευρεία γνώση του έργου του Ιώσηπου και αποδυναμώνεται ακόμα περισσότερο όταν μας ζητούν να πιστέψουμε πως κανείς αρχαίος απολογητής δεν το πρόσεξε πριν το 300 ή δεν το θεώρησε άξιο αναφοράς. Ο πρώτος Χριστιανός που αναφέρεται στο Testimonium είναι ο Ευσέβιος τον 4ο αι., και κάποιοι μελετητές πιστεύουν πως ήταν αυτός που το κατασκεύασε.

Υπάρχει άλλο ένα σύντομο χωρίο στο οποίο ο Ιώσηπος αναφέρεται στον Ιησού. Στο 20ο βιβλίο της “Ιουδαϊκής Αρχαιολογίας”, στο κεφάλαιο 9 γράφει το εξής:

197 Πέμπει δὲ Καῖσαρ Ἀλβῖνον εἰς τὴν Ἰουδαίαν ἔπαρχον Φήστου τὴν τελευτὴν πυθόμενος. ὁ δὲ βασιλεὺς ἀφείλετο μὲν τὸν Ἰώσηπον τὴν ἱερωσύνην, τῷ δὲ Ἀνάνου παιδὶ καὶ αὐτῷ Ἀνάνῳ λεγομένῳ τὴν διαδοχὴν τῆς ἀρχῆς ἔδωκεν.   Στέλνει τότε ο Καίσαρας στην Ιουδαία τον Αλβίνο ως έπαρχο, όταν άκουσε για το θάνατο του Φήστου. Ο δε βασιλιάς αφαίρεσε την αρχιεροσύνη από τον Ιώσηπο και έδωσε το δικαίωμα διαδοχής στον γιο του Άνανου, που λεγόταν κι αυτός Άνανος.
198 τοῦτον δέ φασι τὸν πρεσβύτατον Ἄνανον εὐτυχέστατον γενέσθαι: πέντε γὰρ ἔσχε παῖδας καὶ τούτους πάντας συνέβη ἀρχιερατεῦσαι τῷ θεῷ, αὐτὸς πρότερος τῆς τιμῆς ἐπὶ πλεῖστον ἀπολαύσας, ὅπερ οὐδενὶ συνέβη τῶν παρ᾽ ἡμῖν ἀρχιερέων.   Λένε για τον Άνανο τον γηραιό πως αποδείχθηκε πολύ τυχερός άνθρωπος, αφού είχε πέντε παιδιά που γίνανε όλοι αρχιερείς του Θεού και επειδή ο ίδιος είχε την ίδια τιμή για μεγάλο διάστημα, κάτι το οποίο δεν είχε ξανασυμβεί σε κανέναν από τους αρχιερείς μας.
199 ὁ δὲ νεώτερος Ἄνανος, ὃν τὴν ἀρχιερωσύνην ἔφαμεν εἰληφέναι, θρασὺς ἦν τὸν τρόπον καὶ τολμητὴς διαφερόντως, αἵρεσιν δὲ μετῄει τὴν Σαδδουκαίων, οἵπερ εἰσὶ περὶ τὰς κρίσεις ὠμοὶ παρὰ πάντας τοὺς Ἰουδαίους, καθὼς ἤδη δεδηλώκαμεν.   Ο Άνανος ο νεώτερος, ο οποίος, όπως ήδη είπαμε, είχε γίνει αρχιερέας, ήταν θρασύς και παράτολμος άνθρωπος και μέλος των Σαδδουκαίων, οι οποίοι είναι οι πιο αυστηροί από όλους τους άλλους Εβραίους όταν κρίνουν παραστρατήματα, όπως ήδη έχουμε πει.
200 ἅτε δὴ οὖν τοιοῦτος ὢν ὁ Ἄνανος, νομίσας ἔχειν καιρὸν ἐπιτήδειον διὰ τὸ τεθνάναι μὲν Φῆστον, Ἀλβῖνον δ᾽ ἔτι κατὰ τὴν ὁδὸν ὑπάρχειν, καθίζει συνέδριον κριτῶν καὶ παραγαγὼν εἰς αὐτὸ τὸν ἀδελφὸν Ἰησοῦ τοῦ λεγομένου Χριστοῦ, Ἰάκωβος ὄνομα αὐτῷ, καί τινας ἑτέρους, ὡς παρανομησάντων κατηγορίαν ποιησάμενος παρέδωκε λευσθησομένους.   Επειδή λοιπόν ήταν τέτοιος ο Άνανος, και επειδή ο Φήστος ήταν νεκρός και ο Αλβίνος ακόμα καθ’ οδόν, θεώρησε πως του δόθηκε η ευκαιρία· συγκέντρωσε συνέδριο κριτών και έφερε κατηγορούμενο τον αδελφό του Ιησού του λεγόμενου Χριστού, που τον λέγανε Ιάκωβο, και κάποιους άλλους, με την κατηγορία ότι παρέβησαν τον νόμο, και τους παρέδωσε για λιθοβολισμό.
201 ὅσοι δὲ ἐδόκουν ἐπιεικέστατοι τῶν κατὰ τὴν πόλιν εἶναι καὶ περὶ τοὺς νόμους ἀκριβεῖς βαρέως ἤνεγκαν ἐπὶ τούτῳ καὶ πέμπουσιν πρὸς τὸν βασιλέα κρύφα παρακαλοῦντες αὐτὸν ἐπιστεῖλαι τῷ Ἀνάνῳ μηκέτι τοιαῦτα πράσσειν: μηδὲ γὰρ τὸ πρῶτον ὀρθῶς αὐτὸν πεποιηκέναι.   Σε όσους όμως τους θεωρούσαν αξιοσέβαστους πολίτες και πως δεν θα παρέβαιναν εύκολα τους νόμους δεν άρεσε αυτό, και έστειλαν κρυφά μήνυμα στο βασιλιά να διατάξει τον Άνανο να σταματήσει τέτοιου είδους ενέργειες, γιατί και όταν το έκανε πρώτη φορά δεν ήταν σωστό.
202 τινὲς δ᾽ αὐτῶν καὶ τὸν Ἀλβῖνον ὑπαντιάζουσιν ἀπὸ τῆς Ἀλεξανδρείας ὁδοιποροῦντα καὶ διδάσκουσιν, ὡς οὐκ ἐξὸν ἦν Ἀνάνῳ χωρὶς τῆς ἐκείνου γνώμης καθίσαι συνέδριον.   Κάποιοι από αυτούς πήγαν και βρήκαν και τον Αλβίνο, που βρισκόταν καθ’ οδόν έξω από την Αλεξάνδρεια, και τον ενημέρωσαν πως δεν ήταν σωστό ο Άνανος να συγκαλέσει συνέδριο χωρίς τη συγκατάθεσή του.
203 Ἀλβῖνος δὲ πεισθεὶς τοῖς λεγομένοις γράφει μετ᾽ ὀργῆς τῷ Ἀνάνῳ λήψεσθαι παρ᾽ αὐτοῦ δίκας ἀπειλῶν. καὶ ὁ βασιλεὺς Ἀγρίππας διὰ τοῦτο τὴν Ἀρχιερωσύνην ἀφελόμενος αὐτὸν ἄρξαντα μῆνας τρεῖς Ἰησοῦν τὸν τοῦ Δαμναίου κατέστησεν.   Ο Αλβίνος συμφώνησε με αυτά και έγραψε οργισμένος επιστολή στον Άνανο και τον απείλησε πως θα τον τιμωρούσε γι’ αυτό που έκανε. Και ο βασιλιάς Αγρίππας, εξ αιτίας αυτού, του αφαίρεσε την αρχιεροσύνη, ενώ κατείχε το αξίωμα μόνο τρεις μήνες, και έκανε αρχιερέα τον Ιησού του Δαμναίου.

“Ιουδαϊκή Αρχαιολογία”, Βιβλίο XX, κεφ. 9, 197-203

Αυτό το χωρίο δεν είναι τόσο φανερή πλαστογραφία όπως το Testimonium. Ωστόσο είναι και αυτό ευάλωτο.

Ο Ιώσηπος ήταν Εβραίος ιστορικός, αλλά εργαζόταν υπό την αιγίδα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Βεσπασιανού· έγραφε για ρωμαϊκό κοινό. Ένα ρωμαϊκό κοινό δεν θα ήξερε έννοιες του ιουδαϊκού μεσσιανισμού και δεν θα ήξερε τι σημαίνει η λέξη “χριστός”. Αν ο Ιώσηπος τη χρησιμοποιούσε χωρίς εξήγηση αυτό θα τους μπέρδευε. Ωστόσο, αν αγνοήσουμε το Testimonium ως πλαστογραφία, αυτό είναι το μόνο σημείο που χρησιμοποιείται ο όρος χωρίς να δίδεται και ερμηνεία, και δεδομένου ότι είναι αμφίβολο πως ο Ιώσηπος θα χρησιμοποιούσε τον όρο χωρίς ερμηνεία, η φράση είναι πιθανότατα εμβόλιμη.

Με αυτό κατά νου, εξηγούνται και άλλα προβλήματα του χωρίου. Το ένα είναι η παράδοξη σειρά των λέξεων στην παράγραφο. Γιατί ο Ιώσηπος αναφέρει πρώτο τον Ιησού όταν το κείμενο μιλάει ουσιαστικά για κάποιον άλλο; Λογικότατο όμως αν υποθέσουμε ότι ένας Χριστιανός πλαστογράφος έδωσε προτεραιότητα στο όνομα του σωτήρα του, συνειδητά ή ασυνείδητα. Το άλλο είναι η επιλογή λέξεων. Κάποιοι έχουν μεταφράσει την κρίσιμη φράση ως “ο αδελφός του Ιησού, του επονομαζόμενου Χριστού”. Ωστόσο η μετάφραση αυτή δεν στηρίζεται από το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο. Για την ακρίβεια το ελληνικό κείμενο χρησιμοποιεί τις ίδιες λέξεις με το Κατά Ματθαίον 1,16 (σε διαφορετική πτώση).

Ίσως όλα αυτά να είναι συμπτώσεις, αλλά υπάρχει άλλη μία ανωμαλία. Διαβάζοντας το υπόλοιπο κεφάλαιο 9 μαθαίνουμε πως οι Εβραίοι οργίστηκαν τόσο πολύ από τον λιθοβολισμό του Ιακώβου που έγραψαν στον βασιλιά Αγρίππα απαιτώντας να απολυθεί ο Άνανος. Γιατί να εκνευριστούν τόσο οι Εβραίοι με τον φόνο ενός αποστάτη, ενός χριστιανού ηγέτη, που να απαιτήσουν την εκθρόνιση ενός δικού τους αρχιερέα;

Κανένα από αυτά τα τέσσερα σημεία δεν αποτελεί συγκλονιστικό στοιχείο, αλλά και τα τέσσερα μαζί οδηγούν στο συμπέρασμα πως και αυτό είναι μια μετέπειτα χριστιανική προσθήκη. Ίσως ο Ιώσηπος να έγραφε για κάποιον άλλο, κάποιον τυχαίο Εβραίο ονόματι Ιάκωβο, και κάποιος Χριστιανός σχολιαστής αργότερα θεώρησε πως αναφερόταν στον αδελφό του Ιησού, αλλά ενοχλήθηκε που ο Ιώσηπος δεν τον ανέφερε και ανέλαβε να διορθώσει το λάθος προσθέτοντας το “ἀδελφὸν Ἰησοῦ τοῦ λεγομένου Χριστοῦ” στη φράση.

Αυτό το συμπέρασμα είναι αρκετά λογικό και κάνει το χωρίο να ρέει καλύτερα. Άλλωστε, αν ο Ιώσηπος είχε όντως γράψει τη φράση “ο λεγόμενος Χριστός” είναι δύσκολο να την είχε αφήσει χωρίς εξήγηση· χώρια ότι ο ισχυρισμός είναι εξαιρετικά θρασύς αφού υπονοεί πως το άτομο είναι ο θεόσταλτος μεσσίας, ο πολυαναμενόμενος σωτήρας των Εβραίων που θα εγκαθίδρυε το αιώνιο βασίλειο του Θεού στη γη. Είναι πολύ λογικό να υποθέσουμε ότι ο Ιώσηπος τουλάχιστον θα έγραφε κάτι παραπάνω για ένα άτομο που θα τολμούσε να αποδεχθεί έναν τόσο βαρυσήμαντο τίτλο, ακόμα και αν δεν δεχόταν τους μεσσιανικούς ισχυρισμούς του. Αλλά τέτοιο κείμενο δεν υπάρχει πουθενά στον Ιώσηπο, άρα μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια ότι ποτέ δεν έγραψε την επίμαχη φράση.

Σχόλια του Μεταφραστή

Το επιχείρημα του Ebonmuse για την ομοιότητα μεταξυ Ιώσηπου και Ματθαίου είναι πάρα πολύ αδύναμο. Κατ’ αρχάς η ομοιότητα περιορίζεται σε τρεις λέξεις, η μία άρθρο: “ο λεγόμενος Χριστός”, και δεν υπάρχουν και πολλοί τρόποι στα Ελληνικά για να εκφραστεί αυτή η έννοια. Ακόμα και αν δεν πρόκειται για απλή σύμπτωση, δεν θα το θεωρούσα και διόλου απίθανο ένας Χριστιανός αντιγραφέας να διάβασε μια άλλη παρεμφερή έκφραση στο πρωτότυπο και εκ παραδρομής να χρησιμοποίησε μια άλλη παρόμοια. Δεν απαιτείται δόλος για ένα τέτοιο λάθος.

Άλλη μία ένσταση: Παρόλο που ο Ιώσηπος έγραφε για Ρωμαίους, και σίγουρα δεν θα αναγνώριζαν εβραϊκή ορολογία, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το “Χριστός” είναι ελληνική λέξη, και οι μορφωμένοι Ρωμαίοι δεν θα είχαν πρόβλημα να την κατανοήσουν. Σίγουρα όμως δεν θα την κατανοούσαν ως “θεόσταλτος” (Παρεμπιπτόντως ο ισχυρισμός του Ebonmuse ότι Χριστός=Μεσσίας είναι λανθασμένος, αφού ο μεσσίας έπρεπε να είναι κεχρισμένος, αλλά ο κάθε κεχρισμένος δεν είναι μεσσίας. Για την ακρίβεια κεχρισμένοι στο Ισραήλ ήταν όλοι οι βασιλιάδες, οι αρχιερείς και οι προφήτες, οπότε ο μεσσίας έπρεπε να είναι κεχρισμένος ως βασιλιάς).

Προσωπικά θεωρώ πιο λογική την εξής εξήγηση, που προκύπτει πιο αβίαστα από το κείμενο: Ο Άνανος σκότωσε τον αδελφό ενός Ιησού που ήταν κεχρισμένος. Οι Ιουδαίοι ενοχλήθηκαν τόσο που ο Αγρίππας έδιωξε τον Άνανο και έβαλε στη θέση του τον… Ιησού του Δαμναίου (να θυμίσω πως οι αρχιερείς των Εβραίων χρίονται κι αυτοί). Δύο πιθανά σενάρια βλέπω εδώ: ή να έχουμε μια πραγματικά φοβερή σύμπτωση με έναν κεχρισμένο Ιησού που είχε αδελφό ονόματι Ιάκωβο που ενεπλάκησαν σε μια ενδοϊερατική διαμάχη για την αρχιεροσύνη (ασυνήθιστα ονόματα δεν είναι στα εβραϊκά, αλλά η σύμπτωση είναι εντυπωσιακή) ή όντως έγινε κάποια πλαστογράφηση εδώ, αλλά στο όνομα του Ιακώβου και όχι του Ιησού. Δεν το βρίσκω απίθανο ένας γραφέας να είδε το όνομα του Ιησού και ένα άσχετο όνομα ως αδελφό του και να θεώρησε σκόπιμο να το διορθώσει, νομίζοντας πως ο Ιώσηπος αναφερόταν στον δικό του Ιησού.

Η ύπαρξη πάντως του Ιησού του Δαμναίου στην ίδια παράγραφο σίγουρα περιπλέκει οποιαδήποτε ερμηνεία αυτού του χωρίου.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο On the way to Ithaca, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.