[Κπκ] 2γ. Πλίνιος ο Νεότερος
Αρθρογράφος: Ebonmuse
Μετάφραση: Evan T
« Προηγούμενο άρθρο [2β] | • Περιεχόμενα | Επόμενο άρθρο » [2δ] |
Ο Πλίνιος ο Νεότερος (Γάιος Πλίνιος Κεκίλιος Σεκούνδος, Gaius Plinius Caecilius Secundus) ήταν επί δύο χρόνια ανθύπατος (proconsul) της Βιθυνίας, μιας ρωμαϊκής επαρχίας στη Μικρά Ασία, και είναι γνωστός για αρκετές επιστολές που έγραψε στον Αυτοκράτορα Τραϊανό γύρω στο 112 Κ.Χ. που μας δίνουν πληροφορίες για την καθημερινή ζωή εκείνη την περίοδο. Σε ένα από αυτά γράφει [ΣτΜ: για κάποιους Χριστιανούς που συνέλαβε, αλλά απαρνήθηκαν την πίστη τους για να γλιτώσουν]:
Quoque omnes et imaginem tuam deorumque simulacra venerati sunt et Christo male dixerunt. Affirmabant autem hanc fuisse summam vel culpae suae vel erroris, quod essent soliti stato die ante lucem convenire, carmenque Christo quasi deo dicere secum invicem seque sacramento non in scelus aliquod obstringere, sed ne furta ne latrocinia ne adulteria committerent, ne fidem fallerent, ne depositum appellati abnegarent. Quibus peractis morem sibi discedendi fuisse rursusque coeundi ad capiendum cibum, promiscuum tamen et innoxium; quod ipsum facere desisse post edictum meum, quo secundum mandata tua hetaerias esse vetueram. Όλοι λατρέψανε το άγαλμά σου [Αυτοκράτορα] και τα αγάλματα των θεών και ταυτόχρονα καταριούνταν το όνομα του Χριστού. Παραδέχθηκαν ολόκληρη την ενοχή τους ή το σφάλμα τους, που ήταν ότι μια συγκεκριμένη ημέρα, πριν ξημερώσει, συναντιόντουσαν και απηύθηναν ένα είδος προσευχής στον Χριστό ως σε θεότητα και δενόντουσαν με βαρύ όρκο, όχι για κάποιον κακό σκοπό, αλλά [ορκίζονταν] να μην κάνουνε ποτέ κάποια απάτη ή μοιχεία, να μην πούνε ποτέ ψέματα, ούτε να προδώσουν την εμπιστοσύνη κάποιου· και μετά είχαν έθιμο να χωρίζονται και μετά να ξανασυγκεντρώνονται για να φάνε από κοινού ένα αθώο γεύμα. Μετά τη διαταγή μου που απαγόρευε τις συναθροίσεις, όπως με διέταξες, σταμάτησαν αυτό το έθιμό τους. “Epistularum Libri Decem”, Βιβλίο X, XCVII ή 96 (στ. 6-7)
Η απόδοση στα Ελληνικά βασίζεται στην Αγγλική μετάφραση του William Melmoth (περί 1850)
Και πάλι θυμηθείτε το δεύτερο κριτήριο. Το χωρίο δεν αναφέρει τίποτα για τον ιστορικό Ιησού, ούτε βεβαιώνει την ύπαρξη ενός τέτοιου ατόμου. Απλά λέει πως οι Χριστιανοί λατρεύαν τον Χριστό, αλλά αυτό αποδεικνύει την ύπαρξη του Ιησού, όσο και το ότι οι Ρωμαίοι λάτρευαν τον Δία (μην ξεχνάτε και πως το “Χριστός” είναι τίτλος και όχι όνομα). Αυτός ο στίχος δεν λέει πως ο Χριστός υπήρξε ποτέ στη Γη, ούτε πως οι Χριστιανοί το πίστευαν αυτό· οπότε ο στίχος είναι πλήρως συμβατός με έναν πρώιμο Χριστιανισμό που λάτρευε έναν Χριστό-πνεύμα του οποίου ο θάνατος και η ανάσταση συνέβησαν στους Ουρανούς. [ΣτΜ: εδώ ο συγγραφέας αναφέρεται στην υπόθεση που αναλύει στο κεφάλαιο 3] Αλλά και να μην ισχύει αυτό, εκατό χρόνια είναι υπεραρκετά για να ριζώσουν θρύλοι για ένα ανύπαρκτο ιστορικό πρόσωπο.
Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο On the way to Ithaca, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.