Η εκκοσμικευμένη κοινωνία και ο ρόλος του αθεϊσμού [1]

1 October 2013
Στο πλαίσιο των ομιλιών, έξι συνολικά τον αριθμό, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από μέλη της Ένωσης Αθέων στον Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο «Nosotros» (Θεμιστοκλέους 66, Εξάρχεια), μετά από πρόσκληση για συμμετοχή στους κύκλους αυτομόρφωσης που διοργανώνει ο συγκεκριμένος χώρος, το μπλογκ μας αναδημοσιεύει τμηματικά το περιεχόμενο των ομιλιών αυτών.


Αρθρογράφος: Τατιάνα Ραπακούλια, πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής της Ένωσης Αθέων, διαδικτυακό ψευδώνυμο Αόρατη Μελάνη


Επόμενο [2] »

Η έννοια της εκκοσμίκευσης, του αθεϊσμού, της αθρησκείας και της ανεξιθρησκίας. Πώς ο αθεϊσμός συνδέεται με την εκκοσμικευμένη κοινωνία και πώς η κοινωνία επηρεάζει την έκφραση του αθεϊσμού. Αλληλεπίδραση αθεϊσμού και εκκοσμίκευσης με διάφορες ιδεολογίες.

Ορισμοί

Θα αρχίσω με ένα παράθεμα από το έργο «Ἡ μεταμόρφωση ὡς παράδειγμα πρός ἀποφυγή: Μιά ἰδιαίτερη περίπτωση ἐκκοσμίκευσης τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀποστολῆς» του Θανάση Παπαθανασίου, διδάκτορα θεολογίας, καθηγητού της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Σχολής Αθηνών και αρχισυντάκτη του περιοδικού «Σύναξη».

Έχει καθιερωθεί εκκοσμίκευση να σημαίνει εκείνο τον προσανατολισμό ο οποίος ερμηνεύει την πραγματικότητα και δομεί τον ανθρώπινο βίο δίχως να αντλεί κανονιστικές αρχές από οιαδήποτε πίστη σε θεό ή από την αποδοχή οιασδήποτε μεταφυσικής αναφοράς.

Από χριστιανικής σκοπιάς αυτό θα μπορούσε εν ολίγοις να οριστεί ως προσπάθεια του κόσμου να αντλήσει νόημα από τον εαυτό του. Μια καθαρή και γνήσια εκκοσμίκευση, λοιπόν, θα ήταν συνεπής με τον εαυτό της αν έφτανε να ταυτίσει τον εαυτό της με έναν καθαρό και κυριολεκτικό αθεϊσμό.

Άποψη η οποία, οφείλω να πω, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη.

Ας δούμε όμως λίγο πιο αναλυτικά την έννοια της εκκοσμίκευσης καθώς και άλλες έννοιες που συνδέονται με αυτήν και την επηρεάζουν.

Εκκοσμίκευση

Εκκοσμίκευση ονομάζεται η χειραφέτηση της σκέψης, της συμπεριφοράς, των κοινωνικών θεσμών και του πολιτισμού από τη θρησκευτική πίστη, τους θρησκευτικούς θεσμούς και τα θρησκευτικά σύμβολα. Η εκκοσμίκευση διακρίνεται σε αντικειμενική εκκοσμίκευση, η οποία αφορά τους κοινωνικούς θεσμούς και τον πολιτισμό, και υποκειμενική εκκοσμίκευση, που αφορά τη συνείδηση και το φρόνημα του ατόμου.

Έχουμε συνηθίσει, ιδίως τα τελευταία χρόνια, όταν βλέπουμε τη λέξη «εκκοσμίκευση», φερ’ ειπείν στον τύπο, να τη συνδέουμε με την εκκοσμίκευση των κρατικών θεσμών, δηλαδή με τον διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους. Όμως πρέπει να θυμόμαστε ότι η εκκοσμίκευση είναι επίσης μια διεργασία πρωτίστως συνειδησιακή, ατομική και εσωτερική. Η ατομική εκκοσμίκευση μεγάλου μέρος του πληθυσμού μιας κοινωνίας είναι ικανή προϋπόθεση για την εκκοσμίκευση του κράτους, δεν είναι όμως και αναγκαία. Επιπλέον, αντίθετα με ό,τι ίσως θα περίμενε κανείς, η εκκοσμίκευση του κράτους δεν συνεπάγεται πάντοτε την εκκοσμίκευση της κοινωνίας, ούτε την ατομική εκκοσμίκευση του μεγαλύτερου μέρους των πολιτών.

Ο José Casanova, καθηγητής του τμήματος Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Georgetown των ΗΠΑ και παγκοσμίου κύρους ειδικός στην κοινωνιολογία της θρησκείας, στο άρθρο του «Επανεξέταση της εκκοσμίκευσης (Rethinking secularization)», γράφει:

Η σταδιακή αποδυνάμωση της θεσμικά κατοχυρωμένης χριστιανικής θρησκείας στην Ευρώπη είναι μια αδιαμφισβήτητη κοινωνική πραγματικότητα. Από τη δεκαετία του 1960 μια αυξανόμενη πλειοψηφία του ευρωπαϊκού πληθυσμού έπαυσε να συμμετέχει τακτικά στην παραδοσιακή θρησκευτική πρακτική, ενώ εξακολουθούν να διατηρούν σχετικά υψηλά επίπεδα ατομικής θρησκευτικότητας. Η Grace Davie χαρακτήρισε αυτή τη γενική κατάσταση στην Ευρώπη ως “πίστη χωρίς ένταξη (believing without belonging)”. Ταυτόχρονα, όμως, μεγάλος αριθμός των Ευρωπαίων, ακόμα και στις πιο κοσμικές χώρες, αυτοπροσδιορίζονται ακόμα ως «Χριστιανοί», που παραπέμπει σε μια σιωπηρή, διάχυτη, υποκείμενη χριστιανική πολιτιστική ταυτότητα. Η Danièle Hervieu-Léger πρότεινε το αντίθετο χαρακτηρισμό της κατάστασης στην Ευρώπη, «ένταξη χωρίς πίστη (belonging without believing)». Η “κοσμική” και η “χριστιανική” πολιτιστική ταυτότητα διαπλέκονται με πολύπλοκους και άρρητους τρόπους στους περισσότερους Ευρωπαίους.

Οι παραδοσιακές εξηγήσεις της Ευρωπαϊκής εκκοσμίκευσης, με αναφορά στη θεσμική διαφοροποίηση, τον ανερχόμενο ορθολογισμό, ή τον αυξανόμενο ατομισμό, δεν είναι πειστικές, διότι σε άλλες σύγχρονες κοινωνίες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν παρατηρούνται παρόμοια επίπεδα μείωσης της θρησκευτικότητας. Η εξήγηση θα πρέπει να αναζητηθεί όχι στις γενικές διαδικασίες του εκσυγχρονισμού, αλλά συγκεκριμένα στις ευρωπαϊκές ιστορικές εξελίξεις.

Η πιο ουσιαστική ερώτηση στην Ευρώπη, και το κλειδί της επεξήγησης του ιδιαίτερου χαρακτήρα της ευρωπαϊκής εκκοσμίκευσης, είναι το γιατί οι εθνικές εκκλησίες, από τη στιγμή που παραχώρησαν στο κοσμικό έθνος-κράτος την παραδοσιακή ιστορική λειτουργία τους ως σύμβολα κοινωνικής ενότητας (δηλαδή ως εκπρόσωποι της κοινοτικής ταυτότητας και φορείς της συλλογικής μνήμης), έχασαν στην πορεία την ιδιότητα να λειτουργούν ως θρησκείες για την ατομική σωτηρία. Κρίσιμης σημασίας είναι το ερώτημα γιατί τα άτομα στην Ευρώπη, από τη στιγμή που έχασαν την πίστη στις εθνικές εκκλησίες τους, δεν έκαναν τον κόπο να αναζητήσουν εναλλακτικές.

Στη ρίζα του ζητήματος βρίσκεται η τάση σύνδεσης της διαδικασίας της εκκοσμίκευσης με τη διαδικασία του εκσυγχρονισμού. Η μείωση της θρησκευτικότητας ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του ιδανικού της εκκοσμίκευσης, με αποτέλεσμα να θεωρείται φυσιολογική και προοδευτική, φυσική συνέπεια του να είναι κανείς μοντέρνος και διαφωτισμένος Ευρωπαίος. Αντίθετα, το πρότυπο του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους όπως κωδικοποιήθηκε στην Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ, δόμησε το μοναδικό πρότυπο του αμερικανικού θρησκευτικού πλουραλισμού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν ποτέ τους εθνική εκκλησία. Όλες οι θρησκείες στην Αμερική, εκκλησίες καθώς και αιρέσεις, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, τους δογματικούς ισχυρισμούς και την εκκλησιαστική τους ταυτότητα, μετατράπηκαν σε ισότιμα θρησκεύματα, επισήμως ίσα βάσει Συντάγματος και ανταγωνιζόμενα σε μια σχετικά ελεύθερη και πλουραλιστική θρησκευτική αγορά.

Αρχικά, η ποικιλομορφία και η ισότητα θεσμοθετήθηκε μόνο ως εσωτερικός θρησκευτικός πλουραλισμός του αμερικανικού Προτεσταντισμού. Η Αμερική ορίστηκε ως «χριστιανικό» έθνος, όπου «χριστιανικό» σήμαινε αποκλειστικά «προτεσταντικό». Τελικά όμως ενσωματώθηκαν επίσης οι Καθολικοί και οι Εβραίοι στο σύστημα του αμερικανικού θρησκευτικού πλουραλισμού. Έλαβε χώρα μια διεργασία με την οποία ο Καθολικισμός και ο Ιουδαϊσμός μετατράπηκαν σε «αμερικανικές» θρησκείες, ενώ η αμερικανική θρησκεία και το έθνος μεταμορφώθηκαν στην πορεία. Η Αμερική έγινε ένα «ιουδαιο-χριστιανικό έθνος», ενώ Προτεστάντες, Καθολικοί, και Εβραίοι έγιναν τα τρία δόγματα που συνιστούν την αμερικανική εθνική θρησκεία.

Παρατηρούμε εδώ ότι στη διαδικασία αυτή δεν συμπεριλαμβάνονται άλλες θρησκείες, όπως το Ισλάμ, ο Βουδισμός ή ο ανιμισμός των ιθαγενών Αμερικανών. Ο υποτιθέμενος αυτός θρησκευτικός πλουραλισμός αφορά μόνο τις εβραϊκές και χριστιανικές ομολογίες.

Το γεγονός ότι η θρησκεία, τα θρησκευτικά ιδρύματα και η θρησκευτική ταυτότητα έπαιξαν κεντρικό ρόλο στη διαδικασία ενσωμάτωσης των Ευρωπαίων μεταναστών έχει επαρκώς τεκμηριωθεί από τον Will Herberg. Τόσο η διατριβή του Herberg όσο και μεταγενέστερες μελέτες διαπιστώνουν ότι οι μετανάστες έγιναν πιο θρησκευόμενοι καθώς γίνονταν πιο Αμερικανοί. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε, ως εκ τούτου, ότι η θρησκευτικότητα των μεταναστών δεν είναι απλώς ένα παραδοσιακό κατάλοιπο του Παλαιού κόσμου που ενδέχεται να εξαφανιστεί με την προσαρμογή στο νέο πλαίσιο, αλλά μάλλον μια προσαρμοστική αντίδραση στον Νέο Κόσμο. Η διατριβή δείχνει ότι οι μετανάστες τείνουν να θρησκεύονται περισσότερο λόγω της κοινωνικής πίεσης να ταιριάξουν στα αμερικανικά θρησκευτικά πρότυπα, αλλά επίσης ότι οι συλλογικές θρησκευτικές ταυτότητες ήταν πάντα ένας βασικός τρόπος δόμησης του θρησκευτικού πλουραλισμού στην αμερικανική ιστορία.

Προκειμένου για τη θρησκεία, δεν υπάρχει καθολικός κανόνας. Όλες οι θρησκείες του κόσμου μεταμορφώνονται ριζικά σήμερα, όπως και καθ’ όλη την περίοδο της ευρωπαϊκής αποικιακής επέκτασης, από τις διαδικασίες του εκσυγχρονισμού και της παγκοσμιοποίησης. Μεταμορφώνονται όμως με πολλούς και ποικίλους τρόπους. Οι κοινωνιολόγοι της θρησκείας καλά θα κάνουν να πάψουν να ασχολούνται με τη μείωση της θρησκευτικότητας και να εστιάσουν στις νέες μορφές που λαμβάνει η θρησκεία σε όλο τον κόσμο, σε τρία διαφορετικά επίπεδα: το ατομικό, το ομαδικό και το κοινωνικό.

Στο κοινωνικό επίπεδο, ο κοσμικός εθνικισμός και οι εθνικές «κοσμικές θρησκείες» θα εξακολουθήσουν να είναι φορείς συλλογικής ταυτότητας, ωστόσο οι διεργασίες της παγκοσμιοποίησης είναι πολύ πιθανό να ενισχύσουν την επανεμφάνιση μεγάλων «παγκόσμιων θρησκειών» με τη μορφή διεθνοποιημένων νοητών θρησκευτικών κοινοτήτων (imagined religious communities). Ενδέχεται να εμφανιστούν νέες τέτοιες κοσμοπολίτικες κοινότητες, κατά πάσα πιθανότητα όμως οι πιο διαδεδομένες θα είναι και πάλι οι θρησκείες των παλαιών πολιτισμών. Είναι αρκετά απίθανο να επιτευχθεί ο περιορισμός της θρησκευτικότητας στην ιδιωτική σφαίρα, είτε από τα αυταρχικά καθεστώτα είτε από τα φιλελεύθερα δημοκρατικά συστήματα. Τα αυταρχικά συστήματα ενδέχεται να έχουν μια προσωρινή επιτυχία μέσω της καταστολής, τα δημοκρατικά θα δυσκολευτούν περισσότερο. Όπως δείχνει πάντως η περίπτωση της Γαλλίας, η λαϊκότητα (laïcité) μπορεί όντως να γίνει μια ιερή συνταγματική αρχή.

Σχετικά με την αναγκαιότητα της εκκοσμίκευσης, ο Casanova λέει τα εξής:

Δεν βρίσκω κανέναν επιτακτικό λόγο, σε δημοκρατική ή σε φιλελεύθερη βάση, για να αποκλείσουμε επί της αρχής τη θρησκεία από τη δημόσια σφαίρα. Θα μπορούσαμε, για ρεαλιστικούς ιστορικούς λόγους, να υποστηρίξουμε την ανάγκη διαχωρισμού μεταξύ «εκκλησίας» και «κράτους», αν και δεν είμαι πλέον πεπεισμένος ότι ο πλήρης διαχωρισμός είναι είτε αναγκαία είτε ικανή συνθήκη για τη δημοκρατία. […] Όπως δείχνουν τα παραδείγματα πολλών σύγχρονων κοσμικών αυταρχικών και ολοκληρωτικών καθεστώτων, από τη Σοβιετική Ένωση ως την Τουρκία, η απαγόρευση δεν είναι σε καμία περίπτωση επαρκής προϋπόθεση για τη δημοκρατία. Από την άλλη πλευρά, πολλές χώρες με επίσημη κρατική θρησκεία, όπως η Αγγλία και οι λουθηρανικές σκανδιναβικές χώρες, έχουν καλό ιστορικό δημοκρατικών ελευθεριών και προστασίας των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών. […] Οι κανόνες για την προστασία από την τυραννία των θρησκευτικών πλειοψηφιών αρκεί να είναι οι ίδιοι δημοκρατικοί κανόνες που εφαρμόζονται για προστασία από την τυραννία κάθε δημοκρατικής πλειοψηφίας. Η προστασία των δικαιωμάτων της οποιασδήποτε μειονότητας, θρησκευτικής ή κοσμικής, οφείλουν να είναι βασικές κανονιστικές αρχές κάθε φιλελεύθερου δημοκρατικού συστήματος. Κατ’ αρχήν δεν θα πρέπει να χρειάζεται καμία επιπλέον ειδική αρχή ή νομοθεσία περί κοσμικότητας. Αλλά στην πράξη, ιστορικά και ρεαλιστικά, ίσως είναι απαραίτητο να απεξαρτηθούν τα κράτη από εκκλησιαστικά ιδρύματα που αξιώνουν είτε μονοπωλιακά δικαιώματα είτε συγκεκριμένα προνόμια, και να εφαρμοστούν συνταγματικά –και μερικές φορές και έκτακτα– μέτρα για να αποδυναμώσουν παγιωμένες τυραννικές πλειοψηφίες.

Μπορώ να πω ότι συμφωνώ κι εγώ επί της αρχής με τον Casanova: δεν θα έπρεπε να είναι απαραίτητο να γίνει ρητή θεσμική αναφορά στον αποκλεισμό της θρησκείας από την πολιτεία. Ωστόσο, δεδομένης όχι μόνο της ιστορικής πραγματικότητας αλλά και της φύσης της θρησκείας, θεωρώ ότι είναι και θα είναι πάντα απαραίτητο. Αυτό επειδή οι περισσότερες θρησκείες –και κατά κύριο λόγο οι αβρααμικές, οι οποίες έχουν και τη μεγαλύτερη παράδοση εμπλοκής με την κρατική εξουσία– παρουσιάζουν το δόγμα τους ως την υψηλότερη δυνατή αξία. Το γεγονός αυτό δεν είναι διόλου ανώδυνο: δημιουργεί στους πιστούς τη βαθιά συγκινησιακή αίσθηση ότι το πρώτο και υψηλότερο καθήκον τους είναι προς τη θρησκεία τους και όχι προς την πολιτεία ή προς τον συνάνθρωπό τους.

Γράφει ακόμη ο Casanova:

Η εκκοσμίκευση δεν έχει εφαρμογή σε θρησκείες όπως ο Κομφουκιανισμός και ο Ταοϊσμός, στον βαθμό που δεν χαρακτηρίζονται από υψηλή ένταση με τον «κόσμο», στον βαθμό που το μοντέλο υπερβατικότητας που προτείνουν δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί «θρησκευτικό» και εφόσον δεν έχουν εκκλησιαστική οργάνωση. Κατά μία έννοια, οι θρησκείες που υπήρξαν πάντα “κοσμικές” και “λαϊκές” δεν χρειάζεται να υποβληθούν σε μια διαδικασία εκκοσμίκευσης.

Κατά τη γνώμη μου ωστόσο, το θέμα της εκκοσμίκευσης αγγίζει όλες τις θρησκείες και όλες τις μεταφυσικές πεποιθήσεις γενικότερα. Αυτό διότι κάθε μας πεποίθηση επηρεάζει τις πράξεις μας και τη στάση ζωή μας. Ένας Ιάπωνας σιντοϊστής, φερ’ ειπείν, ενδέχεται να αρνηθεί τη δωρεά οργάνων σώματος, προκειμένου να μη διαταράξει το πνεύμα του νεκρού. Η απόφαση αυτή έχει συνέπειες σε κοινωνικό επίπεδο, αν δε η νοοτροπία αυτή επιτραπεί να εισχωρήσει και στους θεσμούς της πολιτείας, γίνεται άμεσα κατανοητό ότι οι συνέπειες αυτές θα είναι κατά πολύ ευρύτερες.

Δεν υπάρχει λοιπόν θρησκεία ή μεταφυσική πεποίθηση που να μην έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές του ανθρωπισμού και που να μπορεί να εξαιρεθεί από την αναγκαιότητα της εκκοσμίκευσης, τουλάχιστον σε πολιτειακό και κοινωνικό επίπεδο.

Συνέχεια…


Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο Αόρατη Μελάνη, της ίδιας της αρθρογράφου, όπου και γίνεται ο σχολιασμός.