Αρθρογράφος: Ελληνάκι
Ανάμεσα στους θεϊστές, υπάρχει ένα σεβαστό ποσοστό ανθρώπων που τάσσονται εναντίον της εκκλησίας και κάθε είδους εκκλησιαστικής δραστηριότητας, αλλά ταυτόχρονα δηλώνουν χριστιανοί ή απλά θρήσκοι. Ιδιαίτερα, άνθρωποι που έχουν διαβάσει ιστορία ή είναι ενήμεροι για τα συνεχιζόμενα σκάνδαλα και τις απάτες της εκκλησίας εναντίον ανθρώπων ή ολόκληρων κοινωνιών, τείνουν να διαχωρίζουν την προσωπική τους πίστη από την πάγια εκκλησιαστική τακτική της απάτης.
Αυτό που δυσκολεύονται να κατανοήσουν οι συγκεκριμένοι θεϊστές είναι ότι η θρησκεία και η εκκλησία είναι αλληλένδετες έννοιες, που δεν διαχωρίζονται, αφού στην ουσία το ιερατείο υπήρξε η δημιουργός δύναμη της εκάστοτε θρησκείας. Διότι ιστορικά, η εκκλησία του εκάστοτε ιερατείου δεν ήταν απλά ένας αυτοδημιούργητος ή πανανθρώπινος θεσμός με τη μορφή που θεωρούμε σήμερα, αλλά ένα συγκεκριμένο μέσο εξουσίας και πλουτισμού, που εκμεταλλευόταν βαθύτερες ανθρώπινες αδυναμίες ή ανάγκες, και που συνεχώς διαμορφώνεται και προσαρμόζεται στις «ανάγκες» των κοινωνιών της κάθε εποχής.
Μιλώντας για τον χριστιανισμό, το ιερατείο συμπεριλαμβάνει τους αιμοσταγείς, εκδικητικούς και σκληρούς «ηθικοπλάστες» της εβραϊκής μυθολογίας, οι οποίοι διαμόρφωσαν την Παλαιά Διαθήκη, που αποτέλεσε κομμάτι της συγγραφής ενός ολόκληρου «Ιερού Βιβλίου». Το ιερατείο περιλαμβάνει επίσης, τους εκμεταλλευτές των φυσιολογικών ανθρώπινων φιλοσοφικών αναζητήσεων, και πολέμιους της θετικής σκέψης που πριν από 1700 περίπου χρόνια διαμόρφωναν ή απέρριπταν τα σκαριφήματα του κάθε συγγραφέα, τα οποία αργότερα ονομάστηκαν «Ευαγγέλια». Ο κλήρος του παρελθόντος, απλά έθεσε τα θεμέλια για την δημιουργία μίας θρησκείας που μέσα σε λίγους αιώνες έμελλε να επηρεάσει σχεδόν ολόκληρο τον πλανήτη.
Κι όμως, αυτό το κληρικό δημιούργημα που ονομάστηκε «χριστιανισμός» – και σε μία πιο ευρεία έννοια «θρησκεία» – φαίνεται πως είναι δύσκολο να διαχωριστεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων, από τις βαθύτερες και εσωτερικές, φιλοσοφικές τους αναζητήσεις. Φαίνεται πως παρά τα σκάνδαλα, τα εγκλήματα, την απάτη, και την παρανομία που συνεχώς συνοδεύουν το εκάστοτε ιερατείο, οι πιστοί απλά διαχωρίζουν τη θέση τους από αυτό και συνεχίζουν να ανάγουν την πίστη τους στην «πραγματική θρησκεία», τα «πραγματικά διδάγματα», και τα «πραγματικά πρόσωπα» των Ιερών Βιβλίων. Αγνοούν όμως το γεγονός ότι αυτά που θεωρούν «πραγματικά» είναι στην ουσία δημιουργήματα του ίδιου του ιερατείου.
Η δυσκολία διαχωρισμού και επαναξιολόγησης τέτοιων θεμάτων, έγκειται φυσικά στις πάγιες πεποιθήσεις μιας κοινωνίας, τα συνεχή θρησκευτικά διδάγματα του εκπαιδευτικού μας συστήματος που δεν αποβάλλονται εύκολα, καθώς και στην προσωπική άρνηση αμφισβήτησης των θεμελιωδών αξιών του καθενός. Τις παραστάσεις που έχουμε για τον «θεό», τους «αγγέλους», και γενικώς όλα αυτά τα μυθικά πλάσματα που μας έχει διδάξει η θρησκεία, τις συνδέουμε με το εσωτερικό μας δέος για τον κόσμο και τις προσωπικές μας φιλοσοφικές αναζητήσεις. Ταυτόχρονα τις «τοποθετούμε» μέσα σε μία εσωτερική σφαίρα φαντασίας, η οποία μένει στο απυρόβλητο, τόσο από την επιστήμη, όσο και από τη λογική και κριτική μας σκέψη, άσχετα από τις αντιφάσεις και τις παράνοιες που φυσικά δημιουργούνται. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, που η οποιαδήποτε ευρύτερη αμφισβήτηση ή κριτική αυτής της «σφαίρας», θεωρείται κοινωνικό ταμπού.
Σίγουρα είναι δύσκολο για έναν γαλουχημένο θεϊστή να δεχτεί ότι ο κόσμος των αγγέλων ενδεχομένως να είναι διαφορετικός ή, ακόμα «χειρότερα», ενδεχομένως να μην υπάρχει, ασχέτως της ντροπιαστικής, ανήθικης και εγκληματικής ιστορίας της εκκλησίας. Όμως η βασικότερη, ίσως, παραδοχή που θα πρέπει να κάνει σε προσωπικό επίπεδο είναι ότι τελικά ο συγκεκριμένος αγγελικός κόσμος, με τον τάδε θεό και τον δείνα προφήτη είναι κατασκευάσματα του ίδιου ιερατείου που έμεινε απαράλλαχτο στο πέρασμα των αιώνων, και που συνεχώς απλά διεκδικούσε να παραμείνει πόλος εξουσίας και πλουτοκρατίας. Χωρίς κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για την ανθρωπότητα, τη δικαιοσύνη, την ηθική και την εξέλιξη αυτών.
Συνέχεια…