Βέβαια στην πρώτη επίσκεψη της μάνας μου στους καθηγητές ανακάλυψαν τη λαδιά μου. Οι μεν χαμογέλασαν, οι δε οργίστηκαν, στην αρχή. Το τι μου ψάλανε δεν λέγεται. Όταν έφτασαν στο «αποστάτης» και τους εξήγησα ότι δεν ήμουν αποστάτης, γιατί κατ’ αρχήν δεν ήμουν ορθόδοξος και ούτε καν χριστιανός εξοργίστηκαν όλοι. Πρέπει να βρήκαν ξύδι και να ήπιαν πολύ, γιατί από την επομένη είχαν ξεθυμώσει και για τα επόμενα πέντε χρόνια το ’παιξαν συμβιβαστικοί και προσπαθούσαν να μου δείξουν πόσο καλύτερη ήταν η σέχτα τους. Το πιο γελοίο ήταν η σύγκριση των σταυρωμένων τους, υποφέρων ή γαλήνιος, θεός ή άνθρωπος… Και βέβαια άλλαζαν άποψη ανάλογα με το ποιος μου τα έλεγε. Ψώνια! Πως να τους πάρει στα σοβαρά κάποιος;
Αν θα έπρεπε να ευχαριστήσω κάποιον/κάτι για την αθεΐα μου, μισή-μισή η ευγνωμοσύνη μου στον νονό μου και στο Λεόντειο. Ο θείος μου και νονός μου, ο Μαρίνος, υπήρξε ένα ζωντανό παράδειγμα του πόσο κωλόπαιδο και αλήτης και ψεύτης για την υπεράσπιση και διάδοση της πίστης του μπορεί να είναι ένας ευσεβής ορθόδοξος χριστιανός. Χρόνια νόμιζα ότι ήταν ιδιομορφία του. Και μετά συνάντησα πολλές άλλες περιπτώσεις, αρκετές στο Λεόντειο.
Οι διάφορες αιρέσεις του χριστιανισμού άρχισαν να με ενδιαφέρουν αφού μου δόθηκε η δυνατότητα να συγκρίνω καθολικούς και ορθόδοξους. Από το καλοκαίρι των 12μισί μου χρόνων στρώθηκα και διάβασα για την εξέλιξη των χριστιανών, όπως παλιότερα είχα διαβάσει άλλες μυθολογίες, και όπως αργότερα συμπλήρωσα με τις μυθολογίες που χρησιμοποιήθηκαν για να πλαστεί ο ιουδαϊσμός και ο χριστιανισμός και αργότερα ο μουσουλμανισμός. Από τη μια παραμύθια, από την άλλη κοινωνιολογία, μια και αυτά τα παραμύθια μερικοί τα παίρνουν στα σοβαρά και τα πιστεύουν για αλήθειες.
Μέχρι τα 16μισι μ’ απασχόλησαν μόνο οι θρησκείες. Μετά καταπιάστηκα λίγο και με UFO και New Age και Kilian, για την ποικιλία ίσως, αλλά και γιατί είχα ευκαιρίες να γνωρίσω ανθρώπους που αυτά τα θέματα τους απασχολούσαν. Συχνά, πολύ συχνά, παρά πολύ συχνά, το πόρισμα ήταν: μαλακίες! (με το συμπάθιο αλλά ο όρος επιβάλλεται). Το μόνο ενδιαφέρον που έβλεπα, εκτός από το πόσο διασκεδαστικό είναι να συζητάς θεολογία με έναν παπά που αγνοεί τις μυθολογίες εκτός της δικιάς του, ήταν καθαρά οικονομικό.
Μια από τις καλοκαιρινές απογευματινές διασκεδάσεις μου ήταν οι συζητήσεις με τον παπά του Αϊ-Δημήτρη, στο Βύρωνα. Άραζα στο Blue Sky, στα τραπεζάκια της πλατείας, και τον περίμενα να σκάσει μύτη να μας κάνει ηθικό κήρυγμα: ότι έπρεπε να διαβάζουμε περισσότερο, να μη χουφτώνουμε τα κορίτσια (τον κολάζαμε ίσως τον κακομοίρη), να πηγαίνουμε στην εκκλησία κ.λπ. Ευκαιρία έβρισκα να του κολλήσω και συχνά το ’ριχνα στη σύγκριση της χριστιανικής με κάποια άλλη μυθολογία, με μόνιμη ερώτηση, γιατί κανείς να προτιμήσει την μια ή την άλλη· παπόρι ο παπάς κάθε φορά, φωνές και αναθέματα, ξύπναγαν από τον μεσημεριανό οι γείτονες και του κατέβαζαν χριστοπαναγίες. Μέχρι που πήραν χαμπάρι ποιος τον τσίγκλιζε και τις άκουγα εγώ.
Κι έτσι κάποια εποχή το σκέφτηκα σοβαρά να γίνω κληρικός. Χρήμα, κοινωνική αναγνώριση, παπαδιές και τα συναφή άνετα. Το μόνο πράγμα που δεν μου κόλλαγε ήταν το «μια ζωή ψέματα ή σχιζοφρένεια». Γύρω στα 18 μου αποφάσισα ότι δεν πήγαινα ούτε για παπάς ούτε για αστρολόγος. Αυτός που στεναχωρήθηκε περισσότερο ήταν ο νονός μου που είδε να χάνεται η ευκαιρία να βοηθήσει τον βαφτισιμιό του με τις γνωριμίες του και να τό ’χει μετά καμάρι.
Λίγο πριν είχα βρει τους δυο έρωτες της ζωής μου: τη Βιολογία και τη Νίκη. Ξέρω ότι οι περισσότεροι θα θεωρήσουν διαστροφή τον «έρωτα» με τα «χιάσματα» (combinatorial informatics baby, of yeah!), την ανάγκη να ψιθυρίζω στους μικροσωληνίσκους των κυττάρων και τις ώρες που περνάω στο μικροσκόπιο να κάνω μπανιστήρι. Στα κεντροσώματά μου οι απόψεις τους.
Φεύγοντας για σπουδές (η μοριακή βιολογία φαινόταν λίγο σαν επιστημονική φαντασία στην Ελλάδα τότε), άφησα πίσω ευτυχώς τα περί θρησκείας και δυστυχώς το κορίτσι μου.
Το 2003, με αφορμή τον νόμο περί βιοηθικής, η θρησκεία μπήκε και πάλι στη ζωή μου. Στη Γαλλία, που περνάει για πολύ εκκοσμικευμένο κράτος, είναι περίεργο πόσο δυνατές είναι οι επιρροές της καθολικής εκκλησίας. Άρχισα να παρατηρώ μέχρι το 2005 και τη δίκη του Dover.
Το Intelligent Design, σαν να λέμε η εξελιγμένη μορφή της Creation Science, έφαγε μια δυνατή σφαλιάρα όταν αναγνωρίστηκε από τον δικαστή John E. Jones III σαν το θρησκευτικό κίνημα που είναι, και δεν πρόκειται για επιστημονική προσέγγιση του κόσμου που δηλώνει ότι είναι. Σ’ αυτή τη φάση οι παλιοί σύμμαχοι του Discovery Institute, που είναι ο κεντρικός πύργος του ID, άρχισαν να μην τους αναγνωρίζουν πια. Μεταξύ αυτών που άρχισαν να κάνουν την πάπια και η John Templeton Foundation· την ίδια περίοδο έπεσα πάνω σ’ ένα από τα τσιράκια της στην Ευρώπη, στη Γαλλία, στο Παρίσι, τον Jean Staune.
Ήμουν πάντα άθεος, είχα ξεχάσει να είμαι αντικληρικαλιστής. Ο Jean Staune και γενικότερα η κλίκα της JTF μου θύμισαν ότι αξίζει να τους χλευάζει κανείς δημόσια, για τις προσπάθειες που κάνουν για να βοηθήσουν τις θρησκείες να βρουν λίγη από τη χαμένη τους αίγλη, κάνοντας τάχα ότι «κολλάνε» με την επιστήμη, γιατί και η JTF τα ίδια σκατά με το DI, αλλά με καλύτερο άρωμα για να μη βρωμάει από μακριά. Και έχει και πλάκα το πράγμα όταν γελοιοποιούνται προσπαθώντας να δικαιολογηθούν. Ο κακομοίρης ο Staune είναι η πρωτότυπη καρικατούρα του ανθρώπου που δεν έχει ιδέα για ποιο πράγμα μιλάει, είτε το θέμα είναι η επιστήμη είτε η θρησκεία· αλλά είναι εξαιρετικός στους σοφισμούς που πουλάνε σε ένα κοινό που είναι πιο ανήξερο απ’ αυτόν. Με διασκέδασε πολύ να τον δουλεύω, όπως παλιά δούλευα τους παπάδες, αλλά στο Internet αυτή τη φορά, πιο φαρδιά η πλατεία. Και πήρε ο σμπάρος και μερικούς της JTF, τον Gary Rosen που χαζά παραποίησε κάποιο μου σχόλιο στο website τους, τον Ken Miller που είναι από τα σχετικά λίγα δείγματα εξελικτικού κολλημένου στον καθολικισμό κι έναν πλατωνιστή φυσικό που προσπαθεί να κάνει επανάσταση στη βιολογία αραδιάζοντας ανοησίες, τις οποίες ο Staune χρησιμοποιεί για να δείχνει «επιστημονικός». Αναγκάστηκε η JTF (όχι μόνο εξ αιτίας μου, έχει και άλλο κόσμο που τους βαράει στ’ αυτιά) να κάνει δήλωση στο Le Monde ότι δεν είναι δημιουργιστές! Δεν ξέρω αν τους πίστεψε κανείς, αλλά από την άλλη έχει ανθρώπους που πιστεύουν στο ωροσκόπιό τους…
Αυτές οι «ασκήσεις» μου θύμισαν και τους χριστιανούς ορθόδοξους και την κατάντια της χώρας μου: «Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος…» Έτσι αρχίζει το Σύνταγμα της Ελλάδας. Άντε να πάρεις στα σοβαρά τη συνέχεια! Ούτε καν οι πολιτικοί μας δεν δείχνουν να παίρνουν στα σοβαρά τη χώρα τους.
Την πίστη, ειδικά τη θρησκευτική, δεν την έκανα ποτέ παρέα για να την αποχαιρετίσω. Και δεν νομίζω ότι θα βρεθούμε κάποτε.
Παπάδες και θρησκόληπτους ξέρω πολλούς. Τους μεν, θα ήθελα να τους βοηθήσω κρατικοποιώντας την περιουσία της εκκλησίας (όλες τις περιουσίες όλων των θρησκευτικών μηχανισμών, μην αρχίσουμε διακρίσεις), για να μπορέσουν να αφιερωθούν στα πνευματικά τους καθήκοντα χωρίς επιρροές από υλικά αγαθά. Τους δε, απλώς τους λυπάμαι.
«Κι όταν πεθάνεις τι θα γίνεις;» με ρωτάνε κάποιοι από τους φίλους που ελπίζουν να κερδίσουν κάποιον από τους παραδείσους που άλλοι έχουν φανταστεί για λόγου τους. «Μνήμη», απαντάω, «μνήμη που θέλω να είναι ευχάριστη για όσους από τους φίλους και για όσο την κουβαλάνε. Μνήμη που θα ’θελα να ’ναι εφιάλτης για τους όσους υπηρέτες των θρησκειών έχω γνωρίσει!»