To παν-Ευρωπαϊκό ρεύμα κατάργησης των νόμων βλασφημίας

7 March 2019
Το κείμενο εκφωνήθηκε από τον Φώτη Φραγκόπουλο, εκπρόσωπο της Διεθνούς Αθεϊστικής Συμμαχίας (Atheist Alliance International), στο συνέδριο “Βλασφημία και πολυπολιτισμικότητα” στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στις 24 Νοεμβρίου 2018. Μπορείτε να δείτε και να σχολιάσετε την ομιλία στο κανάλι youtube της Ένωσης Αθέων.


Σύνθεση από κείμενα του Δημήτρη Δημούλη, Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Νομικής Σχολής Σάο Πάολο, Getulio Vargas Foundation.

Καλησπέρα και από τη Διεθνή Αθεϊστική Συμμαχία, μια διεθνή οργάνωση με αποστολή έναν πιο εκκοσμικευμένο πλανήτη. Οφείλουμε ευχαριστίες στον κύριο Παπαρίζο για την πρόσκληση και θερμά συγχαρητήρια στους διοργανωτές για το εξαιρετικό αυτό συνέδριο που μας κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο από χθες το πρωί.

Οφείλονται φυσικά ευχαριστίες στον καθηγητή συνταγματικού δικαίου Δημήτρη Δημούλη ο οποίος έδωσε πλήρη ευχέρεια χρήσης των δύο κειμένων του από αποσπάσματα των οποίων συντάχθηκε η εισήγηση αυτή. Το ένα από αυτά είναι ένα θεωρητικό κείμενο που συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο «Επίγειοι προστάτες του Θεού» της Εφημερίδας των Συντακτών και το άλλο είναι ένα άρθρο που παρουσιάζει την πανευρωπαϊκή τάση κατάργησης των νόμων βλασφημίας κι έχει τον τίτλο: Αγγλία, Γαλλία, Δανία. *beep* την Παναγία…

Ξεκινάμε από την Αγγλία:

Η βλασφημία αποτελούσε επί αιώνες έγκλημα στην Αγγλία με βάση νομολογιακή κατασκευή. Πρόκειται για χώρα κληρονομικής μοναρχίας. Έχει κρατική θρησκεία με επικεφαλής της τον-την μονάρχη και χαρακτηρίζεται, ως γνωστόν, από την πρόσδεση σε αιωνόβιες παραδόσεις. Στην πράξη, η ποινικοποίηση της βλασφημίας είχε πέσει σε αχρησία. Τελευταίο θύμα της φαίνεται ότι ήταν ο κύριος John Gott που περιέγραψε τον Ιησού ως γελωτοποιό τσίρκου και καταδικάσθηκε το 1922 σε φυλάκιση εννέα μηνών και καταναγκαστικά έργα. Έκτοτε, ακόμη και όταν ήταν έκδηλη η διάπραξη του αδικήματος, τα δικαστήρια έβρισκαν διεξόδους και δικαιολογίες για να μην καταδικάσουν άτομα που ασκούσαν την ελευθερία έκφρασης, κατοχυρωμένη από την αγγλική νομική παράδοση και, πιο πρόσφατα, από τις ευρωπαϊκές συμβάσεις. Φανατικοί χριστιανοί και μουσουλμάνοι έφερναν όμως τους δικαστές σε δύσκολη θέση με τις μηνύσεις τους κατά «βλασφήμων». Το Κοινοβούλιο πιέσθηκε από επιτροπές και οργανώσεις να αποποινικοποιήσει τη βλασφημία, αλλά δεν το έπραξε.

Όταν το 2008 μια αγγλίδα δασκάλα καταδικάσθηκε για βλάσφημες πράξεις στο Σουδάν, έγινε μεγάλη κινητοποίηση στη χώρα της. Αλλά ορισμένοι επισήμαναν ότι δεν ήταν λογικό να διαμαρτύρονται οι Βρετανοί για την ελευθεροκτόνο και οπισθοδρομική νομοθεσία του Σουδάν ενόσω στη χώρα τους η βλασφημία εξακολουθεί να είναι ποινικά κολάσιμη. Η καταργητική κίνηση ενδυναμώθηκε. Ακόμη και η ηγεσία της αγγλικανικής εκκλησίας δήλωσε ότι δεν εναντιώνεται στην κατάργηση του αδικήματος. Το Κοινοβούλιο εδέησε να αποποινικοποιήσει τη βλασφημία στις 8-5-2008. Και το έκανε με λίγες απλές λέξεις: «Καταργούνται στην Αγγλία και στην Ουαλία τα αδικήματα εθιμικού δικαίου της βλασφημίας και του βλάσφημου δημοσιεύματος» (άρθρο 79, 1 του Criminal Justice and Immigration Act).

Στη Γαλλία, χώρα του διαφωτισμού και δομικά αποστασιοποιημένη από την καθολική και οποιαδήποτε άλλη εκκλησία, η βλασφημία δεν αποτελούσε αδίκημα από την εποχή της Διακήρυξης του 1789 που εγγυήθηκε την ελεύθερη έκφραση, ανεξάρτητα από το τι πιστεύουν και επιθυμούν οι κοσμικές και θρησκευτικές αρχές. Μια ιστορικά ερμηνευόμενη εξαίρεση αφορούσε τις περιοχές της Αλσατίας και Λωρραίνης. Όταν προσαρτήθηκαν στη Γαλλία στο τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, οι περιοχές αυτές διατήρησαν τμήματα της γερμανικής νομοθεσίας, ιδίως σε θρησκευτικά και εργασιακά θέματα. Τα άρθρα 166 και 167 του τοπικού ποινικού κώδικα προέβλεπαν ποινή φυλάκισης μέχρι τρία χρόνια για «δημόσια βλασφημία εναντίον του Θεού». Όπως και στην Αγγλία, οι διατάξεις ήταν ανενεργές επί δεκαετίες και πολλοί ζητούσαν την κατάργησή τους.

Το 2013, ένωση μουσουλμάνων νομικών μήνυσε το περιοδικό Charlie Hebdo στο Στρασβούργο, επικαλούμενο την τοπική νομοθεσία. Το δικαστήριο θεώρησε τη διαδικασία άκυρη, αλλά η υπόθεση άφησε τραυματικά ίχνη. Η γελοιοποίηση ιερών και οσίων δεν είναι αδίκημα στο Παρίσι, αλλά μπορεί να σε στείλει φυλακή στο Στρασβούργο, αν το έντυπο πωλείται και εκεί. Τον Ιανουάριο του 2015 έγινε, ως γνωστόν, η τρομοκρατική επίθεση στα γραφεία του Charlie Hebdo, επιβάλλοντας σιωπή θανάτου σε συνεργάτες του. Τη στιγμή που σχεδόν σύσσωμη η Γαλλία δήλωνε «Nous sommes Charlie» και έπνεε μένεα κατά των θρησκόληπτων δολοφόνων θα ήταν τραγελαφικό ένα δικαστήριο της Αλσατίας να δικάσει συντελεστές εκείνου ακριβώς του περιοδικού για βλασφημία.

Πολλές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών ηγετών της Αλσατίας από όλες τις μεγάλες θρησκείες, ζήτησαν την κατάργηση των περί βλασφημίας διατάξεων. Με την ευλογία λοιπόν ποιμνίου και ποιμεναρχών, το γαλλικό Κοινοβούλιο έβαλε σφήνα σε νόμο περί κοινωνικής πολιτικής το άρθρο 172 που καταργούσε τα άρθρα 166 και 167 του Ποινικού Κώδικα Αλσατίας και Λωρραίνης περί βλασφημίας. Ο νόμος τέθηκε σε ισχύ στις 27-1-2017, πετώντας στα σκουπίδια της ιστορίας το απομεινάρι της προδιαφωτιστικής απαγόρευσης βλασφημίας στη Γαλλία.

Δανία. Κληρονομική μοναρχία με κρατική θρησκεία (η ευαγγελική Folkekirke) και τεράστιο σεβασμό στις παραδόσεις και στην «κοινοτική» ζωή. Από αιώνες ήταν έγκλημα να περιγελάς ή να καθυβρίζεις τα θεία, απαγόρευση που εξέφραζε από το 1866 η §140 του Ποινικού Κώδικα, προβλέποντας ποινή φυλάκισης μέχρι τέσσερις μήνες. Ουδείς είχε καταδικασθεί για βλασφημία στη Δανία από το 1946. Παρά ταύτα, φανατικοί θρησκευόμενοι εξακολουθούσαν να μηνύουν «βλάσφημους», συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων που το 2005 δημοσίευσαν γελοιογραφίες με τον Μωάμεθ στην εφημερίδα Jyllands-Posten. Και ενώ οι Δανοί έμεναν άναυδοι μπροστά στους μουσουλμάνους που ανά τον πλανήτη έκαιγαν δανέζικες σημαίες και επιτίθεντο σε πρεσβείες της χώρας με αφορμή τη δημοσίευση ορισμένων γελοιογραφιών σε μια επαρχιακή εφημερίδα, δημοσιογράφοι της εφημερίδας αντιμετώπιζαν ποινικές διώξεις στη χώρα τους!
Το παράλογο οξύνθηκε το 2015 όταν ασκήθηκε εισαγγελική δίωξη κατά Δανού που δημοσιοποίησε στο facebook βίντεο στο οποίο έκαιγε στον κήπο του ένα αντίτυπο του Κορανίου. Αυτός ο κύριος μπορεί να είναι άξεστος ή ανόητος. Αλλά το δανέζικο κράτος μπορεί να τον φυλακίσει γιατί εκφράζει τη γνώμη του; Τον Φεβρουάριο του 2016 έγιναν επιθέσεις στην Κοπεγχάγη κατά «απίστων» από έναν Δανό μουσουλμάνο με νεκρούς και τραυματίες. Ήταν αδύνατο να συνεχισθεί η δίκη κατά του «βλάσφημου του facebook». Μετά από διαβουλεύσεις και πιέσεις οργανώσεων, το δανέζικο Κοινοβούλιο ψήφισε τον νόμο 675 της 8-6-2017. Ας θαυμάσουμε τη δωρική απλότητα της διάταξης: «Kαταργείται η §140».

Καταργώντας το αδίκημα της βλασφημίας, η Αγγλία, η Γαλλία και η Δανία εξασφάλισαν μεγαλύτερη ελευθερία στους πολίτες τους και οι ίδιες εκπολιτίσθηκαν. Με ανάλογο τρόπο, η Νορβηγία, η Ισλανδία και η Μάλτα αποποινικοποίησαν τη βλασφημία τα τελευταία χρόνια.
(Από το άρθρο και μετά στις χώρες που αποποινικοποίησαν τη βλασφημία έχει προστεθεί και η Ιρλανδία, ενώ επίσης και η κυβέρνηση της Ισπανίας έχει εκφράσει την ίδια πρόθεση).

Ας έρθουμε στα καθ’ ημάς.

Η κατάργηση της διάταξης είναι νομικοπολιτικά επιβεβλημένη. Θα επιλύσει πρακτικά προβλήματα και θα επιτρέψει στον καθένα να εκφέρει τη γνώμη του επί θρησκευτικών ζητημάτων, χωρίς να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο δίωξης για ένα αδίκημα χωρίς θύμα και επαρκή συνταγματική δικαιολόγηση.

H απαγόρευση βλασφημίας δεν επιτελεί γενικοπροληπτικές ούτε ειδικοπροληπτικές λειτουργίες. Αναπτύσσει μόνον συμβολικά αποτελέσματα, παρέχοντας ποινική στήριξη στην κρατική θρησκευτικότητα, δείχνοντας δηλαδή σε όλους ότι το κράτος αποδοκιμάζει και τιμωρεί την προσβολή του θείου. Αυτό το μήνυμα έρχεται ωστόσο σε αντίθεση με τη σύγχρονη συνταγματική οργάνωση και δείχνει ότι η ποινική νομοθεσία χρησιμοποιείται για πολιτικές σκοπιμότητες, κάτι που επίσης βρίσκεται σε αντίθεση με τις επαγγελίες της (προστασία των «εννόμων αγαθών» των ατόμων). Η πρακτική λειτουργία της διάταξης περί βλασφημίας συνιστά συνεπώς το βασικό επιχείρημα για την κατάργησή της.

Το τελευταίο (και καθοριστικό) επιχείρημα υπέρ της κατάργησης είναι ότι η απαγόρευση βλασφημίας στην Ελλάδα δεν προστατεύει τις θρησκείες εν γένει, αλλά αποκλειστικά την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η αστυνομία και η εισαγγελία αναλαμβάνουν εργολαβικά την καθημερινή επικύρωση της κρατικής ευσέβειας με το να καταστέλλουν τις «καθημερινές βλασφημίες» και ορθόδοξοι λειτουργοί, αμειβόμενοι από το κράτος, ενίοτε σε συνεννόηση με ακροδεξιούς πολιτικούς, διώκουν καλλιτέχνες που τους ενοχλούν. Δεν έχει γίνει γνωστή επί δεκαετίες δίωξη προς υπεράσπιση οποιασδήποτε άλλης θρησκείας, δείχνοντας την πραγματική και εξόχως μεροληπτική, λειτουργία των διατάξεων στην πράξη. Εν προκειμένω η ποινική δικαιοσύνη λειτουργεί ως ένα είδος ιδιωτικής ασφάλειας μιας και μόνο θρησκείας και υπακούει στο τελετουργικό επιβεβαίωσης της κρατικής θρησκευτικότητας.

Η αλλοδαπή εμπειρία δείχνει ότι υπάρχει συνεχές ρεύμα καταργήσεων, όπως είδαμε. Εκτός από τους φιλελεύθερους λόγους αρχής, συνειδητοποιήθηκε ότι οι διώξεις και καταδίκες οξύνουν τα πνεύματα και απειλούν την κοινωνική ειρήνη πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μια φράση ή ένα έργο τέχνης.

Ακόμη και όποιος θεωρεί κακόγουστες και αποδοκιμαστέες τις ειρωνείες του Charlie Hebdo δεν μπορεί να ανεχθεί μια κατάσταση στην οποία τα κράτη διώκουν ποινικά και φυλακίζουν όσους οι θρησκευόμενοι τρομοκράτες θέλουν να σκοτώσουν.

Στην Ελλάδα η συνταγματική, πολιτική και πολιτιστική ύπαρξη μιας επικρατούσας θρησκείας –και, μέσω αυτής, η επικράτηση του θρησκεύειν στη δημόσια ζωή– θέτει ισχυρότατα εμπόδια σε μεταρρυθμιστικές προσπάθειες. Καμιά πολιτική «αλλαγή» μετά από το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας δεν στάθηκε ικανή να αποχρωματίσει θρησκευτικά το κράτος. Οι θρησκευτικού περιεχομένου φεουδαρχικές επιβιώσεις εμφανίζουν ιδιαίτερη ανθεκτικότητα και η κατάργηση της διάταξης χωρίς βαθύτερες αλλαγές στη συνταγματική αυτοκατανόηση του ελληνικού κράτους φαίνεται αδύνατη.

Ωστόσο κανένας πολιτικός «ρεαλισμός» δεν πρέπει να αποτρέπει τη νομικοπολιτική κριτική και τον κοινωνικό αγώνα για την εξάλειψη ρυθμίσεων που οι πολίτες κρίνουν απαράδεκτες και το κράτος θα όφειλε να καταργήσει για λόγους συνέπειας προς τις συνταγματικές εξαγγελίες του.

Η αποποινικοποίηση της βλασφημίας είναι μικρό και δειλό βήμα εκπολιτισμού του κράτους. Βήμα απειροελάχιστο, αλλά απόλυτα αναγκαίο, *beep* το χριστό μου, *beep*…

Συνέχεια…