Εγώ θυμάμαι που κοιτούσα με αφέλεια τα χεράκια τους να δω αν είναι βρώμικα για να τους τα πλύνουν για να μπορώ να παίζω μαζί τους.
Ότι έκανα και ήταν καλή πράξη, περιμένοντας ως παιδί το «μπράβο» ή «ευχαριστώ», μού έπεφταν τα αφτιά από απογοήτευση διότι δεν οφειλόταν ποτέ σε εμένα αλλά στο θεό. Αλλά όποτε έκανα κάποια αταξία, αυτή ήταν όλη δική μου, τότε δεν οφειλόταν στο θεό – μάλλον γι’ αυτό λέγεται θεός, είχε την δυνατότητα επιλογής τί του ανήκε και τι όχι.
Τελικά είναι ωραίο να είσαι θεός, θέλω να γίνω κι εγώ! Αυτή τη σκέψη είχα τολμήσει να την κάνω λόγια και αμάν!!! Κακό μεγάλο, αμέ!!!! Διότι βλαστήμησα, ναι κι όμως εγώ ένα παιδάκι μόλις 7 ετών, στην αρχή μέχρι να μου εξηγήσουν τι σημαίνει, καμάρωνα γιατί νόμιζα ότι έκανα κατόρθωμα. Αλλά όταν μου ήρθε μια αεριωθούμενη στριφογυριστή σφαλιάρα κατάλαβα ότι έκανα κάτι πολύ κακό. Στο μυαλό μου είχα φτιάξει το θεό ως έναν ψηλό, χοντρό, άσχημο, σοβαρό γέρο, πολύ αυστηρό, ο οποίος πολύ δύσκολα ευχαριστιόταν και είχε έναν μεγάλο στρατό από αγίους και αγγέλους για να παρακολουθούν τα πάντα, όταν αυτός θα κοιμόταν. Επίσης έχει και τον σατανά, ναι, αυτός είναι για να εκτελεί αυτόβουλα τις ποινές των κακών ανθρώπων, στην πυρά όσοι δεν τηρούσαν τον λόγο του θεού!
Τα παιδικά χρόνια μου κύλησαν δημιουργώντας απωθημένα, τύψεις, ενοχές και τρόμο· από την σοκολάτα που κάθε τρις και λίγο στερούμουν λόγω της νηστείας που είχαμε πολύ συχνά, μέχρι το περιορισμένο παιχνίδι λόγω του εκκλησιασμού. Κάθε πράξη μου, κάθε ανάσα μου, αναρωτιόμουν αν αρέσει άραγε στο θεό… Άραγε έκανα το σωστό ή όχι; Και τέλος να φοβάμαι ακόμα να σκεφτώ οτιδήποτε γιατί ο θεός έχει μεγάλα μάτια και βλέπει τα πάντα, σαν τον κακό λύκο στο παραμύθι με την κοκκινοσκουφίτσα μόνο που εκείνος (ο λύκος) βρήκε τον κυνηγό του…
Η εφηβεία ήταν ένα τόσο δύσκολο και οδυνηρό κομμάτι της ζωής μου. Όπως όλοι γνωρίζουμε, η εφηβεία είναι μια φάση ζωής του ανθρώπου, όπως ακριβώς ο μούστος στο βαρέλι που σφραγίζεις και περιμένεις να ωριμάσει και να γίνει κρασί. Τώρα τι κρασί θα βγει είναι άλλο θέμα και εξαρτάται από την καλλιέργεια των σταφυλιών και τι ακριβώς έχεις βάλει μαζί με τον μούστο στο βαρέλι.
Έτσι λοιπόν, όπως βράζει ο μούστος είναι και ένας έφηβος, πόσο μάλλον όταν αυτός ο έφηβος έχει πάρει ως προίκα από τα παιδικά του βιώματα μια μόνο λεξούλα το «ΓΙΑΤΙ;». Αναρωτιόμουν συνεχώς γιατί, για τα πάντα γύρω μου και δεν μπορούσα να χωνέψω με τίποτα πως όλα άρχιζαν και τελείωναν σε έναν άγνωστο θεό που δεν τολμούσες να ρωτήσεις και πολλά γιατί κινδύνευες με τρέλα!! Άλλο πάλι κι αυτό… Όσοι έψαξαν για το θεό στο τέλος τρελάθηκαν, έτσι μου έλεγαν έτσι σας λέω, τι να πω; Εγώ δεν ξέρω, είμαι πολύ μικρή για έναν τέτοιο θεό και την υπέρλογη λογική του!
Κάθε αντίδραση, αναζήτηση, επιθυμία, είχε πάντα μια διάγνωση, ήταν νόσος… Μα φυσικά, διότι όταν έχεις πίστη στο θεό δεν τα κάνεις αυτά τα πράγματα, δηλαδή δεν ερευνάς κι αν το κάνεις είσαι άρρωστος. Η δική μου λοιπόν νόσος είχε το όνομα της μαγεμένης και καταραμένης, από γενεές πέντε παρακαλώ πολύ, ούτε μια ούτε δυο, αλλά πού είναι καλέ; Προς ποια κατεύθυνση είναι π’ ανάθεμά τους να δείξω το νούμερο μη πάει χαμένο και το τέντωμα των πέντε δαχτύλων της χείρας μου!!
Και κάπως έτσι ξεκίνησε ένα ωραιότατο (ειρωνικά το λέω) οδοιπορικό στα πιο απόκρυφα μέρη της Ελλάδος με τίτλο «ελάτε να γνωρίσουμε τα γραφικά μοναστήρια της Ελλάδος και να γευτείτε δωρεάν θεατρικές παραστάσεις με θεματολογία: ξορκίζοντας τα δαιμόνια από το σώμα μιας αγνής ψυχής που ο σατανάς θέλει να κυριεύσει». Την βλακεία που δέρνει τους γεμάτους άγνοια ανθρώπους, αντί να τιμήσουν στοιχειωδώς την μόρφωση τους και την εν έτει ’90-’00 (υποτιθέμενη) εξέλιξη του ανθρώπου. Μεσαίωνας σε επανάληψη αλλά σε πολύ κακή εκτέλεση.
Όλα άρχισαν όταν ξεκίνησα να αρνιέμαι τις Κυριακές να πηγαίνω εκκλησία, να μην αντέχω πλέον το ντουμάνι από το λιβάνισμα που έκανε η μάνα μου, μού προκαλούσε δυσφορία από τις τόσες φορές την ημέρα, το ότι κάθε πρωί έπρεπε να πίνω αγιασμό προς ευλογία και προστασία της μέρας μου, το ότι τα πάντα τα έκανε ο θεός και τίποτα εμείς και τα πάντα ήταν αμαρτία, ό,τι έκανες ήταν αμαρτία και έπρεπε να τρέχω στον πνευματικό προς εξομολόγηση και να λέω σαν ποιηματάκι πράγματα που ούτε καν εγώ τα βίωνα ως κάτι κακό. Έτσι έκανα την πρώτη γνωριμία με τον πάτερ Χριστόφορο μοναχό του μοναστηριού παναγίας γεροκομίτησας στην Πάτρα και τα λεγόμενα «διαβάσματα» ευχών κατά βασκανίας, μαγείας, κ.λπ. σε καθημερινή βάση πλην σαββατοκύριακων όπου εκεί είχαν την τιμητική τους διάφορα άλλα μοναστήρια από Μέγαρα μέχρι Κορινθία, από Άνδρο μέχρι Κρήτη.
Συγκλονιστικά στιγμιότυπα: θυμάμαι στα 16 μου έτη μού άρεσε η ροκ μουσική, αλλά για την μάνα μου ήταν σημάδι και κατόπιν συμβουλευτικής συνεδρίας με τον πνευματικό της η κατάσταση μου θεωρήθηκε κρίσιμη. Με είχαν κυριεύσει δαιμόνια, αφού διασκέδαζα ακούγοντας Jim Morrison, Iron Maiden, κ.λπ. και το χειρότερο όλων, που τόλμησα να νιώσω δέος από κάποια μικρά αποσπάσματα του Ν. Καζαντζάκη, τα οποία είχα γράψει και στα βιβλία μου: «δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι λεύτερος», «σωτηρία είναι να λυτρωθείς από όλους τους σωτήρες. Αυτή είναι η ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή…»
Ερχόταν ο ένας πίσω από τον άλλον μου πιπίλιζαν το κεφάλι να μου μιλούν για τον Χριστούλη, την Παναγίτσα, θαύματα, αγίους, κλπ. Πάντα με μαεστρία με έπειθαν να ακολουθήσω σε κάποιο προσκύνημα με πρόσχημα κάποια θαυματουργή εικόνα ή λείψανα αγίων προς ευλογία πάντα και μας διάβαζαν ευχές, εξορκισμούς και θυμάμαι που σιχαινόμουν να φιλήσω αυτά τα κόκαλα και αυτοί έλεγαν πως με έχει κυριεύσει ο σατανάς.
Μετά από κάθε διάβασμα με ρώταγε ο κάθε παπάς νιώθεις κάτι; Απαντούσα: ναι, αηδία γιατί μου έδινε να τα κρατάω αυτά τα σιχάματα! Τι ήθελα όμως και έλεγα την αλήθεια; Ξεκίναγε έτσι ο δεύτερος κύκλος διαβασμάτων, ακόμα πιο πλούσιος σε ένταση, χρόνο και σύνεργα. Φέρνει ο παπάς από το ιερό την λεγόμενη «αγία λόγχη», ένα ειδωλολατρικό εξάρτημα, και μου την ακουμπάει στο κεφάλι. Με ρωτά, νιώθεις κάτι; Όχι απαντώ συνεχίσει να μου την πιέζει, φωνάζω «Ρεεε!! Θα μου τρυπήσεις το κρανίο πονάω»… Και αμέσως κάνει ο παπάς διάγνωση: «Να! Βρήκαμε που έχει κάτσει το δαιμόνιο» και δώσε διάβασμα, δώσε λείψανα, δώσε πετραχήλια και αξεσουάρ που μου έφερναν να κρατάω, να προσκυνάω. Σταμάταγαν δε μόλις έλεγα: «Όλα καλά» ή ότι «μοσχοβολάνε τα οστά» ή ακόμα καλύτερα πως «βλέπω και κανέναν άγιο ή έστω μια λάμψη αγγέλου»!!!
Άρχισα και εγώ να τους δουλεύω μπας και με άφηναν στην ησυχία μου, αλλά ου μπλέξεις με δαύτους, διότι λίγο λίγο άρχισε να εισχωρεί το δηλητήριο μέσα μου. Σε μια τόσο ευάλωτη ηλικία δεν θέλει πολύ να αρχίσεις να αμφισβητείς τον ίδιο σου τον εαυτό και όλες αυτές οι αναζητήσεις που σε οδηγούν στο καινούργιο, την αλήθεια, τη ζωή και το πάνω από εσένα και ό,τι το μάτι σου έχει δει, γυρίζει σε μια μόνο αμφισβήτηση του εαυτού σου, όμως από την ανάποδη, ήμουν μια και ήταν πολλοί (μάνα, θείες, παπάδες, γνωστοί…)
Από την στιγμή που αναρωτήθηκα «λες να έχουν δίκιο;», είχα ανοίξει την πόρτα της ψυχής μου να αλωνίσουν τα άρρωστα μυαλά τους, βρωμίζοντας με και κάνοντας με ένα ωραιότατο προβατάκι, υπάκουο, πιστό, κατάπινα ότι μου έλεγαν, δεν αμφισβητούσα τίποτα άλλο πλην του εαυτού μου και της όποιας απορίας μου γεννιόταν, διότι αυτό είχε την χρυσή δικαιολογία του πονηρού που πάει σε βάλει σε πλάνη.
Όταν γνώρισα τον πνευματικό μου τότε πάτερ Αυγουστίνο μοναχό και αντ’ αυτού ηγουμένου Νεκτάριου Μουλατσιώτη στο μοναστήρι αγίου Σεραφείμ και αγίου Αυγουστίνου στο Τρίκορφο Δωρίδας, εκεί τα ματάκια μου είδαν και βίωσαν τόσα πολλά. Το παραπάνω μοναστήρι και οι μοναχοί του είναι γνωστοί ως «παπαροκάδες», φοβερή δράση, τι να σας πω… Καταρχάς ο Μουλατσιώτης, πρέπει να ήταν μεγαλοφυΐα από τις λίγες, αφού κατάφερε από το τίποτα να έρθει από το Ντιτρόιτ και να πάρει στην κατοχή του τεράστιες εκτάσεις από τους χωριανούς του Τρίκορφου και να φτιάξει μεγαλεία, πολυτελή κτίρια, κατασκηνώσεις, ζωολογικούς κήπους, να τα επανδρώσει με παλικάρια νέα και «πανέξυπνα», να έχει μέγα δόξα και φήμη και ως δικές του εκπομπές σε TV, ραδιόφωνο…
Έπειτα έβγαλαν αρκετά CD σε δικούς τους στίχους, μουσική, έγιναν πολύ δημοφιλείς και τραβήξανε πολλή νεολαία κοντά τους. Αρκετές διασημότητες του καλλιτεχνικού χώρου θαμώνες στο μοναστήρι, όπως επίσης και οι συγκεντρώσεις σε χώρους γνωστών νυχτερινών κέντρων, από Ρουβά μέχρι Βόσσου. Κάτι ήξερε η Αρλέτα με τους παρακάτω στίχους:
Προχθές αργά στο μπαρ το ναυάγιο,
βρέθηκα να τα πίνω μ’ έναν άγιο,
καθότανε στο διπλανό σκαμπό
και κοινωνούσε με ουίσκι και νερό
Του είπα παππούλη τι ζητάς εδώ;
δεν είναι μέρος για έναν άγιο αυτό!
μου είπε, τέκνον κάνεις μέγα λάθος,
εδώ είναι ο φόβος των ανθρώπων και το πάθος
Κάπου εδώ και παρατηρώντας όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου, άρχισα να αντιδρώ και να φτάσω στο σημείο να λέω αυτό που έβλεπα. Εννοείται πως ό,τι κι αν έλεγα ήταν παράλογο, μέχρι που μετά από κάποιες συμβουλές του πνευματικού μου με έκαναν να πω το άι σιχτίρ και να εξαφανιστώ.
Ήμουν παντρεμένη και είχα αποκτήσει ήδη τους δύο γιούς μου, ο γάμος μας δεν πήγαινε καλά, ώσπου αποφασίσαμε όμορφα και πολιτισμένα να χωρίσουμε με το σύζυγο. Όταν όμως το ανέφερα στον πνευματικό αυτός με συμβούλεψε να καλύψω το όποιο κενό μου (ο νοών νοείτω) έξω από τον γάμο και να παραμείνω παντρεμένη.
Όμως ευτυχώς ήδη είχα αντιληφθεί τόσα για το ποιόν του εκκλησιαστικού μηχανισμού, ώστε όταν ανακοίνωσα τις αποφάσεις μου, αυτές ήταν 100% δικές μου και όχι επηρεαζόμενες από αυτόν. Όταν ερωτήθηκα, «Ο πνευματικός σου τι σε συμβούλεψε», απάντησα «Ποιος αυτός; Ξυπνήστεεεε και ξεκολλήστε από εκεί, είναι όλοι τους ανώμαλοι, ο ένας τα έχει με τον άλλον, εκμεταλλεύονται την ανάγκη και την άγνοια του κόσμου.»
Άρχισα να λέω κάποιες λεπτομέρειες (δεν θα αναφέρω εδώ τα γεγονότα για ευνόητους λόγους, όμως παρακάτω θα πω ποιες ήταν οι εξελίξεις και θα καταλάβετε…), γεγονότα που έδειχναν τι ήταν πίσω από αυτό το υποτιθέμενο ταπεινό θεοσεβούμενο στιλάκι. Όμως μάταια το σύστημα λειτουργούσε εναντίον μου, ό,τι έλεγα στρεφόταν εναντίον μου, δεν μπορείς να δείξεις σε έναν τυφλό τον ήλιο, είναι μάταιο. Έτσι το μόνο που με ένοιαζε ήταν να φύγω μακριά να «καθαρίσω» από αυτή την βρωμιά.
Μετά από δύο έτη, το 2004 περίπου (ποτέ δεν μπορούσα να συγκρατώ ημερομηνίες), μαθαίνω τις εξελίξεις σε αυτό το μοναστήρι και γελούσα, όμως η τραγικοκωμική εξέλιξη ήταν που πάλι η μάνα μου μαζί με την θεία μου και 2 φίλους μας με στρίμωξαν. Άρχισαν πάλι το ποιηματάκι, η ίδια καραμέλα περί πλάνης του πονηρού που δεν άφηνε να δουν την πραγματικότητα.
Στην αρχή ρωτώντας (ειρωνικά) τι απέγιναν καλέ, ο πάτερ Σεραφείμ; Παίρνω απάντηση, είναι παντρεμένος! Ο πάτερ Παντελεήμων; Αυτός είναι πλέον βασικός τραγουδιστής των Rock ’n’ Roll Children, του γνωστότερου συγκροτήματος που κάνει αφιέρωμα στον Ronny James Dio. Δύο άλλοι μοναχοί εξαφανίστηκαν ζευγαράκι να ζήσουν τον έρωτα τους ελεύθερα τα παιδιά. Με αυτά και με εκείνα στο μοναστήρι έμειναν τρεις-τέσσερις μοναχοί μαζί με τον Μουλατσιώτη (πιστεύω δεν χρειάζεται να αναφέρω άλλες εξελίξεις).
Το έπαιξα έξυπνη (σύνδρομο του ημιμαθή), υποτίμησα την δύναμη της βλακείας που, αν δεν την αποφύγεις με το που την βλέπεις, σε έχει διπλώσει σε μια κόλα χαρτί, έτσι και έγινε. Ενώ η ζωή μου κυλούσε όμορφα, ήρεμα, μεγάλωνα τα δυο μου αγοράκια, είχα μια υπέροχη σχέση φιλική (και ευτυχώς ακόμα έχω) με τον πρώην σύζυγο μου, άφησα για μια ακόμα φορά η μαεστρία του λόγου τους να με πείσει περί πίστης θεού, αγάπης του, αγίων του και φωτισμένων γερόντων.
Κάπως έτσι γνώρισα το 2005 τον «φωτισμένο» πάτερ Απόστολο ηγούμενο της μονής Αγ. Ιωάννη θεολόγου Ανωπόλεως Κρήτης. Από την πολύ «φώτιση» τυφλώθηκα (ήταν στραβό το κλίμα το έφαγε και ο γάιδαρος). Είναι ασύλληπτος ο τρόπος προσέγγισης του κάθε ατόμου! Σε σκανάρουν και έπειτα αρχικά σου λένε αυτό που θέλεις να ακούσεις, εν συνεχεία σε μπερδεύουν, νομίζεις ότι συμφωνείς. Όχι μέγα λάθος! Τουναντίον οι παραβολές και η όμορφη παραμυθολογία είναι δουλεμένη τόσο καλά, έχουν κάνει το ψέμα επιστήμη.
Ένας άνθρωπος που δεν έχει γνώση της άγνοιάς του και δεν έχει τολμήσει να αγγίξει, να διερευνήσει το φόβο του και να κάνει ένα βήμα πέραν των ορίων που οι άλλοι του έχουν βάλει, που δεν έχει την παραμικρή επίγνωση της ανελευθερίας του, είναι το πιο εύκολο θύμα του εκκλησιαστικού μηχανισμού και δυστυχώς είναι τόσοι πολλοί οι άνθρωποι που υποκύπτουν.
Μετακόμισα στην Κρήτη με τους δύο γιους μου, ώστε να βρίσκομαι κοντά στον πνευματικό μου (εννοείται πως αυτός μου το πρότεινε), ήμουν τόσο ναρκωμένη που ό,τι μου έλεγε το έκανα, ό,τι ήθελα έπρεπε να παίρνω την ευχή του (άδεια), ποτέ και για τίποτα δεν λειτουργούσα αυτόβουλα.
Δεν ήμουν η μόνη, πολλά πρόβατα, από όλη την Ελλάδα, όχι μόνο από Κρήτη, κι απ’ το εξωτερικό ακόμα, λαός, άνθρωποι όλων των οικονομικών, μορφωτικών και ηλικιακών στρωμάτων. Στο διαδίκτυο μπορεί καθένας να βρει πολύ αξιόλογο υλικό για το τι δημιούργησε ο άνθρωπος από το τίποτα, με μόνο εργαλείο το δαιμόνιο μυαλό του και στόχο να χειραγωγεί τα μυαλά των άλλων ανθρώπων.
Εγώ θα αναφέρω μερικά απλά παραδείγματα που έχουν μείνει ως θαύματα υποτίθεται του αγίου Ιωάννη και δεν ήταν τίποτα περισσότερο από φυσιολογικά γεγονότα. Συχνά το μοναστήρι δονείτο σαν να έκανε σεισμό 5-6 ρίχτερ. Σε ερώτηση «πάτερ έκανε σεισμό;», η απάντηση ήταν πως ο Αγ. Ιωάννης βρίσκεται κοντά μας, περπατάει δίπλα μας, είναι εδώ στο σπίτι του.
Είπαμε, απαγορεύεται η έρευνα διότι, αν από την πρώτη στιγμή κοιτούσα δίπλα, λίγα μέτρα παρακάτω (και να φανταστείτε πως περνούσα καθημερινά από αυτόν τον δρόμο πηγαίνοντας σπίτι μου), θα παρατηρούσα το νταμάρι που υπήρχε και τους δυναμίτες που έβαζαν για να βγάλουν υλικό από το βουνό.
Ένα άλλο ήταν με την ευωδία που πάλι είχαμε την εξήγηση της επίσκεψης του αγίου. Η λογική απουσίαζε, ώστε να διαπιστώσει ότι υπήρχε ένα ροδόνερο με αιθέρια έλαια που διαπερνούσαν τον αέρα κι έτσι μοσχοβολούσε όλο το μοναστήρι…
Η ζωή μου εκεί κυριολεκτικά κυλούσε ως μοναχής, μόνο που δεν κοιμόμουν στο μοναστήρι, ώσπου προστέθηκε ένας ακόμα ρόλος που κατάπια αμάσητα και μου είχε κάτσει στο στομάχι έξι ολόκληρα έτη: ένας δεύτερος γάμος με ένα πνευματικό παιδί του πάτερ Απόστολου. Η επιχειρηματολογία είχε αρχή και τέλος προς δόξα θεού, τα παιδιά μου και το χρέος μου να τα έχω στο δρόμο του θεού μέσω της πνευματικής ζωής και εν ολίγοις ότι είμαι υποχρεωμένη να τον παντρευτώ.
Όσο σκέφτομαι ακόμα και σήμερα πόση βλακεία με διακατείχε, δεν ξέρω πραγματικά αν πρέπει να κλάψω ή να γελάσω; Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή την στιγμή που γράφω, το κεφάλι μου πάει να σπάσει από πόνο φέροντας όλες αυτές τις εφιαλτικές εικόνες στην σκέψη μου.
Έτσι ένα χρόνο μετά, το 2006 παντρεύτηκα έναν άνθρωπο που όχι μόνο δεν ήθελα αλλά η λογική που είχα θάψει στο όνομα της φανατισμένης, τυφλής υπακοής προς πίστη στο θεό, μου φώναζε δεν είναι καν ένας σωστός χαρακτήρας, τι πας να κάνεις;
Ως ένα τόσο καλό και πιστό τέκνο θεού με μια θλίψη να καίει την ψυχή μου αντί να το σκάσω από το παράθυρο τον παντρεύτηκα, ζώντας μια ζωή στην καταπίεση. Ό,τι βίωνα άσχημο μέσα σε αυτό το γάμο είχε πάντα την ίδια ερμηνεία, παραδείγματα και παραβολές από τη θρησκεία, όπως στους βίους αγίων δηλαδή, βασανιστήρια ή ταλαιπωρίες. Η ανταμοιβή για όλα αυτά ήταν η εξασφάλιση μιας θέσης στον παράδεισο και στην αγιοσύνη…
Αν τολμούσα να αμφισβητήσω ή να ρωτήσω έτρωγα έναν κανόνα (τιμωρία) ως ολιγόπιστη κι εδώ είχα δύο σε ένα, 1ο προσευχόμουν περισσότερο ώστε να δυναμώσω την πίστη μου, να ζητήσω φώτιση από την παναγίτσα και να με ελεήσει και το 2ο λειτουργούσε κι ως δικαιολογία για όσα περνούσα, ότι ήταν δηλαδή δοκιμασίες του θεού για να δυναμώσω την πίστη μου.
Με αυτά και με εκείνα κύλησαν 6 έτη που μόνη παρηγοριά μου ήταν τα τρία παιδιά που απέκτησα με αυτόν τον άνθρωπο, συν τους δύο λεβέντες μου από τον πρώτο γάμο. Το χαμόγελο τους, η ανάσα τους και η καθαρή αγνή ενέργεια τους μού έδινε δύναμη, να συνεχίζω να αναπνέω και να παίρνω μικρές σαν φλασάκια στιγμές χαράς κοντά τους.
Πολύ κλάμα, πολύς πόνος, συσσώρευση θυμού, κυρίως για ερωτήματα που δεν μπορούσα να θέσω, διότι έπαιρνα ως απάντηση είτε να έχω εμπιστοσύνη στο θεό γιατί αυτός ξέρει καλύτερα από όλους τι είναι καλύτερο για την σωτηρία μου. Να παραδώσω την ζωή μου στον κύριο και στο άγιο θέλημα του. Άγνωστοι αι βουλαί του κυρίου, το υπέρλογο του κυρίου…
Μέχρι τώρα δεν έκανα αναφορά στον πατέρα μου, γιατί ήταν ναυτικός και έλειπε για μεγάλα διαστήματα από το σπίτι. Ο θάνατός του ήταν παρόλα αυτά μέγα σοκ για μένα! Παρότι δεν τον ανέφερα καθόλου στα προηγούμενα, αξίζει να πω ότι τα κορόιδευε μονίμως όλα αυτά τα θεόπληκτα.
Οι ατάκες του ήταν φοβερές όπως, «Αμάν ρε γυναίκα με τους εσπερινούς σου θα φάμε;» αυτό ήταν για την μεσημεριανή προσευχή στο φαγητό. Ή να δοξάζει η μάνα μου την Παναγία για κάτι που αποκτήσανε π.χ. το καινούργιο αυτοκίνητο και έλεγε ο πατέρας μου «έμενα πρέπει να δοξάσεις, εγώ σαν π…στης σάπισα στην αλμύρα της θάλασσας για να έχεις τα λεφτά να το πάρεις, η Παναγία τι δουλεία έχει σε όλο αυτό;» Ήδη μέσα μου ήμουν ένα ηφαίστειο που με τον θάνατο του μπαμπά (ως αφορμή) αυτό εξερράγη και πλέον απαιτούσα απαντήσεις για όλα:
— Η αλήθεια είναι μια; Τότε γιατί μου απαγορευόταν να διαβάσω το οτιδήποτε πλην θρησκευτικών βιβλίων; Ποιος ήταν τελικά ο πραγματικός φόβος τους; Μήπως γιατί θα ερχόμουν αντιμέτωπη με την γνώση της άγνο ιάς μου;
— Μου λέτε, έχω ελευθερία επιλογής στον τρόπο σκέψης και πράξης, όμως μου απαγορεύετε οτιδήποτε και μου ελέγχετε μέχρι και το πώς θα αναπνέω, μέσω της τρομοκρατίας πως θα καώ στην κόλαση μετά το θάνατο μου και εν ζωή με κανόνες έξτρα προσευχής και νηστείας. Για πείτε μου ξανά τι εννοείτε, όταν λέτε ελευθερία; Ότι μπορώ να κινούμαι ελεύθερη μέσα στο χρυσό κλουβί που μου φτιάξατε;
— Μου λέτε είναι ωραία η ζωή, ποια ζωή ακριβώς; Αυτή που σαν τον κυνηγημένο με κλεφτές ματιές γεμίζοντας τύψεις μετά, να τολμώ να διαβάσω ένα βιβλίο μη εκκλησιαστικό, ούτε καν γυμναστήριο να μην τολμώ να πάω γιατί θα χριστώ πόρνη ή ούτε καν επαφή με το διαδίκτυο με πρόσχημα την πλάνη; Γιατί εάν τα γευόμουν θα έβλεπα στην πράξη πως η ζωή είναι πανέμορφη, πολύχρωμη και αυτοί θα μένανε χωρίς οπαδούς, δεν θα είχανε λόγο ύπαρξης και η ευτυχία δεν θα ήταν ένα πιάτο δικό τους αλλά όλου αυτού του πλήθους που ΑΥΤΟΙ έχουν πλανέψει;
— Ο θεός της αγάπης είπαμε; Της άπειρης μάλιστα, ναι!! Η δική μου αγάπη προς τα παιδιά μου είναι κόκκος άμμου μπροστά στην δική του από τις περιγραφές των πατέρων της εκκλησίας, παρόλα αυτά κόβεται το δαχτυλάκι τους και ματώνω εγώ! Πώς είναι δυνατόν μια τέτοια άπειρη αγάπη να αντέχει να υποφέρουν τόσο τα τέκνα του; Μήπως γιατί δεν υπάρχει; και από τα τόσα ψέματα τους και παραμύθια τους έχουν χαθεί και αυτοί, έχουν και αυτοί μπερδευτεί. Προσπαθήσανε αφού δεν είχανε αλήθειες στα χέρια τους να πείσουν τον κόσμο μπερδεύοντάς τον, κάνανε τις αξίες ανταξίες, στην θέση της αρετής βάλανε την λέξη αμαρτία και αντιγράψανε με μένος, ζήλια, μίσος και κακία την ιστορία των Αρχαίων Ελλήνων!
Κάπου εδώ είναι η αρχή του οριστικού τέλους αυτής της εφιαλτικής πορείας 32 ετών σε όλο αυτό το άρρωστο μονοπάτι γεμάτο βάτα, τσουκνίδες, σαρκοβόρα φυτά, με έλλειψη φωτός και καθαρού αέρα…
Πήρα τα παιδάκια μου με σκοπό έναν, να ΖΗΣΩ στο δικό μου μονοπάτι, το μονοπάτι της αλήθειας, της γνώσης και της αρετής, πετώντας όλα εκείνα τα βαρίδια που μου στερούσαν την αναπνοή μου. Δεν ήταν εύκολο καθόλου από όλες τις πλευρές, καταρχάς όπως όταν βγάζεις τα γυαλιά του τυφλού και κοιτάς τον ήλιο. Ενοχλεί τα μάτια σου, τσούζουν και πονούν, έτσι πονούσα και εγώ μέσα μου αντικρίζοντας την αλήθεια μέρα με την μέρα, ερευνώντας και μαθαίνοντας. Σαν να έκανα ελεύθερη πτώση με το κεφάλι χωρίς αλεξίπτωτο ήταν όταν κάθε στοιχείο, από κάθε πηγή συνεχώς μου επιβεβαίωνε το ψέμα, το ανύπαρκτο θεό τους που εγώ είχα αφιερώσει τόσα έτη ζωής και κυρίως είχα πονέσει.
Έπειτα πολεμήθηκα με πολύ ύπουλους τρόπους ακόμα και από την ίδια μου την οικογένεια μέσω ενός ισχυρού όπλου, το χρήμα. Όσο για τον πνευματικό της Κρήτης κι αυτός επίσης τα ίδια. Τον δικαιολογώ όμως γιατί έχασε 6 οπαδούς, δεν είναι λίγο. Όμως, όπως είπα φεύγοντας, η αλήθεια θα κερδίσει, έτσι και έγινε!
Το μόνο που νιώθω είναι ευγνωμοσύνη για όλους από την μάνα μου μέχρι τον τελευταίο παπά ή μοναχό που ήρθε στην ζωή μου, γιατί μου μάθανε τι ΔΕΝ είναι αγάπη, ΔΕΝ είναι αλήθεια, ΔΕΝ είναι χαρά, ΔΕΝ είναι ευτυχία, ΔΕΝ είναι ανθρωπιά, ΔΕΝ είναι ζωή, ΔΕΝ είναι φιλία, ΔΕΝ είναι έρωτας και πολλά άλλα, έτσι μπορώ σήμερα να τα βιώνω τα παραπάνω και εγώ και τα παιδιά μου.
Θα κλείσω λέγοντας κάτι που το λέω συχνά στα παιδιά μου:
Υπάρχουν 3 κατηγορίες ανθρώπων:
1. Οι ΒΛΑΚΕΣ που κάνουν λάθη και δεν διδάσκονται τίποτα από τα παθήματα τους και επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη, ζώντας όλο το μεταξύ διάστημα γέννησης-θανάτου δυστυχισμένοι ρίχνοντας το ανάθεμα δεξιά και αριστερά.
2. Οι ΕΞΥΠΝΟΙ που μαθαίνουν μέσα από τα λάθη τους και πορεύονται στον δρόμο της έρευνας και της μάθησης.
3. Οι ΣΟΦΟΙ που μαθαίνουν από τα λάθη των άλλων και γενούν πάντα το καινούργιο και ξεχωριστό.
Η αμφισβήτηση, η έρευνα, είναι για μένα τα όπλα προστασίας και συνάμα εργαλεία για να ανοίγεις νέα μονοπάτια….
Εγώ έπαψα να είμαι βλάκας, εσείς;